Για την Χρυσάνθη Ηγουμενίδου
Πριν από μέρες με ξύπνησε ένα γλυκύτατο όνειρο. Ένα όνειρο απ εκείνα που μας μεταφέρουν σε ανύπαρκτους χώρους. Χώρους ελπίδας και γαλήνης, αυτούς που υπόσχονται στον άνθρωπο οι θρησκείες όλων των αποχρώσεων.
Είδα, Χρυσάνθη, πως σε περίμεναν στην πύλη του παραδείσου ο Μιχάλης σου και ο Νίκος Αντωνόπουλος, ο γιος της άλλης Χρυσάνθης, που ο πρόωρος θάνατός τους σκόρπισε δυσβάστακτο πόνο στην οικογένειά μας.
Ήσουν χαρούμενη που θα συναντούσες τον Βαγγέλη, τους γονείς και τα αδέλφια σου, τους θείους και τους συναγωνιστές σου, στην παροικία των Βιαννιτών.
Ήσουν χαρούμενη, που ο Νίκος και ο Μιχάλης δεν άντεχαν αυτά που έβλεπαν στην απέναντι όχθη του ποταμού, την Κόλαση, και είχαν αρχίσει να οργανώνουν την ΚΝΕ του παραδείσου για να αντιδράσουν όπως είχαν μάθει στο επίγειο πέρασμά τους.
Χρυσάνθη, φτωχά τα λόγια για να περιγράψουν τον πόνο, τα συναισθήματα που προκαλεί ο παντοτινός αποχαιρετισμός.
Πολύ σκληρές οι στιγμές, ιδιαίτερα για κείνους που πιστεύουν πως το κλείσιμο της αυλαίας είναι οριστικό, δίχως μεταφυσικές προσδοκίες.
Αξεπέραστη ή οδύνη για το μοναδικό βέβαιο γεγονός της ζωής, το θάνατο.
Αγαπημένη μου ξαδέλφη, προβάλλοντας στην οθόνη της μνήμης σελίδες από τη ζωή σου, βλέπω πως δεν ήταν γενναιόδωρη μαζί σου.
Όταν τελείωσες το γυμνάσιο, με άριστες επιδόσεις, έπρεπε να σταθείς δίπλα στην βαριά πληγωμένη από τις κακουχίες και τις στερήσεις της κατοχής Μάνα, τη λατρεμένη μας Παπαγιάννενα. Την Παπαγιάννενα, που διασχίζοντας το καταχείμωνο με τα πόδια, μαζί με τη νύφη της Μαρία Κατσαράκη, τα χιονισμένα Λασιθιώτικα βουνά, για να επισκεφτεί στη Νεάπολη τον φυλακισμένο από τους Ιταλούς σύζυγο, προσεβλήθη από βαριά πνευμονία η οποία μετεξελίχτηκε σε φυματίωση.
Ήθελαν οι δύο γυναίκες να αποχαιρετήσουν τον Παπαγιάννη, γιατί θα τον μετέφεραν οι κατακτητές στις φυλακές AREZO, στην Ιταλία, και να του αναγγείλουν το θάνατο από διφθερίτιδα της μικρής σου αδελφής της Βασιλικούλας.
Πάλεψε η Μητέρα σου μερικά χρόνια με την βαριά ασθένεια, για να αφήσει την τελευταία της πνοή στο Νοσοκομείο Σωτηρία το 1954.
Τα όνειρά σου για σπουδές έσβησαν πάνω στο κρεβάτι της ΗΡΩΙΔΑΣ μάνας.
Δεν την ξεπέρασες ποτέ, αγαπημένη μου ξαδέρφη αυτή την ατυχία.
Στερήθηκες, εκτός της μητρικής θαλπωρής, τα χρόνια των σημαντικών αποφάσεων για τη ζωή σου, τη δυνατότητα πανεπιστημιακών σπουδών, και τον βαθμό ελευθερίας, έτσι νόμιζες, που αποκτούν όσοι έχουν τη τύχη να φοιτήσουν σ’ αυτά τα ιδρύματα.
Δεν σε ικανοποιούσε το γεγονός πως, όσοι σε γνώριζαν, αντιλαμβάνονταν την καλλιέργεια που απέκτησες μελετώντας λογοτεχνία, ποίηση, και τους μεγάλους φιλοσόφους της εποχής μας. Πως ήσουν φορέας ενός τεράστιου ηθικού και πνευματικού πλούτου.
Δίπλα στο Βαγγέλη Ηγουμενίδη, την ηλιαχτίδα μέσα στην πυκνή ομίχλη της μετεμφυλιακής Ελλάδας, στάθηκες συνεπής στις ιδέες σου, και δημιουργήσατε μαζί ένα χείμαρρο προσφοράς για τη χειμαζόμενη κοινωνία της Βιάννου.
Οι Βιαννίτες ήξεραν, πως εκείνες τις δύσκολες εποχές, τα πρώτα χρόνια στη Βιάννο και στη συνέχεια στο Ηράκλειο, θα έβρισκαν όχι μόνο υψηλού επιπέδου δωρεάν ιατρική περίθαλψη, αλλά οικονομική και ψυχολογική στήριξη.
Πολλά θα είχαν να διηγηθούν για την κοινωνική σου δράση ο Ηλίας και ο Νίκος του Παπά Μιχάλη, ο Τρουλής, ο Μαρίνος, ο Πολυχρόνης, ο Γιώργος Κοκολάκης (Πανίσος) ο Χ. Πετράκης και άλλοι πολλοί.
Η δική μας σχέση δεν περιοριζόταν στα όρια της στενής συγγένειας. Υπήρχε μια βαθύτατη αλληλοεκτίμηση, αγάπη.
Σφυρηλατήθηκε, όπως συνήθιζες να λες, στη Βιέννη όταν απελπισμένη από μια κακή διάγνωση για την όραση του Μιχάλη σ’ έφερε εκεί, στον κορυφαίο τότε οφθαλμίατρο, τον καθηγητή Μπεκ.
Ζήσαμε απίστευτες στιγμές χαράς, ευτυχίας, όταν ο εκλεκτός επιστήμονας και άνθρωπος, μας ανακοίνωσε πως το μωρό μας ήταν υγιέστατο.
Ο Μιχάλης, αυτό το άτυχο παιδί, που σε έκανε να εγκαταλείψεις κάθε διάθεση για ζωή, όταν χάθηκε σε τροχαίο ατύχημα.
Βιβλίο θα μπορούσε να συγγράψει κάποιος για τις ευαισθησίες σου, την κοινωνική συμπεριφορά και την βοήθεια που παρείχες στους φτωχούς και τους ανήμπορους.
Τελευταία, όταν «έφυγε» ο Βαγγέλης, που τα υλικά μέσα που διέθετες ήταν πενιχρά, συνέχισες να προσφέρεις την αγάπη στο συνάνθρωπο μέσω του Ερυθρού Σταυρού, στον οποίο υπηρέτησες για πολλά χρόνια ως εθελόντρια.
Χρυσάνθη, η απώλειά σου στερεί την οικογένειά μας από την πηγή της αγάπης, της συνοχής, της ισορροπίας και του ορθού λόγου.
Χρυσάνθη, τους φίλους, τους συγγενείς θα μας συντροφεύεις συχνά, όπως έκανες πάντα, για να συμπαραστέκεσαι στα δύσκολα και να συμμετέχεις σε όποιες χαρές μας επιφυλάσσει το υπόλοιπο της ζωής.
Αγαπημένη μου ξαδέρφη «έφυγες» ήσυχη, γιατί ήσουν βέβαιη πως αφήνεις πίσω πανάξιους συνεχιστές.
Τις οικογένειες των παιδιών σου, της Μαρίας του Μιχάλη, του Νίκου, οι οποίοι ακολουθούν το δρόμο που με το παράδειγμά σου τους δίδαξες.
Το δρόμο της αρετής, της προσφοράς και της προόδου.