Σάμαλη, η θερινή
της Χριστίνας Μαστρογιωργάκη
Μια συνταγή που θα σας δώσει μια σάμαλη και εύκολη και απλή και αφράτη και ζουμερή και αρωματική!
Αν είστε κι εσείς από εκείνους που θεωρούν, ως τα καλύτερα γλυκά της υφηλίου, τα σιροπιαστά της Ανατολικής Μεσογείου και ειδικότερα εκείνα των ακτών που βρέχει το Αιγαίο, θα γνωρίζετε σίγουρα (και θα λιμπίζεστε), ένα από τα πιο απλά αυτής της κατηγορίας, που φέρει την ονομασία «σάμαλη».
Το επίθετο «θερινή» της αποδόθηκε αυθαίρετα από εμένα, μα θαρρώ πως της ταιριάζει… γάντι!
Πρώτον, διότι συνοδεύεται ιδανικά από τα παγωτά
Δεύτερον, διότι ως γλυκό, είναι το πιο εύκολο σε διαδικασία, το πιο απλό σε υλικά και το πιο απελευθερωμένο από χρήση δυσεύρετων τεχνικών μέσων σε σπίτια θερινών διακοπών
και,
Τρίτον, διότι, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη η παρουσία του με τα θερινά σινεμά.
Την πρώτη μου σάμαλη επιχείρησα να τη φτιάξω για τη γιορτή της συγκατοίκου στα φοιτητικά χρόνια, ημέρα Κωνσταντίνου και Ελένης.
Φαίνεται πως τα κουτσοκατάφερα, διότι το ταψί άδειασε σε δευτερόλεπτα και η μόνη παρατήρηση που πήρα από έναν συμφοιτητή ήταν:
«Έχει περισσέψει λίγο σιροπάκι»;
Αλλά σιροπάκι δεν είχε περισσέψει, το ταψί μου ήταν εντελώς στεγνό, κι έτσι, όλο αυτό κατεγράφη στο μυαλό μου ως μια αδυναμία του γλυκού μου, την οποία στις επόμενες δοκιμές προσπάθησα να αντιμετωπίσω. Μου ήταν πλέον σαφές: Η σάμαλη θέλει μπόλικο σιρόπι.
Στα επόμενα χρόνια υπήρξαν πολλές απόπειρες παρασκευής αυτού του γλυκού, με πιο επιτυχημένες εκείνες της μικρής περιόδου που είχα, στην Άνω Βιάννο, το μικρό Μεζεδο-καφε-γλυκατζίδικο, το «Ραβαΐσι», όπου, παρά τις επιδοκιμασίες των πελατών, η δική μου αίσθηση για την ποιότητα της σάμαλης που πρόσφερα, απείχε πολύ απ’ αυτή που θεωρούσα ιδανική και δεν ήταν παρά η σάμαλη εκείνων των κυλικείων των θερινών σινεμά της Αθήνας και πιο συγκεκριμένα στην Ακαδημίας Πλάτωνος, που λειτουργούσαν υπό τη δ/νση ενός πρώτου θείου της μάνας μου και από τα οποία δεν έλλειπα κανένα από τα βράδια της παραμονής μου στο «κλεινόν άστυ», εκεί προς το τέλος κάθε καλοκαιριού, που καθιερωμένα βρισκόμουν κάθε χρόνο.
Το τρατάρισμα σάμαλης από τον θείο, ήταν δεδομένο κάθε βράδυ.
Να μην τα πολυλογώ, εκείνη τη δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα, εξιδανικευμένη από εμένα γεύση, την αναζητούσα πολλά χρόνια κάνοντας όλα τα πειράματα που υπεδείκνυαν οι διάφορες έντυπες ή ηλεκτρονικές συνταγές.
Πότε με γάλα, αντί γιαούρτι, πότε με βούτυρο και πότε χωρίς βούτυρο στη ζύμη, πότε με 12ωρη παραμονή σε ψυγείο για φούσκωμα, πότε με μαγιά και πότε χωρίς μαγιά, οι συνταγές όλες, δεν μου έφερναν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα και ταυτόχρονα κάποιες από αυτές, δεν δικαιολογούσαν ούτε καν τον περί «απλότητας και ευκολίας» χαρακτήρα που παραδοσιακά αποδίδεται στο συγκεκριμένο γλυκό.
Με τούτα και με κείνα, φτάσαμε στην προτεινόμενη συνταγή!
Μια συνταγή που θα σας δώσει μια σάμαλη και εύκολη και απλή και αφράτη και ζουμερή και αρωματική... και, να είστε σίγουροι, μια μοναδική απόλαυση αν τη συνδυάσατε με μια μεγάλη μπάλα από παγωτό καϊμάκι!
Τολμείστε την!
ΥΛΙΚΑ (για ταψί 30x40)
- 1/2 κιλού σιμιγδάλι χοντρό
- 600 γραμ. πλήρες σουρωτό γιαούρτι
- 330 ml σόδα (αναψυκτικό)
- 2 κοφτά κουταλάκια (γλυκού) σόδα μαγειρική
- 1 φακελάκι μπέϊκιν πάουντερ
- 125 γρ. μαλακό βούτυρο (τύπου soft)
- 1 γεμάτο κουταλάκι (γλ.) δάκρυα μαστίχας
- 1 κοφτή κουταλιά σούπας κακουλέ (προαιρετικά)
Για το σιρόπι
- 4 ποτήρια (νερού) ζάχαρη
- 2 ποτήρια νερό
- Χυμό από ένα (1) λεμόνι
Εκτέλεση
Προθερμαίνουμε τον φούρνο στους 175β.
Βάζουμε σ’ ένα μεγάλο μπολ το σιμιγδάλι και ρίχνουμε επάνω του την σόδα (υγρή).
Ανακατεύουμε καλά.
Αν θέλουμε έξτρα «ανατολίτικο» άρωμα προσθέτουμε μια μικρή κουταλιά κακουλέ.
Ανακατεύουμε καλά και πάλι με ένα κουτάλι και στη συνέχεια προσθέτουμε το μπέϊκιν πάουντερ το οποίο έχουμε προηγουμένως ανακατέψει με την μαγειρική σόδα και την μαστίχα κοπανισμένη.
Προσθέτουμε το γιαούρτι και αναμιγνύουμε πολύ καλά.
Παίρνουμε το μισό από το βούτυρο και το αλείφουμε στον πάτο και στα πλάγια του ταψιού.
(το άλλο μισό το βάζουμε στο ψυγείο).
Αδειάζουμε το υλικό μας στο ταψί, στρώνουμε την επιφάνειά του με τη βοήθεια μια σπάτουλας και το βάζουμε στο φούρνο.
Ο συνολικός χρόνος ψησίματος του γλυκού είναι 50 λεπτά.
Όταν συμπληρωθούν 40 λεπτά ψησίματος θα ξεκινήσουμε τη διαδικασία για την παρασκευή του σιροπιού, επειδή το σιρόπιασμα γίνεται ενόσω είναι ζεστά και το σιρόπι αλλά και η σάμαλη.
Μόλις τα υλικά του σιροπιού αρχίσουν να βράζουν, μετράμε 2 λεπτά και βγάζουμε το ταψί από τον φούρνο.
Ενώ το σιρόπι εξακολουθεί να βράζει (θα βράσει συνολικά 5 λεπτά) εμείς με γρήγορες κινήσεις θα χαράξουμε το γλυκό μας σε κομμάτια, βουτώντας το μαχαίρι σε κρύο νερό (για να μη σπάσει η επιφάνεια του γλυκού).
Κατόπιν θα βάλουμε πάνω του το βούτυρο που κρατήσαμε στο ψυγείο, κινώντας το πάνω σε ολόκληρη την επιφάνειά του με τη βοήθεια ενός κουταλιού. Σκοπός μας είναι να αλειφτεί όλη επιφάνεια με βούτυρο (αυτό το επιτυγχάνουμε εύκολα και γρήγορα λόγω της θερμοκρασίας του γλυκού).
Κατεβάζουμε από την εστία το σιρόπι, μόλις παρέλθουν τα 5 λεπτά βρασμού και, με τη βοήθεια μιας κουτάλας το ρίχνουμε λίγο-λίγο πάνω στο γλυκό.
Αφήνουμε να ρουφήξει όλο το σιρόπι και να φουσκώσει .
Δεν αφαιρούμε κομμάτι από τη σάμαλη, πριν κρυώσει εντελώς.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1) Μη σας φανεί υπερβολική η παρουσία του μπέϊκιν πάουντερ (οι περισσότερες συνταγές προτείνουν μόνο μαγειρική σόδα).
Αυτό χρειάζεται επειδή η ποσότητα της μαστίχας Χίου είναι αρκετά μεγάλη και, ως γνωστόν η μαστίχα, σκληραίνει πολύ τα ζυμάρια και δεν βοηθά στο φούσκωμά τους
2) Συνηθίζεται το να χαράζεται η σάμαλη πριν το ψήσιμό της και, σε κάθε κομμάτι της, να μπαίνει ένα ξεφλουδισμένο αμύγδαλο.
Εμείς σας προτείνουμε το πασπάλισμά της με ψημένο και αλεσμένο αμύγδαλο. Και μυρίζει καλύτερα αλλά και παραμένει στην επιφάνεια.
Τα ολόκληρα αμύγδαλα φεύγουν από τη θέση τους, και κατά το ψήσιμο αλλά και κατά το σιρόπιασμα.
***Επιτρέπεται η αναδημοσίευση μονάχα τμήματος του παρόντος και μόνο εφόσον αναφερθεί μέσα στο κείμενο η δημιουργός και το site με ενεργό σύνδεσμο που θα ανακατευθύνει τον αναγνώστη