Οι παλιοί στιμαδόροι στην Κρήτη


Τα παλιά χρόνια έως και μεταπολεμικά, στην Κρήτη υπήρχαν οι στιμαδώροι, οι οποίοι ήταν χαρισματικοί άνθρωποι, που μπορούσαν να εκτιμήσουν μια κατάσταση, την αξία σε διάφορα ακίνητα, τις ζημιές που προξενούσαν κάποιοι άθελά τους στον άλλο, η να προβούν σε εκτίμηση μελλοντικής παραγωγής διαφόρων αγροτικών προϊόντων.
Οι χαρισματικοί αυτοί άνθρωποι του χωριού δεν ήταν επαγγελματίες, ήταν απλά κάποιοι συγχωριανοί, που μέσα από το μεράκι τους αυτό, έδειχαν την ιδιαίτερα αυξημένη αντίληψη των πραγμάτων, όσον αφορούσε αξίες προϊόντων, κινητά η ακίνητα.
Ήταν εν ολίγοις τα θετικά μυαλά στο χωριό, καλοί οικογενειάρχες με σωστή πάντα γνώμη και γνώση.
Ο εκτιμητής ήταν πάντα ανοιχτόμυαλος και χρήσιμος για τη κοινωνία, στις τυχόν διενέξεις η γνώμη του ήταν πάντα χρήσιμη π.χ. που να περάσει ο δρόμος, που να κτίσεις ένα σπίτι, που να βγάλεις ένα πηγάδι, που να φυτέψεις και ποιο δένδρο και πολλά άλλα.
Εκείνοι λοιπόν καλούντο να δώσουν μια κατά κάποιο τρόπο μια αντικειμενική λύση .
Η λέξη προέρχεται από το ρήμα ''στιμάρω'', είναι λέξη ελληνική μάλιστα μεσαιωνική, που θα πει προσδιορίζω την αξία, εκτιμώ, αξιολογώ.
Στα Ιταλικά είναι «stimare».
Ήταν πολύ χρήσιμοι εκείνα τα χρόνια οι στιμαδώροι, και απαραίτητοι πολλές φορές σε υποθέσεις, γιατί καταφέρνανε να δίνουν λύσεις σε πολλά προβλήματα.
Θα μπορούσε να πει κανείς, πως και κάποιες φορές έπαιζαν το ρόλο ενός επιτόπιου δικαστή!
Στη περίπτωση εκτίμησης προϊόντος, για παράδειγμα, ήθελες να μάθεις πόσα κιλά λάδι θα βγάλεις; Καλούσες τον στιμαδώρο, ή εκτιμητή, έβλεπε ένα μέσο σε παραγωγή δένδρο κατά πόσο ήταν φορτωμένο ελιές ή όχι, έκανε ένα λογαριασμό, και σου έλεγε στάνταρ: «θα βγάλεις τόσα κιλά λάδι»!
Έβλεπε το χωράφι με το μεστωμένο σιτάρι, και σου έλεγε πόσα κιλά στάρι θα βγάλεις. Σπάνια έπεφταν έξω!
Είχες ένα αμπέλι η κάποιες κληματαριές στο σπίτι σου, ήθελες να μάθεις πόσα κιλά μούστο θα βγάλεις και από το αμπέλι, και πόσο από τις κληματαριές;
Καλούσες το στιμαδώρο, έριχνε μια ματιά, έκανε την εκτίμηση του, και σου έλεγε: '
«Θα βγάλεις σύνολο τόσα κιλά κρασί!».
Έπεφτε συνήθως πάντα μέσα σε μεγάλο, ποσοστό, κατά 90 με 100%.
Είχαν ακριβή επιτυχία, διότι η πείρα σε αυτή τη δουλειά, τους είχε κάνει πολύ ικανούς στην αντίληψη.
Σε αγοραπωλησίες οικοπέδων, αγροτεμαχίων, καλούσε ο κάθε ενδιαφερόμενος τον δικό του εκτιμητή - στιμαδώρο και έλεγαν από μια τιμή.
Το ίδιο γινόταν και σε περίπτωση ζημιάς, και αυτά για να μην αδικηθεί κανένας.
Αν τα ζώα κάποιου, πήγαιναν στο περιβόλι και κατέστρεφαν τα λαχανικά ή μποστανικά, η στο αμπέλι του άλλου και έκαναν «κουτσούρι τσι κουρμούλες», η ζημιά από τον φταίχτη έπρεπε να αποζημειωθει!
Μέσω των εκτημητών αποζημίωναν την ζημιά, αν και από τις δύο πλευρές δεν ήθελαν προστριβές με αγροφύλακες, αγρονόμους, ή δικαστήρια!
Απλά καλούσαν τον στιμαδώρο και «στίμερνε», δηλαδή εκτιμούσε τη ζημιά., αποζημίωνε ο υπαίτιος και το θέμα έληγε!
Απλά πράγματα για απλούς ανθρώπους, χωρίς γραφειοκρατία και περιττές ενέργειες.
Η χρίση των στιμαδώρων ήταν συχνή τα παλαιότερα χρόνια, αλλά μετά τα τέλη του '70 ελαττώθηκαν, και τα χρόνια που καταργήθηκαν οι αγροφύλακες, καταργήθηκαν και οι στιμαδώροι.
Όπως και να ο κάνουμε όμως οι εκτημητες και οι στιμαδόροι ήταν ωραίοι λαϊκοί θεσμοί, με παλλαϊκό σεβασμό και αποδοχή, ήταν μια πραγματική εξωδικαστική επίλυση υποθέσεων, χωρίς γραφειοκρατικές και χρονοβόρες διαδικασίες!
Μακάρι να υπήρχαν και σήμερα, να γλυτώνουμε σπο τους δικηγόρους και τα δικαστήρια!
Οι περισσότεροι πάντως ήταν έντιμοι άνθρωποι, άλλα υπήρχαν και ανεντιμοι φυσικά που ήταν άδικοι κριτές.
Σε αυτή τη περίπτωση αδικίας, στηρίχτηκε και ο λαός μας, και έβγαλε την παρακάτω σοφή φράση:
«Του στιμαδώρου η ψυχή
και του ψευδομαρτύρου,
γυρεύουν τόπο να σταθούν
γυρίζουν γύρου – γύρου»
Υπονοεί λοιπόν ο απλός και σοφός λαός, ότι ουδέποτε θα αναπαυτεί η ψυχή του κακού και ανέντιμου στιμαδώρου, ο οποίος και λεφτά έπαιρνε κατά το δοκούν, σε αντίθεση με τον τίμιο και δίκαιο στιμαδώρο, που και δεν έπαιρνε αμοιβή, αλλά όμως και ποτέ δεν αδικούσε κάποιον.
(Στη φώτο στη μέση ο παππούς μου Μιχάλης Λενιδάκης εκ Φανερωμένης, στο καφενείο με δυο συγχωριανούς του.
Είχε αρκετή μόρφωση για την εποχή εκείνη αν και του Δημοτικού, ήταν πρόεδρος και μαζί και γραμματικός στο χωριό Φανερωμένη Ηρακλείου.
Αν και δεν ήταν συστηματικός στιμαδώρος, εν τούτοις όπου είχε κληθεί πρόσφερε τις υπηρεσίες του αφιλοκερδώς, γιατί μπορούσε να κάνει και αυτός καλή εκτίμηση, γιατί ήταν σαφώς δίκαιος άνθρωπος.
Φωτογραφία: Γεώργιος Χουστουλάκης