Από που βγαίνει η λέξη "Βεντέτα";
Η λέξη βεντέτα έχει περάσει στη νεοελληνική γλώσσα με τη σημασία της αιματηρής αντεκδίκησης, κυρίως μέσα από την κρητική παράδοση. Πίσω της όμως κρύβεται μια μακρά γλωσσική διαδρομή που ξεκινά από τα λατινικά και περνά από την Ιταλία, για να καταλήξει στη Μεσόγειο και τα Βαλκάνια.
Η λατινική ρίζα
Η απαρχή βρίσκεται στη λατινική λέξη vindicta, που σήμαινε αρχικά «εκδίκηση» ή «απόδοση δικαιοσύνης». Προέρχεται από το ρήμα vindicare, δηλαδή «διεκδικώ», «τιμωρώ» ή «προστατεύω το δίκιο μου». Από την ίδια ρίζα προέρχονται και οι αγγλικές λέξεις vindicate και vindictive.
Στην αρχαία Ρώμη, η vindicta δεν είχε απαραίτητα αρνητική έννοια· σήμαινε την πράξη με την οποία κάποιος ζητούσε δικαίωση. Μόνο αργότερα, με τη διάδοση της λέξης στις ρομανικές γλώσσες, η έννοια της προσωπικής αντεκδίκησης άρχισε να υπερισχύει.
Η ιταλική “vendetta”
Κατά τον Μεσαίωνα, η λατινική vindicta εξελίχθηκε στη μεσαιωνική λατινική μορφή vendetta, μέσω φωνητικών αλλαγών (η μετατροπή του "i" σε "e" και η διπλή σύμφωνη "tt" χαρακτηριστική της ιταλικής). Η ιταλική vendetta διατήρησε το νόημα της εκδίκησης, αλλά απέκτησε και κοινωνική διάσταση: αναφερόταν κυρίως στις οικογενειακές ή φυλετικές διαμάχες που μάστιζαν τη νότια Ιταλία και τη Σικελία.
Από εκεί, η λέξη ταξίδεψε σε όλη τη Μεσόγειο — στη Γαλλία (vendetta), στην Ισπανία (vendeta), και φυσικά στην Ελλάδα, μέσω των επαφών με τους Ενετούς.
Η είσοδος στα ελληνικά
Η λέξη βεντέτα πέρασε στα ελληνικά πιθανότατα κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας (13ος–17ος αιώνας), όταν η Κρήτη και τα Επτάνησα βρέθηκαν υπό βενετική κυριαρχία. Οι Κρητικοί, επηρεασμένοι από το βενετσιάνικο vendetta, ενσωμάτωσαν τη λέξη στη ντοπιολαλιά τους.
Από εκεί, η λέξη πέρασε στη νεοελληνική γλώσσα με τη σημερινή σημασία της: «αιματηρή οικογενειακή διαμάχη» ή «κύκλος εκδικήσεων».
Από τη λέξη στο φαινόμενο
Η ετυμολογία λοιπόν δείχνει πως η βεντέτα είναι μια λέξη με βαθιές ρίζες στη Μεσόγειο. Δεν είναι τυχαίο που ρίζωσε τόσο εύκολα στην Κρήτη· σε τόπους όπου η έννοια της τιμής είχε σχεδόν ιερό χαρακτήρα, η λέξη βρήκε το ιδανικό έδαφος για να συνδεθεί όχι απλώς με τη γλώσσα, αλλά με την ίδια την τοπική κουλτούρα.
Η βεντέτα στην Κρήτη δεν γεννήθηκε επειδή οι κάτοικοι είναι... κακοί, αλλά επειδή επί αιώνες έλειπε η κρατική δικαιοσύνη. Η τιμή του ανθρώπου έγινε υπόθεση της ίδιας της οικογένειας. Ο προσβεβλημένος έπρεπε να αποκαταστήσει το όνομά του μόνος του. Έτσι, η εκδίκηση θεωρούνταν καθήκον, όχι έγκλημα.
Αυτό το σύστημα αξιών, όμως, μετατράπηκε σε καταστροφική αλυσίδα βίας. Ολόκληρα χωριά χωρίζονταν στα δύο· παιδιά μεγάλωναν με το βάρος της υποχρέωσης να εκδικηθούν έναν θείο ή παππού που ποτέ δεν γνώρισαν. Οι γυναίκες, συχνά σιωπηλοί θεατές, πλήρωναν το βαρύτερο τίμημα της απώλειας και της μόνιμης φοβίας.