Δημοτικό Σχολείο Σύμης

Με τη λήξη της επανάστασης των ετών 1866-68, υπογράφηκε ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τους εξεγερμένους Κρήτες, ο Οργανικός Νόμος.
Σύμφωνα με το νόμο αυτό παραχωρήθηκαν βασικές ελευθερίες ενώ υποστηρίχτηκε και οργανώθηκε συστηματικότερα η παιδεία. Το έτος 1870 ψηφίστηκε το ο «Διοργανισμός των εν Κρήτη Ιερών Μονών» ή Μοναστηριακός Διοργανισμός, νομικό κείμενο το οποίο ρύθμιζε και θέματα της εκπαίδευσης. Προέβλεπε διάθεση των εσόδων από την ενοικίαση των μοναστηριακών και ενοριακών κτημάτων για ίδρυση και λειτουργία σχολείων. Με το ίδιο κείμενο προβλέφθηκε η Γενική Συνέλευση «του προς Εξέλεγξη των Μοναστηριακών Λογαριασμών Τμήματος Λασιθίου», η οποία, συνέδραμε τις προσπάθειες των χωριών για ανέγερση σχολείων με έκτακτες επιχορηγήσεις. Σημαντική ήταν η συμβολή του Κωστή Αδοσίδη, διοικητή Λασιθίου, στην τήρηση του Διοργανισμού και στην προώθηση της παιδείας στο τμήμα Λασιθίου. Ο Αδοσίδης κατά τις επισκέψεις του στα χωριά ενθάρρυνε τους κατοίκους να αξιοποιήσουν τη συγκυρία και να προχωρήσουν στην ανέγερση διδακτηρίων.
Ο ιερέας Σύμης αντιδρά στην ίδρυση του σχολείου (1870)
Οι μέχρι τώρα γνώσεις μας για το σχολείο προέρχονταν από το Βιβλίο ιστορίας του σχολείου (1) . Σύμφωνα μ’ αυτό το σχολείο της Σύμης οικοδομήθηκε το 1859. Ήταν ένα μικρό οίκημα στον προαύλιο χώρο του Ναού της Κοιμήσεως στη θέση «Σκαπετού», και δίδασκαν σ’ αυτό ο ιερέας του χωριού και οι ελάχιστοι γραμματιζούμενοι χωριανοί, οι οποίοι αμείβονταν σε είδος.Τα παραπάνω δεδομένα ανατρέπουν έγγραφο (2) της Χριστιανικής Δημογεροντίας Λασιθίου του έτους 1870. Το σχολείο σύμφωνα με το έγγραφο άρχισε να οικοδομείται το 1870 με προτροπή του ίδιου του Αδοσίδη. Οι εργασίες ανέγερσης είχαν φαίνεται σταματήσει από έλλειψη χρημάτων και για το λόγο αυτό ο δημογέροντας και έφορος της Κάτω Σύμης, ο άνθρωπος δηλ. που είχε αναλάβει την ανέγερση του διδακτηρίου απευθύνεται στον Αδοσίδη, προκειμένου ο ιερέας να του παραδώσει το ελαιόλαδο για τα ημερομίσθια των κτιστών. Συγκεκριμένα ο δημογέροντας και έφορος της Σύμης Ιωάννης Τσαγκατάκης καταγγέλει τον ιερέα του χωριού ότι αντιδρά στην ίδρυση του σχολείου. Αρχικά αναφέρει ότι αρνείται να δώσει τη συνδρομή του, αποθαρρύνοντας τους κατοίκους με τους ψυχρούς λόγους του. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι παρακρατεί το ελαιόλαδο της εσοδείας 1869-70, 90 οκάδες καθώς και 12 δοκούς για τη στέγαση του διδακτηρίου. Προχωρεί ακόμη παραπέρα κατηγορώντας τον ιερέα ότι κατακρατεί στην οικία του μεγάλη αργυρά εικόνα, ιερό κειμήλιο της εκκλησίας. Ο Τσαγκατάκης είναι γνώστης του νομικού πλαισίου, του Μοναστηριακού Διοργανισμού, αφού γνωρίζει ότι, τα προϊόντα από εκκλησιαστικά κτήματα είναι «…αποκλειστικώς προσδιορισμένα διά την οικοδομήν και την συντήρησιν του σχολείου». Τέλος παρακαλεί τον Αδοσίδη να διατάξει τον ιερέα να παραδώσει στον έφορο όσα παρακρατεί προκειμένου να αποπερατωθεί το διδακτήριο. Μάλιστα επισκέφτηκε ο ίδιος στη Νεάπολη τον Κωστή Αδοσίδη, πασά, διοικητή του τμήματος Λασιθίου, στο οποίο ανήκε η επαρχία Αρκαδίας (σημ. Βιάννου) και του έδωσε προσωπικά το έγγραφο. Αμέσως ο Αδοσίδης το χρεώνει, για να ενεργήσει τα δέοντα στην Κεντρική Δημογεροντία, η οποία, ήταν η αρμόδια για τη λειτουργία των σχολείων αρχή και στην οποία προήδρευε ο επίσκοπος Πέτρας.Το παραθέτουμε ολόκληρο μιας και βλέπει το φως της δημοσιότητας για πρώτη φορά, επιπροσθέτως δε,παρουσιάζει ενδιαφέρον.
«Εξοχώτατε,
Ο υποφαινόμενος Ιωάννης Τσαγκατάκης εκ Κάτω Σύμης Αρκαδίας δημογέρων του χωρίου και έφορος της ήδη κατά προτροπήν της υμ. Εξοχότητος ανεγειρομένης σχολής τη καθυποβάλλω ευσεβάστως ότι ο ιερεύς του χωρίου μας παπά Εμμανουήλ εναντίον των προτροπών και εντολών τας οποίας η υμ. Εξοχότης ευαρεστήθη να επιδαψιλεύση δι’ υμάς υπέρ της συστάσεως σχολείου διά την διανοητικήν πρόοδον και ανάπτυξιν του τόπου μας, ουχί μόνον αποποιείται ως ιερεύς διά του παραδείγματός του να ενθαρρύνη και τους λοιπούς προς αποπεράτωσιν του κοινωφελούς έργου όπερ ασμένως αναλάβομεν και να συνεισφέρη την ατομικήν αυτού συνδρομήν ως μέλος της κοινωνίας του χωρίου μας, αλλά τουναντίον εκτός του ότι αποπειράται παντοειδώς την αποθάρρυνσιν των κατοίκων διά των ψυχρών λόγων του, αρνείται προσέτι να μας παραδώση όσα κατακρατεί εκ των εισοδημάτων των κτημάτων της εκκλησίας του χωρίου μας αποκλειστικώς προσδιορισμένα διά την οικοδομήν και την συντήρησιν του σχολείου είναι δε ταύτα 90 οκάδες ελαίου της περισυνής εσοδείας, 12 δοκοί τους οποίους απέκοψαν από τα δένδρα των εκκλησιαστικών κτημάτων και μεγάλη εικών αργυρά την οποίαν ανήκουσαν τη εκκλησία, κατακρατή αυθαιρέτως εις τον οίκον του. Επειδή δε έχομεν μεγάλην ανάγκην του ελαίου διά να εξοικονομήσωμεν ημερομίσθια τινά των κτιστών και των δοκών διά να στεγάσωμεν το οικοδόμημα, ου μην δε και τας εικόνας ως ιερόν κειμήλιον να μένη εις τον ναόν, διά τούτα παρακαλώ τη υμ. Εξοχότητα όπως ευαρεστηθή να διατάξη αρμοδίως τον ρηθέντα παπά Εμμανουήλ, εφημέριον του χωρίου μας, να παραδώσει όσα της Κοινότητος κατακρατή προς διευκόλυνσιν της αποπερατώσεως του έργου όπερ αναλάβωμεν.
Πλήρης πεποιθήσεως υπέρ της διαδόσεως των φώτων ευγενών αισθημάτων της υμ. Εξοχότητος, υποδιατελώ μετά του βαθυτάτου σεβασμού.
Νεοχώριον τη 30 Ιουλίου 1870
Ευπειθέστατος
Ιωάν. Τσαγκατάκης
Ο Αδοσίδης αναγράφει πάνω στο έγγραφο:
Τη εντίμω Κεντρική Δημογεροντία ίνα ενεργήση τα δέοντα
Ο Διοικητής Λασιθίου Κ. Αδοσίδης τη 30 Ιουλίου 1870»
Το σχολείο λειτουργούσε το Μάιο του 1876 (3) με συνεισφορές των κατοίκων. Δεν διέθετε διδακτήριο αλλά τα μαθήματα διεξάγονταν σε ιδιωτικές οικίες. Σ’ αυτό φοιτούσαν οι μαθητές από την Επάνω και Κάτω Σύμη. Η λειτουργία του σχολείου, έστω και με δυσκολίες συνέτεινε αναντίλεκτα στη διάδοση των φώτων διαλύοντας τα σκοτάδια της αμάθειας και της αγραμματοσύνης. Μάλιστα αναφέρεται στην έκθεση του δημάρχου Αγ. Βασιλείου Κ. Κονδυλάκη, το 1889, δάσκαλος στον Πεύκο ο «εκ Σύμης Γεώργιος Χαμηλάκης», τον οποίο επαινεί τόσο για τη σωστή οργάνωση του σχολείου, όσο και για την πρόοδο των μαθητών. Σε επιστολή τους οι Δημογέροντες, ιερείς και προύχοντες της Απάνω Σύμης ζητούν από τη Δημογεροντία να ενεργήσει προς την Ορφανική Τράπεζα για την πληρωμή χρημάτων, από τη μερίδα του, στον ορφανό γιο του Γεωργίου Ρακιτζάκη, το Νικόλαο, προκειμένου να συνεχίσει τα μαθήματά του στην Ελληνική Σχολή (Σχολαρχείο) Νεαπόλεως.
« Προς την ΣεβαστήνΔημογεροντίαν του τμήματος Λασιθίου
Αξιότιμοι Κύριοι !!!
Οι ευσεβάστως υποφαινόμενοι Δημογέροντες, ιερείς και προύχοντες του χωρίου απάνω Σύμης της επαρχίας Αρκαδίας και της ΔιοικήσεωςΛασιθίου της Νομαρχίας Κρήτης. Διατελούμεν διά του παρόντος-ημών πιστοποιητικού Γραμματείου ότι αναφέρθη προς ημάς, ο υιός του ποτέ Γεώργ. Ρακιτζάκη ομοχώριός μας ονόματι Νικόλαος και μαθητής της πρώτης τάξεως της ελληνικής Σχολής του επαρχίου Ιεραπέτρου και μας ανάφερεν ότι δεν έχει τας δυνάμεις των εξόδων ίνα διατηρηθή με χρηματικόν προς αγορά βιβλίων και κατανάλωσιν ιματίων και τροφής αυτού, μη δυνάμενος λοιπόν τα τοιαύτα χρήματα ηθέλησε ίνα παραιτηθή της σπουδής του, ο προαποθανών πατήρ Αυτού αφ’ ού απεβίωσε εναποταμιεύθησαν χρήματα εις την τράπεζαν ημών του τμήματος Λασιθίου και από αυτά επειδή ο ρηθείς Νικόλαος ίνα λάβη μερικά προς διόρθωσιν πάσας σπουδής αυτού. Και παρακαλούμεν την ΣεβαστήνΔημογεροντίαν του τμήματος ημών, όπως ευαρεστηθή δωρίσει εις τον επιφέροντα το παρόν μας, μίαν ποσότητα από τα χρήματά του, της εναποταμιεύσεως αυτού, διά να μην αφήσει ατελές τα παραδοθέντα εις αυτόν Μαθήματα και υποφαινόμεθα ευσεβάστως
Εξ’ επαρχίας Αρκαδίας τη 22 Ιουλίου 1875
Ο κηδεμών
Γεώργιος Μιχαλοπούλης +
Το σχολείο λειτούργησε για λίγα χρόνια και διέκοψε τη λειτουργία του. Σε αναφορά-έκθεση της Χριστιανικής Δημογεροντίας προς τον Πρόεδρο του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου των εν Αθήναις Κρητών Παρθένιο Περίδη δεν αναφέρεται. Δεν φαίνεται να λειτουργεί ούτε το 1889 που ο δήμαρχος Αγ. Βασιλείου Κ. Κονδυλάκης επιθεώρησε τα σχολεία του δήμου του (Πεύκου, Αμιρών, Καλαμίου, Συκολόγου). Τα παιδιά από τη Σύμη φοιτούσαν στο πλησιέστερο δημοτικό που ήταν εκείνο του Πεύκου.
Το σχολείο επί Κρητικής Πολιτείας
Επί Κρητικής Πολιτείας ιδρύθηκε ως αδιαίρετο μεικτό 102/51/3-7-1911. Τα δύο πρώτα έτη λειτουργίας του στεγάστηκε σε ιδιωτικές οικίες, και το 1913 οι κάτοικοι οικοδόμησαν με προσωπική εργασία διδακτήριο στον προαύλιο χώρο του ναού της Μεταμορφώσεως: «Το έτος 1859 οικοδομήθηκε στο προαύλιο του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στη θέση «Σκαπετού» ένα μικρό διαμέρισμα και εχρησιμοποήθηκε ως Διδακτήριο. Σ’ αυτό εδίδασκαν συνήθως οι ιερείς του χωριού ή γραμματιζούμενοι χωριανοί ή και από άλλες περιοχές και επληρώνοντο από τους μαθητές εις είδος. Αργότερα εγκαταλείφθηκε το διδ/ριο αυτό και στη θέση του έγινε το κοιμητήριο του νεκροταφείου και το προαύλιο του ναού. Το νέο σχολείο, το οποίο θα λειτουργούσε ως δημόσιο πλέον, οικοδομήθηκε στη θέση «Κάτω Γειτονιά» εντός του προαυλίου του ναού της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, κατά το έτος 1913. Ήταν ένα επίμηκες παραλληλεπίπεδο με τρία μικρά παράθυρα και μια είσοδο στην ανατολική πλευρά».
Το σχολείο την περίοδο του Μεσοπολέμου
Το νέο σχολείο στην Κάτω Γειτονιά, εντός του προαυλίου του ναού της Μεταμορφώσεως στου Σωτήρος, 13 χρόνια μετά την ανοικοδόμησή του είχε καταντήσει τρώγλη σύμφωνα με έκθεση του επιθεωρητή Αναστ. Χαραλαμπόπουλου ο οποίος επισκέφτηκε τη Σύμη την 1ηΑυγ. 1926, και απείλησε τους κατοίκους ότι θα καταργήσει το σχολείο, αν δεν κινητοποιηθούν να ανοικοδομήσουν νέο. Κάτοικοι και επιθεωρητής συμφώνησαν να εκποιηθούν ενοριακά κτήματα που προοριζόταν για ανοικοδόμηση εκκλησίας και τα χρήματα να διατεθούν για την ανέγερση του διδακτηρίου. Αφού έδωσε σχέδιο μονοταξίου σχολείου (εγκριμένου από το υπουργείο) ανέθεσε στο δάσκαλο του Πεύκου Χαράλαμπο Παπαδημητρόπουλο την επίβλεψη των εργασιών και το καθήκον της ενημέρωσης του επιθεωρητή. «…Την Α΄ Αυγούστου μετέβην εις Κάτω Σύμην. Το διδακτήριον ενταύθα ως και άλλοτε έχει εκτεθεί είναι τρώγλη και επομένως ακατάλληλον μέχρι τοιούτου βαθμού ώστε να γεννάται το δίλημμα εάν πρέπει να εξακολουθή εντός αυτού να λειτουργή σχολείον υπό τοιαύτους όρους ή να κλεισθή. Εκάλεσα τους κατοίκους εχρωμάτισα προσηκόντως και διά των ζωηροτέρων χρωμάτων την κατάστασιν δεν απέφυγον δε να παρουσιάσω προς αυτούς την άποψιν της καταργήσεως, καταλήξαμεν δε εις το ευχάριστον συμπέρασμα να διαθέσουν ενοριακά τινά κτήματα προοριζόμενα δι’ ανέγερσιν εκκλησίας, υπέρ του σχολείου δεδομένου ότι θα περισσεύσουν και διά μέρος του απαιτηθησομένου ποσού υπέρ της εκκλησίας. Εξέλεξα το οικόπεδον έδωκα το σχέδιον (τύπον μονοταξίου εγκεκριμένου υπουργείου) και ανέθηκα εις τον διδάσκαλον Πεύκου Χαράλαμπον Παπαδημητρόπουλον όπως με καθιστά ενήμερον επί της πορείας των εργασιών, επιβλέπει δε διά την πιστήν εφαρμογήν του σχεδίου, τον προσανατολισμόν κτλ. Δεδομένου ότι η διδασκάλισσα απουσιάζει λόγω των διακοπών….».
Το οίκημα πουλήθηκε αργότερα σε ιδιώτη ο οποίος το χρησιμοποίησε ως κατοικία και το σχολείο στεγάστηκε σε ιδιωτικές οικίες. Το 1930 άρχισε η ανέγερση διδακτηρίου στη θέση Πατέλα σε οικόπεδο που παραχώρησε η ενορία, η οποία κατέβαλε τη δαπάνη για την τοιχοποιία. Το σχολείο αποπερατώθηκε το 1931 με κρατική αρωγή 50.000 δραχμών.
Το σχολείο πυρπολείται από τους Ναζί – Τα μαθήματα γίνονται στην ύπαιθρο και στον κοιμητηριακό ναό
Το σχολείο πυρπολήθηκε από τους Γερμανούς το Σεπτέμβριο του 1943. Από το 1943 ως το 1948 το μάθημα γινόταν στην ύπαιθρο ή σε υπόστεγα και στη μακρινή εκκλησία του νεκροταφείου. Το διάστημα 1948-1953 σε ιδιωτικό οίκημα. Τα εγκαίνια του ανακαινισμένου διδακτηρίου έγιναν την 1ηΦεβρουαρίου 1953. Σημαντική υπήρξε η συμβολή της δασκάλας Στέλλας Μιχαλάκη - Παπαδημητροπούλου, η οποία υπηρέτησε στο σχολείο επί 27 ολόκληρα χρόνια (1935-1962). Η εν λόγω δασκάλα συνέδραμε αποφασιστικά στην ανέγερση του διδακτηρίου, στο ανέβασμα του επιπέδου των μαθητών, στην μόρφωσή τους και στη γενικότερη πρόοδο του χωριού. Το διδακτήριο επισκευάστηκε το 1968 με δαπάνη του Χαράλαμπου Βασιλάκη. Αργότερα μετά την κατάργηση του σχολείου χρησιμοποιήθηκε ως κοινοτικό γραφείο και ως γραφείο του πολιτιστικού Συλλόγου.
Το Δημοτικό Σχολείο Κάτω Σύμης καταργήθηκε λόγω έλλειψης μαθητών το 1984. Στη συνέχεια οι τυχόν μαθητές των δύο οικισμών, Απάνω και Κάτω Σύμης, φοιτούσαν στο Δημοτικό Σχολείο Αμιρά.
Παραπομπές
1. Βιβλίο ιστορίας του Δημοτικού Σχολείου Σύμης, στο βιβλίο της Στέλλας Σπανουδάκη.
2. ΑΧΔΛ, αριθμ εγγράφου DSCN 0240- 1870-07-30]297/1α
3. Έκθεση Μοναστηριακής Συνέλευσης Λασιθίου.1876
*Ο Μανόλης Κ. Μακράκης είναι διδάκτορας της Σχολής Επιστημών Αγωγής του Παν/μίου Ιωαννίνων, συγγραφέας και υπηρετεί ως Δ/ντής στο Δημ. Σχολ. Ελούντας