Το μαύρο ρίφι
Το ημερολόγιο των αναμνήσεων μου ξεφυλλίζω... Και διαβάζω στα γραφτά του, τση ψυχής μου τα χωσμένα....
Μιας ψυχής, που πλαντά στο κορμί μου... Στο κορμί που θα το λιώσει τση μάνας γης το χώμα, μα εκείνη θα τη πάρει ο αέρας και αλλαμπλίρι που θα τη φτάσει...
Ένα παράξενο πράμα συμβαίνει με τα μένα...
Αναστορούμαι παλιούς καιρούς, που όπου και να το πω, με ρωτούνε γελώντας...
-"Κι από τη κοιλιά τση μάνας σου, θυμάσαι ίντα έκανες;"...
(θέλω να σου πω, πως τόσονα οπίσω με φτάνει ο λογισμός μου)
Αρχές τση 10ετιας του '70 ήτανε...
' 72-'73? Θα σε γελάσω...
Το σπιτάκι τση μάνας μου, στς Αγιές Παρασκιές, είχε ήδη σφαλίξει τη πόρτα του και μια... καλαμένια καλύβα, τυλιγμένη με νάιλον, σ ένα σιμισακό χωράφι στη περιοχή τς Άρβης, πολεμά να μας αποσκιάσει...
(πριν να μας στεγιάσουνε τα μεσοδόκια του μετοχιού μας... Ξαναλεωμένα σου χω θαρρώ)
Τα υπόλοιπα εδά, τα βάνεις με το νου σου...
Ηλεκτρικό ρεύμα, είπαμε, δεν είχαμε άρα... κοντά στο νου και η γνώση...
Δεν είχαμε ψυγείο, τηλεόραση και τέτοιου είδους μοντερνισμούς και δαιμονοποιήσεις των μελλούμενων χρόνων...
Οι ανάγκες τέτοιες, που εκτός από τη καλλιέργεια (στη περίπτωση μας, υπαίθριες τομάτες) για βιοποριστικούς λόγους, έπρεπε να χεις κι ότι άλλο μπορείς να φανταστείς κοντά σου...
Και όλα για την οικιακή κατανάλωση...
Από καλλιεργίσιμα μαναβικά, μέχρι και εκτροφή ζώων... Που 'θελα βρεις στην ερημιά το κεντανέ, (πράσα) τα λάχανα η το μαϊντανό άμα δεν τα φύτευες;
Που 'θελα βρεις το αυγό η το κρέας, άμα δεν είχες το κούμο (κοτέτσι) η τη μαρταρά (οικόσιτη) αίγα;
Και δεν ήταν καθόλου άσχημα...
Στο Κυριακάτικο τραπέζι, η κοκκινιστή όρνιθα είχε τη τιμητική τση...
Η "εύκολη" λύση η ομελέτα με πατάτες από το δικό μας κήπο κι αυγά τση μέρας, ήτανε Ω ΧΑΡΏ ΤΟ(!!!), μετά τη δουλειά στο χωράφι που μας "έκοβε" η πείνα....
Το γάλα τσ' αίγας, εμείς τα κοπέλια, το πίναμε και δεν αγόραζε ο κύρης μου του "κουτιού"...
Κι ότι περίσσευε, τυροζούλι το 'κανε η μάνα μου, που μια κουρούπα λάδι το διατηρούσε όλο το χρόνο... Κι ήτανε μαζί με τη στάκα, το ξύγαλο, το ξινόχοντρο μια χαρά να μη μας αφήνουνε νηστικούς ποτέ!!! Κι ας είμαστε στη καλύβα κι ας ήμαστε στο μετόχι κι ας ήμαστε στην ερημιά... Καλλιμέντο ήτανε για το καθένα που ζούσε είτε στην αγροτική περιοχή, είτε στο χωριό τα χρόνια εκείνα...
Μια δυο αίγες, εφτάνανε για όλα αυτά... Και χαρτζιλίκι τς Απόκριες, το Πάσχα, και το Δεκαπενταύγουστο, αφήνανε τα ριφάκια... Και δε υστερούντανε το σπίτι...
Στς Αγιές Παρασκιές μα και στ Αμιρα αργότερα, όσο καιρό καθόμαστε, δε τα 'χαμε υστεριθεί...
Στη καλύβα όμως;...
Από τς Αγιές Παρασκιές, το 32άρι λεωφορείο, δεν είχε θέση για ζούμπερα... Μόνο για αθρώπους...
(άσχετο με τα παραπάνω, αλλά μάλλον, αυτός είναι ο λόγος που το Κ. Τ. Ε. Λ. Ηρακλείου Λασιθίου έκοψε την απογευματινή γραμμή Ηράκλειο Βιάννος... Για ζούμπερα μας έχει)
Κουβέντα το 'καμε η συχωρεμένη η Μάνα μου, στην επίσης συχωρεμένη αδερφή τση, τη θεία μου την Ηλιάνα, που ήτανε ποιο πολλώ χρονώ νύφη στη περιοχή τση επαρχίας Βιάννου, ερχομένη...
-"Δεν εμπόρουνα αδερφή μου, να πάρω τς αίγες από τσ' Αγιές Παρασκιές και τσι 'δωκα... Κι εδά ίντα θα κάμω δε κατέχω"...
-"Και κειονά στενοχωράσαι αδερφή μου?
Ένα ριφάκι θα σου δώσω την άλλη μέρα που θα γεννήσουν οι δικές μου, να το κάμεις αίγα, να χεις, να μη 'στεράσαι ".....
Δεν επέρασε πολύς καιρός από τη κουβέντα εκείνη και...
Ένα πρόσαργο (απόγευμα) θυμούμαι το Γιώργη το "Σόι", το ξάδερφο μου, ΝΑ ΤΌΝΕ ΣΎΡΝΕΙ(!!!) ένα μαύρο ριφάκι θηλυκό και να τονε φέρνει στη καλύβα μας... Όπως σου το λέω...
Μια δεκαριά χρόνια πιο μεγάλος από μένα ο Γιώργης, μα το νεανικό ζάχαρο τον είχε ήδη καταβάλλει και η ινσουλίνη απαραίτητη για την υπόλοιπη ζωή του...
Αδύναμος λοιπόν να κουμαντάρει το ζωντανό, τονε πήγαινε όπως ήθελε αυτό...
Μαζί του και η θεία μου με το μπάρμπα μου από πίσω που ήρθανε να μασέ δούνε....
Ακόμη θυμούμαι τη θεία μου να λέει....
-"Εγώ, το ριφάκι, το χαρίζω του Γιωργιού, να πίνει το γάλα, να μεγαλώσει γερά γερά"...
48 χρόνια, τα λογάριασα από τότε...
Δε θυμούμαι ποτέ(!!!) τον εαυτό μου να στερηθώ όσα μασέ πρόσφερε το ριφάκι εκείνο, με τ απογεννήματα του....
Ακόμη και σήμερο, ότι μαρτάρικα έχω, από το ρίφι το μαύρο αποκρατούνε...
Εκείνο που τραβούσε το ξάδερφο μου το Γιώργη κι ήρθε στη καλύβα μας...
Γιώργη "Σόι".... Δε σου ξεχνώ τα όσα.... Κι άλλα τόσα!!!!