Ιστορίες της γιαγιάς Κυνηγίνας*

Κάποτε ο παππούς θέλησε να δοκιμάσει τη γιαγιά, που είχε ένα χαραχτήρα πολύ αφελή και του άρεσε να την πειράζει. Κανόνισε λοιπόν και πήρε ένα κουτάκι καραμέλες που ήταν τόσο μικρές που μοιάζανε με ψείρες!
Γυρίζοντας ένα βράδυ από το καφενείο, προσποιήθηκε ότι ήταν πολύ στενοχωρημένος.
«Γιάντα Δημητρό είσαι γκρινιαστός; Ίντα σου συμβαίνει;», τον ρώτησε.
-Αγαπάς με μπρε Καντίκω; Ρώτησε με πολύ αγωνία ο Κυνηγοδημήτρης.
-Μα φυσικά σ’ αγαπώ Δημητρό μου, του απάντησε η Καντίκω.
-Και δεν θες να χωρίσομε; Ξαναρωτά ο Κυνηγοδημήτρης…
Η αείμνηστη Κατερίνα Ραπτάκη-Δαμουλάκη
-Μα ίντα λόγια είναι ετουτανά απού μου λες; Θες να ποθάνω από τη στενοχωρία μου; Λέει η Καντίκω…
-Τώρα που ερχόμουνα από το Βράσκο ο τόπος ήτανε γεμάτος τσαντίρια με ατσιγγάνους…
Πράγματι, τα χρόνια εκείνα, οι τσιγγάνοι έκαναν περιοδείες στα χωριά. Είχαν γαϊδούρια και κακομούλαρα στα οποία φόρτωναν την καταδιά τους, δηλαδή τα τσαντίρια και τα εργαλεία τους, γιατί ανάμεσά τους υπήρχαν καλαϊτζήδες (γανωτζήδες) που έβαφαν τα τσικάλια, τα μαχαιροπήρουνα κ.λπ., κάποιοι άλλοι είχαν εκπαιδεύσει μαϊμούνια ή αρκούδες και τις χόρευαν καθ’ οδόν, άλλοι ήταν καρεκλάδες που φτιάχνανε τις χαλασμένες καρέκλες, ενώ οι τσιγγάνες έλεγαν τη μοίρα… Πενία τέχνας κατεργάζεται, κατά τη σοφία του αρχαίου ρητού... Μετά από 4-5 ημέρες έφευγαν για να στρατοπεδεύσουν σε άλλο χωριό…
Λέει λοιπόν ο παππούς στη γιαγιά: «Τώρα που περνούσα από το Βράσκο μούπε μια ατσιγγάνα τη μοίρα μου και ανάμεσα στα άλλα μου είπε ότι θα χωρίσομε»!
Η γιαγιά το πίστεψε και με πολύ αγωνία τον ρώτησε: «Δεν σου δώσανε κάποιο φάρμακο για να μη χωρίσομε»;
-Μα βέβαια μου εδώσανε, είπε ο παππούς κι αμέσως αναθάρρεψε η γιαγιά.
-Ίντα λοής φάρμακο σου δώκανε;
-Είπανέ μου πως, αν θες να μην χωρίσομε, πρέπει οπωσδήποτε να φας μια ψείρα!
-Ε Χριστέ μου και πώς θα τη φάω α-πού σιχαίνομαι, απάντησε η γιαγιά
-Αφού δεν θες να χωρίσομε, κλείσε τα μάθια σου και άνοιξε το στόμα σου και ούτε που θα το καταλάβεις, την παρότρυνε ο παππούς.
Πράγματι, άνοιξε η γιαγιά Κυνηγίνα το στόμα της και ο παππούς της έβαλε μέσα μια καραμέλα… προτρέποντάς την να την μασήσει…
-Παναγία μου Δημητρό ίντα γλυκιά απού ήτονε ετουτηνέ η ψείρα!!!
*Ανέκδοτη ιστορία που είχε καταγράψει η αείμνηστη Κατερίνα Ραπτάκη-Δαμουλάκη
*Σημείωση: Η κεντρική φωτογραφία είναι από το διαδίκτυο