Ιαπωνία
Φορτωμένο με 16.000 τόνους μινεράλι (σιδηρομετάλλευμα) από Ινδία, πάλευε με τους μουσώνες καταμεσής του Ινδικού Ωκεανού το “ΑΡΓΩ-ΕΛΛΑΣ” με προορισμό την Ιαπωνία.
. Ταξίδι 12-13 ημερών πρώτα ο Θεός, αλλά δύσκολο .Το σιδηρομετάλλευμα είναι ένα φορτίο επικίνδυνο. Θέλει ιδιαίτερη προσοχή, γιατί με την φουρτούνα μετακινείται. Επειδή είναι πολύ βαρύ φορτίο, με τις 16.000 τόνους που μπορείς να φορτώσεις, γεμίζεις λιγότερο από το μισή χωρητικότητα . Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα το πλοίο να μην έχει μεγάλη ευστάθεια, και να γέρνει δεξιά – αριστερά με πολύ γρήγορο ρυθμό. Αυτό είναι το μπότζι (διατοιχισμοί) όπως το λέμε οι ναυτικοί . Είναι μία κατάσταση δύσκολη, αλλά συνηθισμένη. Με δυσκολία μπορείς να περπατήσεις όρθιος, χωρίς να κρατιέσαι από κάποιο στήριγμα, αλλά και καθιστός στην καρέκλα θα πρέπει το σώμα σου να το μετακινείς αντίθετα με το όπου γέρνει το καράβι. Στο κρεβάτι σου πρέπει να πάρεις τη σωστή θέση, για να μην βρεθείς στο πάτωμα. Διαγωνίως και σφηνωμένος , ίσως μπορέσεις να κρατηθείς για μερικές ώρες ύπνου. Καρέκλες τραπέζια δεμένα, ποτήρια πιάτα σε ειδικές θήκες, και το φλιτζάνι του καφέ πάνω σε βρεγμένη πετσέτα. Ο Μαστροβασίλης, ο Α μηχανικός, με χίλια ζόρια μπόρεσε να τελειώσει το μεσημεριανό του φαγητό . Η δυσκολία έγκειται στο ότι εκτός από τις κινήσεις του σώματός σου που πρέπει να κάνεις για να κρατιέσαι οριζόντια στην καρέκλα σου, πρέπει με το ένα χέρι να κρατάς το πιάτο σου, και με το άλλο να τρως. Μόλις τελείωσε το μεσημεριανό του, έφυγε και μπήκε στην καμπίνα του να ξαπλώσει να ξεκουραστεί. Ξαπλωμένος όπως ήταν, σε μία έντονη κλίση του πλοίου τουλάχιστον 15 μοιρών, φεύγει από το κρεβάτι του, και κοντός και αδύνατος όπως ήταν, αντί να πέσει στο πάτωμα, πέφτει μέσα στο τεράστιο συρτάρι που υπήρχε κάτω από το κρεβάτι του και το οποίο ταυτόχρονα κι αυτό είχε ανοίξει. Αμέσως το πλοίο έγειρε από την άλλη πλευρά, το συρτάρι ξανάκλεισε με ορμή, φρακάρισε και ο δύστυχος Μαστρο Βασίλης βρέθηκε κλεισμένος μέσα στο συρτάρι του κρεβατιού του. Άρχισε να φωνάζει δυνατά, ευτυχώς τον ακούσαμε αμέσως, τρέξαμε και τον απεγκλωβίσαμε. Η θάλασσα καμιά φορά σου σκαρώνει τέτοια παιχνίδια, που άλλοτε είναι για κλάματα και άλλοτε για γέλιο. Το απόγευμα την ώρα του καφέ, το πέταξε το αστειάκι του ο Γ’ μηχανικός ο Μαστρο Σπύρος.
- Το περασμένο Σάββατο Μαστρο Βασίλη μου, δουλέψαμε πέντε ώρες υπερωρία και μας έγραψες μόνο τέσσερις. Την άλλη φορά που θα ξανακλειστείς στο συρτάρι, θα σε αφήσομε μία ολόκληρη ώρα, και μετά θα σε βγάλομε. Γελάσαμε όλοι, γέλασε και ο Μαστρο Βασίλης, γιατί ξέραμε ότι δεν τα εννοούσε αυτά που έλεγε. Mετά από τέσσερις ημέρες ταλαιπωρίας, μπήκαμε στα στενά Mallaca strait. Δεξιά μας η Σουμάτρα και αριστερά η Μαλαισία. Το στενό έχει μήκος 550 μίλια, και φάρδος αρκετό για ναυσιπλοΐα διπλής κατεύθυνσης, ακόμα και για τάνκερ μαμούθ. Μέσα στα στενά, μπονάτσα. Δώρο Θεού. Παιδιά ύπνο και ξεκούραση, γιατί μετά από δύο ημέρες που θα βγούμε στον Ειρηνικό, δεν ξέρουμε τι μας περιμένει μέχρι να φθάσομε στην Ιαπωνία. Λίγο πριν την έξοδο των στενών, βρίσκεται η Σιγκαπούρη, ένα από τα μεγαλύτερα λιμάνια του κόσμου, όπου και αγκυροβολήσαμε για ανεφοδιασμό. Αμέσως το πλοίο περικυκλώθηκε από λάντζες και κάθε λογής πλεούμενα, που ανέβασαν στο πλοίο κάθε λογής εμπορεύματα. Ηλεκτρικά ήδη, ηχοσυστήματα, φωτογραφικές μηχανές, ρούχα, είδη προικός και πολλά άλλα. Από υπηρεσίες τα πάντα. Κουρείς, ειδικοί να σου βγάλουν κάλλους, να σου κόψουν νύχια, να καθαρίσουν αυτιά, μέχρι και να σου πλύνουν τα ρούχα. Αξιοπρόσεκτες οι κοπέλες με τις κόκα-κόλες. Επειδή επισήμως απαγορεύεται η πορνεία, τα κορίτσια με πρόσχημα να πουλήσουν κόκα-κόλες (η κάθε μία κρατούσε ένα μικρό καλάθι με αναψυκτικά), έμπαιναν στις καμπίνες του πληρώματος να προσφέρουν τις όποιες υπηρεσίες τους.
Ολοκληρώθηκε ο εφοδιασμός γρήγορα και το πλοίο συνέχισε το ταξίδι του για την Ιαπωνία. Πλέοντας κόντρα στο θαλάσσιο ρεύμα Κουροσίβο, βάλαμε πορεία Βορειοανατολικά και μίλι με το μίλι πλησιάζαμε την Ιαπωνία. Το Κουροσίβο είναι ένα ισχυρό θαλάσσιο ρεύμα, από Βορά προς Νότο, κυρίως κοντά στις Ιαπωνικές ακτές. Η Ιαπωνία είναι μία πολύ παράξενη χώρα. Αποτελείται από τρία νησιωτικά συμπλέγματα Το Κιουσού στο νότο, το Χονσού στη μέση, και το Χοκάϊντο στο Βορά. Το Χονσού είναι το μεγαλύτερο, και εκεί βρίσκεται το Τόκυο με τον κόλπο της Γιοκοχάμας και η Οζάκα το μεγαλύτερο εμπορικό και βιομηχανικό λιμάνι, που είναι και ο προορισμός μας. Mόλις το πλοίο έφθασε στο προκαθορισμένο σημείο, επιβιβάστηκε ο Ιάπωνας πλοηγός και αφού τελείωσε με τις υποκλίσεις του, άρχισε η πλοήγηση. Με την βοήθεια ρυμουλκών, μπήκαμε κυριολεκτικά μέσα σε ένα τεράστιο εργοστάσιο χάλυβος. Η εκφόρτωση άρχισε αμέσως με ένα γερανό μαμούθ, που με κάθε του κίνηση έβγαζε τουλάχιστον πέντε κυβικά μέτρα φορτίου. Σε 24 ώρες η εκφόρτωση είχε τελειώσει, Ιάπωνες εργάτες κατέβηκαν στα αμπάρια, τα σκούπισαν, τα έπλυναν με μάνικες και σε λίγες μόνο ώρες μας παρέδωσαν το πλοίο, έτοιμο να φορτώσει το νέο του φορτίο. Τότε μας ανακοίνωσε ο Πλοίαρχος και το επόμενο ταξίδι. Φόρτωση από διάφορα λιμάνια της Ιαπωνίας γενικό φορτίο, για την Νέα Υόρκη. Αυτό σημαίνει παραμονή στην Ιαπωνία τουλάχιστο 25 έως 30 ημέρες. Χαρές και τραγούδια, αλλά κυρίως πειράγματα ο ένας στον άλλο. Ο Νίκος ο ντουκουμάνης έτρεξε αμέσως να τηλεφωνήσει στον Κώστα τον Χιράνο, να καπαρώσει την Χιρόκο την δασκάλα. Ο Χιράνο ήταν ένας πανέξυπνος Γιαπωνέζος , ιδιοκτήτης σειράς ελληνικών μπαρ στα κυριότερα λιμάνια της Ιαπωνίας. Όλα με Ελληνικά ονόματα, όπως « ΑΚΡΌΠΟΛΙΣ – ΠΑΡΘΕΝΩΝΑΣ – ΚΑΡΥΑΤΙΔΕΣ – ΠΕΙΡΑΙΕΥΣ». Δούλευε μόνο με Έλληνες ναυτικούς. Κάθε βράδυ έστελνε αυτοκίνητα στα ελληνικά καράβια, να μεταφέρουν κατ’ ευθείαν τους ναυτικούς στα μπαρ, μην γίνει κανένα λάθος, και μπούνε κάπου αλλού. Η Χιρόκο η δασκάλα είχε καταστρέψει οικονομικά πολλούς Έλληνες ναυτικούς. Όποιος έπεφτε στα δίκτυα της, όταν το πλοίο έφευγε από την Ιαπωνία, είχε χάσει όλες του τις οικονομίες, και χρωστούσε και 5 – 6 μηνιάτικα. Είχε μόνιμους πελάτες, και ένας απ’ αυτούς ήταν και δικός μας ο Νίκος, ο Ντουκουμάνης της μηχανής. Κάθε βράδυ στα μπαρ του Χιράνο γινόταν χαμός. Ο Ναυτικός, αφού διάλεγε κάποια κοπέλα από τις υπάρχουσες ελεύθερες, έπρεπε να την κεράσει τουλάχιστον τρία ποτά, συν ένα ποτό για την μάμασαν (προϊσταμένη). Τότε μόνο μπορούσε να πάρει την κοπέλα μαζί του για το ξενοδοχείο. Ταξί, ύπνος, ποτά, αμοιβή της κοπέλας, λίγο παραπάνω από 12.000 γιεν, δηλαδή 12 λίρες Αγγλίας, περίπου το ένα τέταρτο του μισθού. Εάν υπήρχε και φαγητό σε εστιατόριο, η τιμή ανέβαινε στα ύψη. Στο ξενοδοχείο πήγαιναν όλοι μαζί και μετά τους πρώτους έρωτες, όλα τα ζευγάρια μαζεύονταν στο σαλόνι και συνήθως έπαιζαν χαρτιά, έκαναν μεταξύ τους αστεία και έλεγαν ανέκδοτα. Κατά παράδοση, όποια καπέλα πήγανε με κάποιον ναυτικό, δεν μπορούσε και δεν ήθελε να πάει με άλλον, δεν τον άλλαζε δηλαδή μέχρι να φύγει το πλοίο του από το λιμάνι, ανεξάρτητα εάν ο ναυτικός έβγαινε κάθε βράδυ ή όχι. Μόλις το πλοίο έφευγε για άλλο λιμάνι, τότε μόνο η κοπέλα είχε δικαίωμα να βρει άλλο σύντροφο. Οι σχέσεις των ναυτικών με τα κορίτσια ήταν τέτοιες, που πολλές φορές μετατράπηκαν σε πραγματικά αληθινό έρωτα. Αρκετοί παντρεύτηκαν και μπορεί κανείς να συναντήσει Γιαπωνέζες συζύγους στον Πειραιά, στη Χίο, στην Άνδρο, οπουδήποτε στην Ελλάδα υπάρχουν και ζουν πολλοί ναυτικοί. Επαναστάτησα με τη σκέψη ότι έπρεπε κι εγώ κάθε βράδυ να πηγαίνω στα μπαρ του Χιράνο.
Όμως με τα Αγγλικά μου, ήταν αδύνατον μόνος μου να βγω έξω, να περιπλανηθώ όπου ήθελα, να πάω σε μαγαζιά και καφετέριες, και γενικά να δω την Ιαπωνία που έπρεπε να δω και όχι να κλειστώ στα μπαρ του Χιράνο. Η συνεννόηση με τους Γιαπωνέζους πολύ δύσκολη. Έτσι η πρόταση του Κρητικού ανθυποπλοιάρχου Δημήτρη με γέμισε χαρά. Μιχάλη μην πας το βράδυ στο μπαρ του Χιράνο. Έλα μαζί μου και θα περάσουμε πολύ πιο ωραία. Έχω έλθει πολλές φορές στην Ιαπωνία, έχω τις δικές μου γνωριμίες , περνώ πολύ καλύτερα και φθηνότερα. Θα βγούμε με την κοπέλα μου την Σιόκο που την γνώρισα πριν δύο χρόνια και θέλω να την γνωρίσεις κι εσύ, να μου πεις την γνώμη σου, γιατί σκοπεύω να την παντρευτώ. Μόλις έφυγαν τα αυτοκίνητα του Χιράνο, ο Δημήτρης κι εγώ αφού περπατήσαμε λίγο, μπήκαμε στο τραίνο για το Τακασιμάγια ντεπάρτμεν, που ήταν στο κέντρο της Οζάκας. Το τραίνο μπήκε κυριολεκτικά μέσα στο πολυκατάστημα, όπου εργαζόταν 10.000 κορίτσια. Εκεί μας περίμενε η Σιόκο, που μόλις είχε σχολάσει. Μετά τις συστάσεις , πήγαμε σε Γιαπωνέζικο εστιατόριο για τσάπ-τσάπ. Βγάλαμε τα παπούτσια και καθίσαμε κάτω, σε κάποιο ιδιαίτερο χώρο χωρισμένο με παραβάν. Ένας σοφράς πακτωμένος στο πάτωμα και εμείς καθισμένοι γύρω – γύρω. Στην μέση του σοφρά υπήρχε μαντέμι που άναβε με υγραέριο και μόνοι μας μαγειρέψαμε το φαγητό που παραγγείλαμε. Κάθε φορά που ζητούσαμε την σερβιτόρα, ερχόταν γονατισμένη. Με παρέα την Σιόκο και μερικές φίλες της, περάσαμε όλα μας τα βράδια.
Την Κυριακή πήγαμε εκδρομή στα Κιότο και θαυμάσαμε από κοντά τα παλαιά ανάκτορα των Αυτοκρατόρων. Την επομένη πήγαμε στην αγορά για ψώνια. Τι να αγοράσεις και τι να αφήσεις. Τα ρολόγια SEIKO , οι φωτογραφικές μηχανές και τα ηχοσυστήματα σε αφθονία. Μεγάλη πλάκα με τους Ιάπωνες καταστηματάρχες, που δεν γνώριζαν και δεν μπορούσαν να καταλάβουν το Παζάρι. Με νοήματα αδύνατον να συνεννοηθείς. Δεν είναι σαν τους Ιταλούς ή τους Σπανιόλους, που με το παραμικρό νόημα , καταλαβαίνουν αμέσως τι θέλεις να τους πεις. Παίρναμε λοιπόν χαρτί και μολύβι, και εάν το ρολόι έγραφε τιμή π.χ. 12.000 γιέν, εμείς διαγράφαμε την τιμή, και γράφαμε μόνο 2.000 γιέν. Αυτός κοιτούσε με περιέργεια την καινούργια τιμή της προσφοράς μας, έξυνε το κεφάλι του για να καταλάβει και αντί να μας πετάξει έξω από το μαγαζί του , έπιανε κάτι που έμοιαζε σαν αριθμητήριο μικρού παιδιού και άρχιζε να λογαριάζει. Όταν κάποια στιγμή αντιλαμβανόταν το πραγματικό ύψος της προσφοράς, θύμωνε, μας έλεγε όχι και μας έδειχνε την πόρτα του μαγαζιού. Εμείς όμως δεν φεύγαμε, αλλά του γράφαμε στο χαρτί νεότερη προσφορά με 3.000 ή 3.500 γιέν και ξανά πάλι τα ίδια από την αρχή. Τελικά το ρολόι το παίρναμε με μία λογική έκπτωση γύρω στις 8.000 γιέν. Πιστεύω ότι τις περισσότερες φορές το έδινε για να μας ξεφορτωθεί. Μετά το τέλος της φόρτωσης, φύγαμε από την Ιαπωνία για Αμερική, αλλά είχα την τύχη να πηγαίνω στην Ιαπωνία τακτικά, σχεδόν σε κάθε κυκλικό ταξίδι. Μετά από δύο χρόνια η Σιόκο βαπτίστηκε και παντρεύτηκε τον Δημήτρη, εγκαταστάθηκαν στον Κορυδαλλό, έκαναν δύο παιδιά, και έκτοτε ζουν μόνιμα στην Ελλάδα.
*Ο Μιχάλης Καρπαθάκης είναι τέως Πλοίαρχος Ε.Ν.