Ο Άγιος της Κατίνας του Σπανομανώλη


Η θεία Κατίνα, ήταν το πρωτότοκο παιδί τού παππού Σπανομανώλη.
Ομορφογυναίκα, κοκέτα, νοικοκυρά και προκομμένη, δεν ευτύχησε να κάμει οικογένεια.
Άριστη κεντήστρα στο βελονάκι και τη ραπτομηχανή, όπως και στον αργαλειό, κεντούσε και ύφαινε ασταμάτητα, όχι μόνο για να κάμει την προίκα της, αλλά και για λογαριασμό άλλων. Μετά που αποφάσισε να πορευτεί στη ζήση της χωρίς άντρα, άφησε σε δεύτερη μοίρα τη χειροτεχνία και ασχολήθηκε με την οικιακή κτηνοτροφία και τη γεωργία. Περβολάρισσα και ελαιοκαλλιεργήτρια άξια, ανάλωσε τη ζωή της στα περβολικά της, στα πρόβατά της και στην ελαιοκαλλιέργεια. Υπέρμετρα θρησκευόμενη, πέραν της πίστης της στον τριαδικό Θεό, είχε ιδιαίτερη αδυναμία στον Άγιο Φανούριο. «Αυτός είναι ο άνδρας μου», έλεγε συχνά και το πρόσωπό της έλαμπε από ικανοποίηση! Εις απόδειξη δε της ιδιαίτερης αυτής αδυναμίας της, αποφάσισε να ξοδέψει ένα τεράστιο για τα οικονομικά της δεδομένα ποσό, προκειμένου να αγοραστεί ηλεκτρονικό ρολόι που τοποθετήθηκε στα καμπαναριό του ναού που ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Φανούριο, στον αγαπημένο της άγιο, που βρίσκεται στην καρδιά του οικισμού Χόνδρος. Αν θυμάμαι καλά το κόστος για την αγορά και την τοποθέτηση του ρολογιού υπερέβαινε τις 400 χιλιάδες δραχμές!
Κάθε φορά που διέρχονταν με τα γαϊδούρια της, με προορισμό την παραλιακή περιοχή του Άη Γιώργη του Βαγιωνίτη, προκειμένου να αρδεύσει τα ελαιόδεντρά της, έκανε υποχρεωτικά στάση, για να να προσευχηθεί και να προσκυνήσει τον άγιο-προστάτη της. Ήταν απερίγραπτη η χαρά της όταν άκουγε τον ήχο της καμπάνας να ενημερώνει τους Χοντριγιανούς «τι ώρα είναι». Βέβαια, τη χαρά της αυτή διόλου δεν συμμερίστηκε η πλειοψηφία των Χονδριγιανών, καθώς, αίφνης, διαταράχθηκε η ηρεμία τους. Κι εδώ που τα λέμε, είναι εξωφρενικό, στα καλά του καθουμένου, να ακούς εννέα, δέκα, έντεκα ή δώδεκα καμπανιές να «σκοτώνουν» τη νυχτερινή ησυχία !!!
Το γεγονός πληροφορήθηκε και ο πατέρας μου, ο οποίος, εξοργίστηκε, και με το δίκιο του, γιατί, ενώ η θεία ξόδεψε για το ηλεκτρικό ρολόι του Αγίου Φανουρίου ένα τόσο σημαντικό ποσό, κυκλοφορούσε ρακένδυτη και λιπόσαρκη…
Ένα φθινοπωρινό απομεσήμερο η θεία Κατίνα εμφανίστηκε στο καφενείο του πατέρα μου, που βρίσκονταν στο Καρύδι της Άνω Βιάννου και η εικόνα της ήταν θλιβερή! Εξουθενωμένη, πεινασμένη, ρακένδυτη και ρυπαρή, ζήτησε μετ’ επιτάσεως λίγο νερό. « Δώσε μου μιαολιά νερό γιατί θα λιγωθώ», είπε του πατέρα μου, ο οποίος έσπευσε πάραυτα να ανταποκριθεί, καθώς η φωνή της ήταν τόσο ασθενική που έλεγες που θα ’βγαινε η ψυχή της. «Ίντα σου συμβαίνει κακομοίρα μου κι έχεις ετουτονά το χάλι», ρώτησε με έκδηλο και πραγματικό ενδιαφέρον ο πατέρας μου.
«Δυο εικοσιτετράωρα γυρεύω το γαϊδαρό μου και λες και ήνοιξε η γη και τονέ κατάπιε», είπε μετά δυσκολίας, αφού, όπως ήδη ελέχθη, η καταπόνηση είχε αφαιρέσει κάθε ικμάδα και η συνήθως στεντόρεια φωνή της είχε εξαφανιστεί… «Εγύρισα τα Τσιγγούνια, την Ποταμίσσα, τη Μερθιά, του Μαχαιριδιού το Χαράκι, του Κουτρουβή, στσοι Πετριάδες, το Μαγιάρι, στου Μπαμπακομάρκου, στου Καραμέτη, στα Λακούδια… μουδέ εκούστηκε! Ως και στσοι Λυγαράδες εποκώλωσα»!!! Ο πατέρας μου, γνωστός για τις ατάκες του και ότι δεν εχάριζε κάστανα, της λέει με περίσσια σοβαρότητα: «Δεν είναι ένα τέταρτο απού τον ήσηρνε ο Άγιος Φανούριος και τον επήγαινε στο σπίτι σου»!!!
Όχι θα της την χάριζε!!!