Βγήκε απ’ τον παράδεισο το ξύλο;
![Βγήκε απ’ τον παράδεισο το ξύλο;](https://www.viannitika.gr/phpThumb/phpThumb.php?src=..%2F..%2Fstatic.viannitika.gr%2Ffiles%2Fto-xylo-bgeke-ap-ten-paradeiso.jpg&w=800&h=485&zc=1&hash=11e315f4292c9cce6fcc7b4117ce77ed)
![Σπανάκης Μανώλης](https://www.viannitika.gr/phpThumb/phpThumb.php?src=..%2F..%2Fstatic.viannitika.gr%2Ffiles%2Fwriters%2Fspanakis.jpg&w=60&hash=81aa38b5bb123930f926cf907dd4b87d)
Τη δεκαετία του ’50 η Ελλάδα προσπαθεί να βγει από τα ερείπια. Μέσα στην πείνα και την εξαθλίωση από την κατοχή, γεννιούνται και αναδεικνύονται σπουδαίοι συγγραφείς και ποιητές, αξεπέραστοι συνθέτες, μεγάλοι τραγουδιστές, ηθοποιοί τεραστίων διαστάσεων, προικισμένοι σεναριογράφοι και σκηνοθέτες, όπως και άλλα μεγάλα "τέρατα" της τέχνης. Ανάμεσά τους ένα αξεπέραστο μέγεθος, ο Αλέκος Σακελάριος. Στις 16 Νοεμβρίου 1959, κάνει πρεμιέρα η κινηματογραφική ταινία «Το ξύλο βγήκε απ’ την παράδεισο» σε σενάριο και σκηνοθεσία του Σακελάριου, μουσική του Μάνου Χατζιδάκι και πρωταγωνιστές την αφρόκρεμα των ηθοποιών. Η Βουγιουκλάκη αποδίδει μπριόζικα την κακομαθημένη μαθήτρια, ενώ τα δυο τραγούδια, «η γατούλα» και το «έχω ένα μυστικό», έμειναν για πάντα στην ιστορία και τραγουδήθηκαν από πολλές γενιές. Αξίζει να αναφερθεί ότι στη «γατούλα» φυσαρμόνικα παίζει ο ίδιος ο Σακελάριος. Ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ υποδύεται τον αυστηρό αναμορφωτή και γοητευτικό καθηγητή, ο Ορέστης Μακρής δίνει ρεσιτάλ ως γυμναστής, ο Τσαγανέας (ο βεβαίως βεβαίως!) στο ρόλο του υποτελή στο χρήμα και στην εξουσία γυμνασιάρχη, ο Παπαγιαννόπουλος τον κλασικό τύπο μεσόκοπου καθηγητή, ενώ το ανεπανάληπτο σκηνοθετικό δαιμόνιο του Σακελάριου δένει άρρηκτα μια πλειάδα κομπάρσων. Το αποτέλεσμα εντυπωσιακό! Η απόλυτη αποτύπωση μιας κοινωνίας, κινούμενης με πολλές ταχύτητες.
Όχι, δεν με τσίμπησε μύγα, αλλά για πολλοστή φορά είδα την εν λόγω ταινία και την απόλαυσα ωσάν να την έβλεπα πρώτη φορά! Πρόκειται για την ταινία που απόλαυσαν οι γενιές των γονέων μας, η γενιά η δικιά μας, των παιδιών μας αλλά και των εγγονιών μας, ενώ υποπτεύομαι πως και οι επερχόμενες γενιές, θα την βλέπουν κι αυτές με ευχαρίστηση.
Σπουδαίες ερμηνείες, έτσι που νομίζεις ότι οι πρωταγωνιστές της ταινίας είναι τα ίδια πρόσωπα με τους πραγματικούς ήρωες. Το πλέον εντυπωσιακό, επαναλαμβάνω, είναι η ταξική διάσταση που βάζει ο Σακελάριος και μάλιστα σε μια εποχή που η μισαλλοδοξία ήταν στο φόρτε της. Ακόμη και στο Κολέγιο Αθηνών, εκεί που φοιτούσαν μόνο τα παιδιά των μεγαλοαστών, υπήρχαν ταξικές διαφορές. Ο Γυμνασιάρχης άγεται και φέρεται ως μαριονέττα και στέκεται κλαρίνο μπροστά στους μεγιστάνες του χρήματος, ενώ ο άρτια επιστημονικά κατηρτισμένος, πλην φτωχός καθηγητής, γίνεται βορά στην κακομαθημένη κόρη του Παπασταύρου του Θεμιστοκλέους (βεβαίως βεβαίως!). Ο «κύριος Πάνος Φλωράς», ενσαρκώνει τον κλασικό τύπου ελληνομαθούς φιλολόγου, αλλά και του ωραίου επαναστάτη, που δεν ορρωδεί απέναντι στη χλιδή και στη δύναμη του πλούτου και που στο τέλος οι αξίες και οι παιδαγωγικές του αρχές δικαιώνονται και αναγνωρίζονται. Το γνωστό δίπολο καλού-κακού είναι κι εδώ κυρίαρχο ζήτημα, με το καλό να κερδίζει κατά κράτος το κακό. Θα σας θυμίσω τον διάλογο ανάμεσα στην σύζυγο Παπασταύρου (του Θεμιστοκλέους, βεβαίως βεβαίως!) και στον καθηγητή. Απευθυνόμενος λοιπόν στη μαθήτρια λέει ο κ. Φλωράς: «Ντροπή σου παιδί μου. Κι είναι κρίμα που, ενώ είσαι ωραίο κορίτσι, όχι μόνο θα δυστυχήσεις στη ζωή σου, αλλά θα κάμεις κι άλλους ανθρώπους δυστυχισμένους». Η απάντηση της συζύγου Παπασταύρου: «Δεν πρόκειται να δυστυχήσει ποτέ μια κόρη Παπασταύρου». Ο Φλωράς επανέρχεται: «Οι περιουσίες, όσο μεγάλες κι αν είναι δεν εξασφαλίζουν ποτέ την ευτυχία». Ο Πάνος Φλωράς, προς απογοήτευση του υποτελούς γυμνασιάρχη, ενός Φον Δημητράκη της εκπαίδευσης, κατσαδιάζει την μεγαλοαστή μάνα, που νομίζει πως τα λεφτά είναι το άπαν. Ο Πάνος Φλωράς, θα πληρώσει με την απόλυσή του την εντιμότητά του, εισπράττοντας τους επαίνους των γηραιών συναδέλφων του που, από έλλειψη λεβεντιάς και θάρρους, είχαν συνθηκολογήσει με το άθλιο σύστημα αυτογελοιοποιούμενοι. (Σας θυμίζει κάτι το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα;). Κυρίως όμως απολύεται με ψηλά το κεφάλι, έχοντας ήσυχη τη συνείδησή του ότι έπραξε στο ακέραιο το καθήκον του, προτιμώντας να συνεχίσει να τρώει ψωμί κι ελιές, παρά να είναι ένας υποτελής φιόγκος καθηγητάκος. Φυσικά, απ’ όλο το στόρι, δεν θα μπορούσε να απουσιάζει ο έρωτας, στοιχείο άλλωστε καθοριστικό στη ζωή μας και στον κόσμο μας. Αν θα με ρωτούσε κάποιος αν εν τέλει «το ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο», η απάντηση, είναι πως ναι! Το ξύλο, σε κάποιες τουλάχιστον περιπτώσεις, είναι δώρο Θεού…
Υ.Γ. Για την ιστορία θα σας αναφέρουμε ότι τα ξεγυρισμένα χαστούκια που βλέπουμε στο έργο, όχι μόνο είναι αληθινά πέρα ως πέρα, αλλά, προκειμένου η σκηνή να είναι άρτια και αληθινή, έπεσαν πολλά περισσότερα, ώστε να υπάρξει το τέλειο αποτέλεσμα…