Ταξίδι στην Κίνα του Μάο…


Φορτωμένο μέχρι τα μπούνια χύμα λίπασμα, ξεκίνησε το «Αργώ Ελλάς» από την Καζαμπλάνκα του Μαρόκου για την Σαγκάη της Κίνας.
Μεγάλο και δύσκολο ταξίδι. Συνολική απόσταση 13.500 μίλια. Είχε να περάσει τρείς ωκεανούς, να ανεφοδιαστεί δύο φορές, την πρώτη στο Κέιπ Τάουν και την δεύτερη στην Σιγκαπούρη. Υπολογίσαμε, πρώτα ο Θεός, να μας πάρει περίπου 40 ημέρες όλο το ταξίδι, με καλές θάλασσες. Είναι όμως αδύνατον να διασχίσεις την μισή Γη, χωρίς να συναντήσεις θύελλες. Έχεις μπροστά σου τους μουσώνες του Ινδικού, τις τροπικές καταιγίδες του Ειρηνικού, και τόσα άλλα. Γι’ αυτό βάζεις μπροστά τη φράση «πρώτα ο Θεός», κάνεις το σταυρό σου και ξεκινάς.
Μόλις αφήσαμε πίσω μας τη Καζαμπλάνκα, διασχίζαμε τον Ατλαντικό με νότιες πορείες. Την τρίτη ημέρα πιάσαμε τον 23ο βόρειο παράλληλο, και μπήκαμε στον Τροπικό του Καρκίνου. Σε πέντε – έξι ημέρες θα περνούσαμε τον Ισημερινό, θα μπαίναμε στον τροπικό του Αιγόκερω, που και αυτός τελειώνει στον 23ο νότιο παράλληλο. Η θάλασσα με το καλό της πρόσωπο. Μπονάτσα. Σε αυτές τις περιοχές, ανάμεσα στους δύο τροπικούς και κατά μήκος των δυτικών Αφρικανικών ακτών, δεν υπάρχουν θύελλες. Την επομένη μπήκαμε για τα καλά στην διακεκαυμένη ζώνη, και η ζέστη ήταν αφόρητη. Οι ναύτες, με τις οδηγίες του λοστρόμου, άλειψαν όλο το χαλύβδινο κατάστρωμα με ψαρόλαδο, ανακατεμένο με καμένα λάδια της μηχανής. Είναι μια άριστη και κυρίως ανέξοδη συντήρηση του καταστρώματος, γιατί με την πολύ ζέστη βράζει το ψαρόλαδο και φεύγει η σκουριά από τις σιδερένιες λαμαρίνες. Οι Έλληνες πλοίαρχοι την εφαρμόζουν πάντα όταν βρουν αυτές τις συνθήκες, κατά κανόνα στα τροπικά. Το μόνο μειονέκτημα είναι, ότι την επομένη έχεις σίγουρα δυνατές βροχές. Μετά το ψαρόλαδο, η βροχή είναι δεδομένη, γιατί το πλοίο έχει προχωρήσει νοτιότερα, πλησιάζει τον Ισημερινό, και βεβαίως έχεις πολλές βροχές. Γίνεται ένα βαπόρι χάλια, και θα πάρει στους ναύτες μία εβδομάδα να το καθαρίσουν. Νοέμβρη μήνα ξεμπαρκάρισε ο μπάρμπα Μανώλης ο ναύτης και πήγε στο νησί του, τη Σέριφο. Με το που έφθασε, είδε και κάνανε λιτανεία στην πλατεία του χωριού.
- Γιατί βρε χωριανοί η λιτανεία;
- Για να βρέξει μπάρμπα Μανώλη. Τελειώνει ο Νοέμβρης και δεν είδαμε σταγόνα βροχής.
-Βρε αφήστε τις λιτανείες κατά μέρος. Φέρτε δυο μπουγέλα ψαρόλαδο και πιάστε ν’ αλείψομε την πλατεία. Κι αν μέχρι αύριο δεν βρέξει, να μη με ξαναπείτε Μανώλη. Άκου λιτανεία για να βρέξει. Και το ψαρόλαδο γιατί το έχομε;
Με τις βροχές είχαμε λίγη δροσιά, γιατί ο ήλιος δεν προλαβαίνει να σε δει. Μια μέρα πριν και μία μετά την διέλευση του Ισημερινού, βρέχει ακατάπαυστα. Πότε ραγδαία, πότε σιγανά, αλλά πάντα βρέχει. Την ώρα που περνούσε το πλοίο από τον Ισημερινό, με κάποια πρόφαση μ’ έστειλε ο υποπλοίαρχος σε κάποιο μέρος του πλοίου, ορατό από την γέφυρα, τα καπνιστήρια και τις τραπεζαρίες. Εκεί βρήκα τον ανθυποπλοίαρχο και τον τρίτο μηχανικό, και μου είπαν ότι δοκίμαζαν την πίεση νερού σε δύο μάνικες κατασβέσεως πυρκαγιάς. Το λεπτό ακριβώς που το πλοίο περνούσε τη νοητή γραμμή του Ισημερινού, δόθηκε το σήμα από την γέφυρα, και ταυτόχρονα οι δύο μάνικες στρέφονται κατ’ απάνω μου ραντίζοντάς με όλη την πίεση του νερού.
- Καλορίζικος μου φώναξαν από τη γέφυρα, και όλοι οι άλλοι που είχαν βγει στα φινιστρίνια να απολαύσουν το θέαμα. Είναι ναυτική συνήθεια, μου εξήγησαν μετά, να καταβρέχουν τους νέους που για πρώτη φορά περνούν τον Ισημερινό.
Φθάσαμε με το καλό στο Κέιπ Τάουν. Γεμίσαμε τις δεξαμενές με καύσιμα και νερό, βάλαμε στα ψυγεία φρέσκα τρόφιμα που τηλεγραφικά είχαμε παραγγείλει, και σε λίγες ώρες είχαμε αποπλεύσαμε για Σιγκαπούρη, όπου και θα γινόταν ο δεύτερος ανεφοδιασμός μας. Αμέσως μετά το Κέιπ Τάουν, βρεθήκαμε στη θαλάσσια περιοχή που ενώνονται οι δύο Ωκεανοί, Ατλαντικός και Ινδικός. Εκεί δημιουργούνται τεράστια - βουβά κύματα, πολύ επικίνδυνα για τα μεγάλα πλοία. Τα λένε «βουβά» επειδή δεν σπάζουν να δημιουργήσουν αφρό και να γίνουν ορατά. Έχουν συμβεί ανατροπές ή και κόψιμο στα δύο αρκετών πλοίων, επειδή οι κυβερνήτες τους τα αψήφησαν και από κακή εκτίμηση άφησαν να τους διπλαρώσει η θάλασσα, ή βρέθηκαν ανάμεσα σε κορυφές δύο κυμάτων.
Το «Αργώ Ελλάς» πέρασε μια χαρά. Την επομένη που μπήκαμε για τα καλά στον Ινδικό, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με τους μουσώνες. Τα «μουσώνια», όπως τα λένε οι ναυτικοί, είναι περιοδικοί άνεμοι. Τον χειμώνα Βόρειοι-βορειοανατολικοί εντάσεως 30-35 κόμβοι, (6-7 μποφόρ), και το καλοκαίρι από Μάιο μέχρι Σεπτέμβριο Νοτιοδυτικοί με ένταση 35 – 45 κόμβους, δηλαδή 7-9 μποφόρ. Είναι περίπου σαν τα μελτέμια του Αιγαίου, αλλά πολύ ισχυρότερα και με πολύ μεγαλύτερο κυματισμό.
Εδώ μιλάμε για ωκεανό. Ο Ινδικός μας κούρασε και μας ταλαιπώρησε πολύ. Σχεδόν δυο εβδομάδες μέχρι να τον διασχίσομε, η θάλασσα δεν ησύχασε λεπτό. Ευτυχώς ο καιρός ήταν «δευτερόπρυμα» και δεν χάναμε ταχύτητα. Είχε όμως ανυπόφορο μπότζι. Δηλαδή διατοιχισμοί σκάφους δεξιά – αριστερά και επαναφορά στην όρθια θέση λόγω της μεγάλης ευστάθειας. Εάν αυτές οι κινήσεις γίνονται με γρήγορο ρυθμό, δεν μπορείς να περπατήσεις ή να σταθείς όρθιος, σου προκαλούν πονοκέφαλο, ανακατωσούρα και εμετό. Είχαμε όμως και ευχάριστα. Κάθε πρωί και μια καλή ψαριά από χελιδονόψαρα. Τραβηγμένα από τα φώτα του πλοίου και βοηθούμενα από τα μεγάλα κύματα, έπεφταν στο κατάστρωμα, και αρκετά δεν τα κατάφερναν να ξαναπέσουν στη θάλασσα. Κάθε λίγες ώρες, εάν το επέτρεπαν οι συνθήκες, μαζεύαμε 20-30 κομμάτια και τα κάναμε ψαρόσουπα ή τα ψήναμε στο μαντέμι.
Δύο ημέρες πριν φθάσομε στη Σινκγαπούρη, μπήκαμε στο στενό Mallaca strait. Δεξιά μας είναι το νησί Σουμάτρα, και αριστερά μας η Μαλαισία. Επιτέλους μπονάτσα. Στο τέλος του στενού, είδαμε αριστερά μας την Σιγκαπούρη, και αγκυροβολήσαμε στο προκαθορισμένο σημείο που μας είχαν υποδείξει οι τοπικές αρχές. Από το Κέιπ Τάουν μέχρι την Σιγκαπούρη, μας πήρε 18 ημέρες για να διασχίσομε τα 6.000 μίλια που χωρίζουν αυτά τα δύο λιμάνια.
Μόλις τελείωσε η διαδικασία της αγκυροβόλησης, γέμισε ξανά το κατάστρωμα με λογής-λογής εμπόρους. Το εμπόρευμα, ότι μπορείς να φανταστείς. Από υπηρεσίες; τα πάντα. Κουρείς, τσαγκάρηδες, ράφτες, ειδικοί να σου καθαρίσουν τα αυτιά, την μύτη, και να σου βγάλουν τους κάλους από τα δάκτυλα. Kαι φυσικά οι κοπέλες με τις κόκα κόλες.
Νερό, πετρέλαιο και τρόφιμα ήλθαν με μπάριζες, και με γρήγορο ρυθμό άρχισε ο εφοδιασμός μας. Σε λίγες ώρες τελειώσαμε, εγκατέλειψαν όλοι οι επισκέπτες το πλοίο, και άρχισε το τρίτο μέρος του μεγάλου μας ταξιδιού για την Σαγκάη, που είναι και ο τελικός μας προορισμός. Απομένουν ακόμα 2.500 μίλια, δηλαδή 7-8 ημέρες πλου.
Αφήσαμε πίσω μας την Σιγκαπούρη, και μπήκαμε στον Ειρηνικό ωκεανό.
Σταθήκαμε πολύ τυχεροί που δεν συναντήσαμε τροπική καταιγίδα, γιατί είναι η εποχή τους. Την ημέρα που είχαμε υπολογίσει πιάσαμε τη θάλασσα της Κίνας. Το καταλάβαμε από το χρώμα της θάλασσας που έγινε θολή και άρχισε να κιτρινίζει από τα βρόμικα νερά του κίτρινου ποταμού. Σε λίγο φθάσαμε στον πλοηγικό σταθμό, επιβιβάσθηκε ο Κινέζος πλοηγός και άρχισε η πλοήγηση μέσα στο ποτάμι. Φθάσαμε στο λιμάνι, αλλά μόνο λιμάνι που δεν είναι. Κάθε 300 μέτρα, μία σημαδούρα προσδέσεως κι ανάμεσά τους δεμένα τα πλοία να φορτοξεφορτώνουν σε μαούνες. Βρήκε ο πλοηγός ένα κενό, και δέσαμε κάβους πλώρα - πρυμιά. Τα 12.500 μίλια μεταξύ Καζαμπλάνκας και Σανγκάης είχαν τελειώσει, με 39 μερόνυχτα πλεύσης σε τρεις ωκεανούς.
Δεν είχαμε προλάβει να τελειώσουμε τα δεσίματα, και το πλοίο γέμισε με πάνοπλους ένστολους ερυθρούς φρουρούς. Μαζευτήκαμε όλοι στο σαλόνι, και ο επικεφαλής με καλά ελληνικά, μας καλωσόρισε και μας επεσήμανε ότι κατά την παραμονή μας στην Σαγκάη θα πρέπει να τηρήσομε τους νόμους της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Μας καρφίτσωσε ο ίδιος στο στήθος από ένα σήμα με την φωτογραφία του Μάο και μας έδωσε και από ένα κόκκινο βιβλιαράκι με τις σκέψεις του. Τόνισε ότι απαγορεύεται η έξοδος από το πλοίο χωρίς το σήμα και το βιβλιαράκι. Την ώρα που μας μιλούσε, ορισμένοι ερυθροφρουροί γέμισαν τραπεζαρίες, καπνιστήρια και διαδρόμους με αφίσες και φωτογραφίες του Μάο, με εντολή να μην τις πειράξει κανείς. Κάθε βράδυ στις έξι ακριβώς, μία άκατος του στρατού θα μας έπαιρνε από το πλοίο να μας μεταφέρει στην αποβάθρα για την έξοδό μας. Στην προβλήτα υπήρχαν ποδηλατάμαξες και με ένα Γουάν θα μας πήγαιναν στο Seamen’s club (ναυτικών κλαμπ), το μοναδικό μέρος που επιτρεπόταν να πάμε. Επιστροφή στις δέκα ακριβώς, με τον ίδιο τρόπο. Ο περίπατος στην πόλη απαγορεύεται. Αφού τελείωσε με τις οδηγίες του, έδωσε το σύνθημα και άρχισαν οι εργάτες την εκφόρτωση με τα βαρούλκα του πλοίου. Tο φορτίο το έβαζαν σε κάποιες παλιές μαούνες, που είχαν δέσει στις πλευρές του πλοίου.
Το βράδυ στις έξι όλο το πλήρωμα εκτός από τις βάρδιες κατέβηκαν την σκάλα του καραβιού, και μπήκαμε στην άκατο που μας περίμενε. Φυσικά όλοι είχαμε στο στήθος καρφιτσωμένο το σήμα, και, σαν εισιτήριο ας πούμε, δείχναμε το κόκκινο βιβλιαράκι. Μετά από διαδρομή δέκα λεπτών μέσα στο ποτάμι, φθάσαμε στην αποβάθρα με τις ποδηλατάμαξες. Ανέβηκα σε μία, και χωρίς να μου μιλήσει καν ο αμαξάς ξεκίνησε. Μετά από άλλα δέκα λεπτά έφθασα στο κλαμπ. Ένα
παλιό κτήριο με τεράστιες αίθουσες. Υπήρχε μέσα κάποιο μαγαζί που μπορούσες να αγοράσεις φθηνά ρούχα, παπούτσια, μουσικά όργανα, κυνηγητικά όπλα, είδη ψαρικής, τραπεζομάντιλα. Επίσης κουρείο, ραφείο, ταχυδρομείο και κάτι σαν καφενείο- εστιατόριο να φας ή να πιεις κάτι. Όλα σε πραγματικά χαμηλές τιμές.
Την επομένη είδα ότι πίσω από το δικό μας πλοίο, ξεφόρτωνε το επίσης Ελληνικό πλοίο Cape-Vamvacas. Παρατήρησα ότι ανέβηκαν επάνω πολυάριθμοι ερυθροφρουροί οπλισμένοι. Υπό τις διαταγές κάποιου υψηλόβαθμου, συγκέντρωσαν όλο το πλήρωμα στο κατάστρωμα της γέφυρας, τους υποχρέωσαν να γονατίσουν και έδωσαν στον κάθε ένα από δύο σκαμπίλια. Όλα αυτά τα βλέπαμε από το δικό μας πλοίο, αλλά δεν ξέραμε το γιατί. Ο ασύρματος σφραγισμένος, δεν υπήρχε επικοινωνία. Το βράδυ στο κλαμπ μάθαμε από άλλα πληρώματα, ότι κάποιος καμαρότος ζωγράφισε μουστάκια στην φωτογραφία του Μάο που είχαν τοιχοκολλήσει στην τραπεζαρία. Επειδή κανείς δεν μαρτύρησε τον ένοχο, τιμωρήθηκαν όλοι και φυσικά δεν τους επέτρεψαν να ξαναβγούν.
Στη Σαγκάη μείναμε περίπου ένα μήνα. Παρ’ όλο που οι κινήσεις μας ήταν απολύτως περιορισμένες και ελεγχόμενες, είδα πολλά στην Κίνα του Μάο. Με εντυπωσίασε μια παρέλαση. Περίπου δύο χιλιάδες κορίτσια μπροστά, ακολουθούσε πάνω σε ένα όχημα ειδικής κατασκευής μία φωτογραφία του Μάο, ύψους τουλάχιστον δέκα μέτρων, και πίσω άλλα τόσα κορίτσια. Ντυμένες με τη κλασική στολή του Μάο, κρατούσαν όλες από μία βεντάλια και έκαναν αέρα στη φωτογραφία. Κάθε Σάββατο μας πήγαιναν με λεωφορείο σε κάποιο θέατρο, με διερμηνείς που γνώριζαν καλά Ελληνικά, που τα είχαν σπουδάσει στην Αλβανία. Όταν το φορτίο ήταν στα τελειώματα, κάθε πρωί ανέβαιναν στο πλοίο παιδιά του δημοτικού, και με σκούπες και φαράσια μάζευαν και τα τελευταία ίχνη φορτίου. Την νύχτα αναλάμβαναν μεγαλύτεροι σε ηλικία μαθητές.
Την τελευταίο βράδυ βγήκα να ταχυδρομήσω τα γράμματά μου. Στο κλαμπ μου έδωσαν ένα περιοδικό, που φυσικά το εξώφυλλο είχε την φωτογραφία του Μάο. Κατά επιστροφή με την άκατο, για να μην λερώσω ένα άσπρο παντελόνι που φορούσα, έβαλα κάτω το περιοδικό και κάθισα επάνω. Δεν πρόλαβα να καθίσω, και με ένα πήδημα ο ερυθροφρουρός με πιάνει, και βίαια με σηκώνει επάνω. Χειρονομούσε και φώναζε δυνατά δείχνοντάς μου τη φωτογραφία. Κατάλαβα το λάθος μου. Ζήτησα συγνώμη αλλά μάταια. Φθάσαμε στο πλοίο και δεν με άφησαν να ανέβω. Με κράτησαν στην άκατο, με επέστρεψαν πίσω στο κλαμπ, και με κλείδωσαν σ’ ένα γραφείο. Σε λίγο ήλθε κάποιος ένστολος υψηλόβαθμος, και με άψογα ελληνικά μού είπε ότι κατηγορούμαι με την βαρύτατη κατηγορία ότι πρόσβαλα το πρόσωπο του Μάο. Εάν ήμουν Κινέζος η απόφαση θα ήταν θάνατος ή ισόβια και συμπλήρωσε: «Αλλά εσύ όπως βλέπω είσαι καλό παιδί, και όπως ανέφερε ο φρουρός, δεν είχες πρόθεση και το έκανες από λάθος ή απερισκεψία. Σκοπεύω να σε απαλλάξω, εάν γράψεις και υπογράψεις ότι ακριβώς θα σου υπαγορεύσω». Με δάκρυα στα μάτια τον ευχαρίστησα και με τρεμουλιαστό χέρι προσπαθούσα να γράψω ότι μου έλεγε. Φοβήθηκα πολύ. Αυτός με ενεθάρρυνε και τα κατάφερα. Βοήθησε πολύ το σήμα που φορούσα, και το βιβλιαράκι που πράγματι το είχα διαβάσει. Στάθηκα τυχερός που έπεσα σε καλό άνθρωπο – δικαστή. Είχε σπουδάσει στην Αλβανία τα ελληνικά του, ήταν φιλέλληνας και ονειρευόταν να δει κάποτε την Ελλάδα από κοντά. Αφού υπέγραψα αυτά που μου υπαγόρευσε και εγώ τα έγραψα, με κράτησε άλλη μισή ώρα για διάφορες ερωτήσεις άσχετες με το αδίκημα. Μετά φώναξε τους φρουρούς, μου έδωσαν όλα τα πράγματά μου, και τους διέταξε να με οδηγήσουν πίσω στο πλοίο.
Την επομένη το πρωί αφήσαμε πίσω μας την Σαγκάη και βάλαμε πλώρη για την κοντινή Ιαπωνία. Μόλις μας είχε ανακοινώσει ο Πλοίαρχος το επόμενο ταξίδι μας και μας γέμισε χαρά. Από διάφορα λιμάνια της Ιαπωνίας φόρτωση γενικό φορτίο και εκφόρτωση στη δυτική ακτή της Αμερικής...