Στο καφενείο της Γαλάτειας!


Κι εκεί που λες αλλάξανε τα πράγματα και σηκώνεις το ποτήρι
Αρπάζει, κλέβει τ’ όνειρό σου και του κάνει χαρακίρι
Μπ. Τσικληρόπουλος
Τα τελευταία χρόνια στα χωριά μας, η μελαγχολία που έφερε η πανδημία, έχει απλωθεί σαν πέπλο πάχνης θλίψεων. Οι άνθρωποι δεν μιλούν, γελούν με το στανιό, δεν κυκλοφορούν αλλά κι όσοι κυκλοφορούν περισσότερο ομοιάζουν με… ζορό και λιγότερο με ανθρώπους!
Η νοσταλγία να ξαναζήσουμε ελεύθεροι είναι αδήριτη ανάγκη. Να ξανακαθίσουμε στα καφενεία των χωριών μας, να πιούμε τον καφέ μας, να καθαρίσουμε την αγκινάρα και τα χλωροκούκια και να πιούμε τη ρακή μας!
Όλα αυτά, μας οδήγησαν στο παρελθόν, τότε που είχαμε απόλυτη ελευθερία! Καταφύγαμε στο φωτογραφικό μας αρχείο, και γυρίζουμε πίσω το χρόνο κάπου στα 1990!
Κάτω από τον ίσκιο του υπεραιωνόβιου πλάτανου, ξένοι και ντόπιοι ξεκουράζονται, κουβεντιάζουν συνδιαλέγονται. Είναι το καφενείο της Γαλάτειας, μιας προκομμένης γυναίκας, που με την επαγγελματική της συμπεριφορά άνοιξε νέους δρόμους!
Αριστερά ο αείμνηστος Πέτρος Κ. Γελασάκης που παραήταν βιαστικός στο μισεμό του, έχει συνδαιτυμόνες του τους Γιάννη Παπαδημητράκη (Χαρκιά) και Μανώλη Μαστρογιωργάκη (Κεραμά). Μακαρίτες και οι τρεις δυστυχώς…
Στο κέντρο, δυο γεροντήδες, ο Τσικνοκωστής με τα μαύρα και δεξιά ο Μανώλης Μιχελογιαννάκης. Κι αυτοί μακαρίτες.
Στο υπερυψωμένο τραπέζι με την πλάτη γυρισμένη είναι ο αείμνηστος Νίκος Σπανάκης (Παπαδόγαμπρος). Αριστερά ο Μιχάλης Εμμ. Καρτσάκης (ο μόνος επιζών!!!) και δεξιά ο αγροφύλακας Κωστής Κοτσιφάκης (Γιαγκουλιού) μακαρίτης κι εκείνος…
Στο γωνιακό τραπέζι κάθεται μονάχος του ένας άλλος καλός συγχωριανός, ο Λουτρακιανός Νικολής Ραπτάκης (Ραφτοπούλας), επίσης μακαρίτης. Στο κεντρικό τραπέζι ένα ζευγάρι τουριστών ερευνούν πρόσωπα και καταστάσεις…
Φωτογραφία: Μανώλης Σπανάκης