Κάτω Βιάννος και Τουρκοκρατία
Απο το 1830 οι Τουρκοαιγύπτιοι άρχισαν να λιγοστεύουν σε όλα τα χωριά της επαρχίας λόγω της δράσης των πολλών Χαΐνηδων
Μετά το 1821 πάλι η Κάτω Βιάννος έδωσε στους αγώνες αξιόλογους άνδρες όπως τους Χαΐνηδες οπλαρχηγούς: Ιωάννη Αγγουράκη, Νικόλαο Αγγουράκη, Νικόλαο Παπαδάκη, Ιωάννη Παπαρουνάκη (Βαβουρανάκη) και άλλους.
Το 1823 στρατοπέδευσε στην Κάτω Βιάννο ο Χασάν Πασάς γαμβρός του Αιγύπτιου Μεχμέτ Αλή Πασσά για περισσότερο από ένα μήνα οπότε κατέστρεψε το χωριό και έσφαξε ή αιχμαλώτισε όλους τους κατοίκους. Το εγκατέλειψε ερειπωμένο επειδή δεν μπορούσε να αντέξει τις καθημερινές επιθέσεις των επαναστατών Χαΐνηδων που με αρχηγούς τον Συμιακό, τον Γουρνιέζο και τον Αλετρά δεν τον άφηναν να ησυχάσει. Εμφανίζεται στις απογραφές της εποχής (1834) χωρίς κανέναν Χριστιανό κάτοικο αλλά μόνο με πολλούς Τούρκους πιθανόν στρατιώτες. Αντίστοιχα στη Μέση υπήρχαν μία Τούρκικη και 4 Χριστιανικές οικογένειες. Για σύγκριση αναφέρω ότι στην πρώτη Τουρκική απογραφή του 1671 για την επιβολή φόρων, οι Χριστιανικές οικογένειες ήταν:
Στην Κάτω Βιάννο: 39 πλούσιοι, 18 μεσαίας τάξης και 2 πτωχοί εργαζόμενοι. (Σύνολο 236 άτομα τουλάχιστον).
Στην Απάνω Μέση: 14 πλούσιοι, 5 μεσαίας τάξης και 1πτωχοί εργαζόμενοι. (Σύνολο 80 άτομα τουλάχιστον).
Στην Κάτω Μέση: 10 πλούσιοι, 4 μεσαίας τάξης και 2 πτωχοί εργαζόμενοι. (Σύνολο 64 άτομα τουλάχιστον).
Ίσως οι κάτοικοι να ήταν περισσότεροι αφού οι παλιοί είχαν πολλά παιδιά και εδώ υπολογίζεται κάθε οικογένεια με δυο παιδιά.
Απο το 1830 οι Τουρκοαιγύπτιοι άρχισαν να λιγοστεύουν από όλα τα χωριά της επαρχίας μας. Οφείλεται στη δράση των πολλών Χαΐνηδων. Αναγκάστηκαν να παραχωρήσουν και ορισμένα προνόμια στους Χριστιανούς όπως τη λειτουργία Σχολείων από τις μονές.
Χαΐνηδες ήταν αρκετοί από την επαρχία μας, όπως ο ξακουστός Συμιακός Χατζηαναγνώστης (Νικόλαος Συγγελάκης) από τη Σύμη που ήταν ο φόβος και ο τρόμος των τούρκων σε όλη την επαρχία, ο Γεώργιος Μιχαλοδημητράκης από τον Κρεββατά, ο Γουρνιέζος, ο Δοριάκης, ο Τσοπάκης και ο Αγαπάκης από τη Βιάννο, ο Αλετράς και πολλοί άλλοι, καθώς και οι Κατωβιαννίτες που αναφέρονται πιο πάνω. Ήταν οι υπερασπιστές και προστάτες των χριστιανών από τους Τούρκους. Τις νύκτες έφευγαν από τα βουνά, που έμεναν αφού τους έψαχναν οι Τούρκοι και πήγαιναν στα χωριά με τους βοηθούς τους. Τα ξεκαθάριζαν από τους Τούρκους που είχαν αδικήσει ή βασανίσει Χριστιανούς, καίγοντας ακόμη και τα σεράγια τους. Πρωτοστατούσαν και οργάνωναν όλες τις μάχες εναντίον των τούρκων σε όλη την Κρήτη. Αργότερα ο Συμιακός έγινε αρχηγός όλων των επαναστατών και των Χαΐνηδων της επαρχίας Ρίζου την οποία εκπροσωπούσε στα πολεμικά συμβούλια.
Οι Κατωβιαννίτες έλαβαν μέρος στη περίφημη μάχη στο Αβδού, του Λασιθίου του 1867 και λίγο αργότερα στη μάχη στο Λάπαθο, οπότε οι Τούρκοι με τον Ομέρ Πασά έκαψαν άλλη μια φορά το χωριό. Ειδικά ο οικισμός της Μέσης ερημώθηκε και ήταν ακατοίκητος για πολλά χρόνια μετά.
Σύμφωνα με την παράδοση στη διάρκεια γάμου, οι Τούρκοι εισέβαλαν στη Πέρα Μέση, που βρισκόταν εκεί που είναι σήμερα η εκκλησία της Παναγίας και έσφαξαν όλο τον κόσμο που γλεντούσε. Άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Την πληροφορία για τον γάμο πήραν από ένα μικρό παιδί που ήταν βοσκάκι. Το βασάνισαν για να μαρτυρήσει και στη συνέχεια το έσφαξαν. Σώθηκε μόνο ένας νέος κάτοικος, με καταγωγή από τα Σφακιά, που καβάλα σε ένα άσπρο (ψαρό) άλογο κατέφυγε στον Χόνδρο και γι’ αυτό ονομάσθηκε Ψαρολογάκης.
Την πράξη αυτή τη συνήθιζαν οι Τούρκοι γενίτσαροι. Ορμούσαν σε γάμους Χριστιανών, και έσφαζαν όλο τον κόσμο. Άφηναν μόνο τη νύφη την οποία έπαιρναν σκλάβα για να ικανοποιούν τις ορέξεις τους.
Ακολούθησαν χρόνια σχετικής ελευθερίας οπότε παραχωρήθηκε άδεια στους Χριστιανούς να έχουν δικό τους καφενείο αλλά στην άκρη του χωριού. Λειτούργησε τότε καφενείο στη θέση Χοντροπέτραδο στην άκρη του δρόμου προς την Άνω Βιάννο. Εδώ κάθε βράδυ ερχόταν ο Γιώργος Παπαδάκης (Παπαδογιώργης) ένας άνδρας ύψους περισσότερο των δύο μέτρων και πολύ χειροδύναμος. Λέγεται ότι όταν η γυναίκα του ήθελε να ζυμώσει κουβαλούσε από τον Καρβουνόλακο τα ξύλα στην πλάτη του με ένα δρομολόγιο. Τον σεβόντουσαν όλοι και τον έτρεμαν οι Τούρκοι.
Οι ενοχλήσεις των γυναικών σταμάτησαν όταν ο Τούρκος κάτοικος του Χόνδρου Μουλά Αλής ενόχλησε μια κοπέλα στα περιβόλια κάπου στην τοποθεσία Πέρδικα. Την άλλη μέρα τα αδέρφια της τον περίμεναν σε μια χαρουπιά στον δρόμο προς τον Χόνδρο, τον χτύπησαν και σκοτώθηκε. Από τότε το δένδρο ονομάστηκε του Μουλά (δ) Αλή η χαρουπιά και υπάρχει και σήμερα.
Αλλά και σε όλες τις μάχες που ακολούθησαν στις Αρχάνες, στη Μεσσαρά και στην ανατολική Κρήτη μέχρι την απελευθέρωση οι κάτοικοι της Κάτω Βιάννου ήταν παρόντες. Σε μάχη του 1875 στου Μπατζίκι τον Πόρο οι Κατωβιαννίτες νίκησαν.
Οπλαρχηγοί από το χωριό με έγγραφο κείμενο που ακολουθεί από το Πρωτόκολλο του Γενικού Αρχηγείου των Ανατολικών Επαρχιών της Κρήτης κατά την Επανάσταση του 1878 ορίστηκαν οι: Ιωάννης Αγγουράκης Νικόλαος Γ. Αγγουράκης, Ιωάννης Παπουρανάκης (Βαβουρανάκης) και Νικόλαος Παπαδάκης.
Τη 7 Μαϊου. Διορισμός οπλαρχηγού Βιάννου τω. Ιωάννη Αγγουράκη.
17 Μαϊου. Διορισμός 500άρχου Κάτω Βιάνου τω Νικ. Γ Αγγουράκη.
17 Μαϊου. Διορισμός 100άρχου Κάτω Βιάνου τω Νικολ. Παπαδάκη.
17 Μαϊου. Διορισμός 200άρχου Κάτω Βιάνου τω Ιωαν Παπουρανάκη (Βαβουρανάκη).
Τη 3 Ιουνίου. Τω Αρχηγώ Ιωάννη Ινιωτάκη και τοις οπλαρχηγοίς Ν. Μανουσάκην, Χαρ. Στειωτάκη και Ιωαν Αγκουράκη, ότι συνεπεία αποφάσεως της Επιτροπής να παραλάβωσι τους στρατιώτας των και να έλθωσιν αυριον εξάπαντως ενταυθα εφωδιασμένοι με φυσέκια και δυο ημερών άρτον, πάσα δε παρακοή καθιστα αυτούς υπευθύνους.
Με την 1388 απόφαση του Συμβουλίου του Ηγεμόνα που δημοσιεύτηκε στο με αριθμό 22/8-4-1904 φύλλο. της Ε.Ε.Κ.Π. τεύχος Γ. ( Επίσημος Εφημερίδα Κρητικής Πολιτείας), αναγνωρίστηκε επίσημα και κατατάχτηκε στους αγωνιστές Β Τάξης κατά των Τούρκων μεταξύ άλλων και ο Αγγουράκης Ιωάννης του Γεωργίου. Ήταν γνωστός με το όνομα Καπετάνιος.
Ο Αγγουράκης γεννήθηκε το 1842 στην Κάτω Βιάννο. Ήταν παντρεμένος με την Άννα Βασιλικογιαννάκη και είχαν πέντε παιδιά. Την Ευγενία, τον Νικόλαο, την Αγγελική, τον Ζαχαρία και την Αργυρώ. Εξ αιτίας του πολέμου πέθανε και άφησε τη γυναίκα του και ορφανά τα ανήλικα παιδιά του. Λόγω της δράσης του, το 1878 διορίστηκε οπλαρχηγός Βιάννου και της επαρχίας Ρίζου με έγγραφο του Γενικού Αρχηγού Ανατολικής Κρήτης που δημοσιεύω παρακάτω.
Ο Νικόλαος Αγγουράκης γεννήθηκε το 1838 στην Κάτω Βιάννο. Σε ηλικία 38 ετών ήταν ήδη οπλαρχηγός Πενακοσίαρχος της επαρχίας μας στην επανάσταση του 1866. Τραυματίστηκε στις μάχες με τους Τούρκους συγκεκριμένα στη θέση «Κουμπί Ιεράπετρας» στις 16 Νοεμβρίου 1868 στο αριστερό πόδι. Μια τουρκική σφαίρα του διαπέρασε το πόδι και του διέλυσε την κνήμη ενώ δημιουργήθηκαν και περισσότερες από δέκα πληγές. Έμεινε ανάπηρος και ανίκανος για εργασία. Έλαβε σχετικό βοήθημα σύμφωνα με την απόφαση 286 της αρμόδιας επιτροπής (ΦΕΚ 69/ 12-9-1902 Επίσημης Εφημερίδας Κρητικής πολιτείας).
Επίσης με την με αριθ. 270/ 14-12-1908 απόφαση της αρμόδιας Επιτροπής αναγνωρίστηκε ο Ρολάκης Νικόλαος αγωνιστής Γ Τάξης. Γεννήθηκε το 1843 και υπήρξε οπλαρχηγός Πενακοσίαρχος κατά την επανάσταση του 1866 στο πλευρό του Μιχαήλ Κόρακα. Επειδή το 1866 δεν είχε γραπτή βεβαίωση διορισμού, κατέθεσαν σχετικά στην αρμόδια Επιτροπή οι αρχηγοί Σπυρίδων Αγαπάκης και Εμμανουήλ Χρηστάκης καθώς και οι Κατωβιαννίτες Νικόλαος Αγγουράκης και Δημήτριος Μανδαλάκης. Έλαβε και βοήθημα κάποια σύνταξη.
Σύμφωνα με πληροφορίες που πήρα από τον Γιώργο Βασιλάκη, ο Ρολάκης έμενε στο σπίτι που έμενε μετά ο εγγονός του Νίκος Ρολάκης ενώ πιο πάνω κατοικούσε ο Αγάς της περιοχής. Ήταν το καλύτερο σπίτι του χωριού αφού είχε δικό του νερό από το πηγάδι που υπάρχει και σήμερα. Όταν έφυγαν οι Τούρκοι πούλησε το σπίτι στον Ρολάκη και σήμερα το έχει ο Βασιλάκης.
Σημαντική ήταν η συμμετοχή του Νικολάου Παπαδάκη από την Κάτω Βιάννο. Με το βαθμό του 100αρχου πήρε μέρος σε πολλές μάχες κατά των Τούρκων όπου και διακρίθηκε. Παράλληλα δημιούργησε πολυμελή οικογένεια με τρεις γιους, το Δημήτρη, το Μύρωνα και το Δράκο που είχε πάρει μέρος στον Ελληνοβουλγαρικό πόλεμο και δυστυχώς ήταν μεταξύ των θυμάτων. Είχε και τρεις θυγατέρες, τη Μαρία, την Ελένη και την Κατερίνα. Τα πάντρεψε και τα αποκατάστησε, δεν πρόλαβε όμως να δει και να χαρεί τα εγγόνια του, που σήμερα διαπρέπουν στην τοπική κοινωνία. Πέθανε σε μικρή σχετικά ηλικία γύρω στο 1920. (Πληροφορίες Νίκος Δ. Παπαδάκης).
Ο Ιωάννης Βαβουρανάκης ήταν οπλαρχηγός Διακοσίαρχος. Ο γενάρχης των Βαβουρανάκηδων του χωριού ήρθε επι Τουρκοκρατίας στο χωριό σαν πολεμιστής από τα Σφακιά από όπου είχε καταγωγή. Παντρεύτηκε και έμεινε στην Κάτω Βιάννο. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες στα Σφακιά και στη μάχη του Λασιθίου καθώς και στις μάχες στην Ανατολική Κρήτη που ακολούθησαν. (Πληροφορίες Χαρ. Βαβουρανάκης).
Οι παραπάνω οπλαρχηγοί με άλλους Κατωβιαννίτες και οπλαρχηγούς από τα άλλα χωριά της Επαρχίας μας, έλαβαν μέρος στις μάχες στις Βρύσες και στο Αβδού, στη μάχη του Λασιθίου, στη μάχη στο Λάπαθο, στους πολέμους του 1878 και στη μάχη της Ιεράπετρας. Γενικός αρχηγός στην Ανατολική Κρήτη ήταν ο Κωνσταντίνος Σφακιανάκης.
Όλος ο ανδρικός πληθυσμός που μπορούσε να σηκώσει όπλα ξεσηκωνόταν οικειοθελώς για την πατρίδα, μέχρι που και ο τελευταίος τούρκος στρατιώτης εγκατέλειψε το νησί μας στις 2 Νοεμβρίου 1898 αν και το νησί εξακολουθούσε να ανήκει στην Οθωμανική Αυτοκρατορία υπό την προστασία των μεγάλων δυνάμεων.
Αργότερα, υπό τον φόβο των Χαίνηδων, οι Τούρκοι εγκαταστάθηκαν στις μεγάλες πόλεις Ηράκλειο και Ιεράπετρα. Μετά το 1900 διατήρησαν απλά τις περιουσίες και ερχόταν στα χωριά μόνο για την συγκομιδή των προϊόντων.
Οι τελευταίοι Μωαμεθανοί έφυγαν το 1923 με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Πούλησαν τότε σε πολύ χαμηλές τιμές τις περιουσίες τους αφού τις κατέστρεψαν και έκαψαν τα περισσότερα δένδρα. Αρκετοί Κατωβιαννίτες τότε αγόρασαν από τους Τούρκους μεγάλες εκτάσεις στον Ψαθά, στους Καψάλους, στον Ξερόκαμπο Βαχού, στη Δέρματο, στου Κασσά, στον Τσούτσουρο και γύρω από το χωριό. Τις περιουσίες αυτές διατηρούν σήμερα οι απόγονοι τους.
Τα γόνιμα εδάφη του χωριού επέστρεψαν πάλι στους Χριστιανούς.
Σήμερα την Τουρκική κατοχή υπενθυμίζουν μόνο τα τοπωνύμια ορισμένων περιοχών και η παλιά βρύση που βρίσκεται στην είσοδο του χωριού από την Άνω Βιάννο και κάτω από τον δρόμο προς Κερατόκαμπο.
*Δημοσιεύτηκε στην "Ηχώ της Βιάννου" σαν μέρος του μεγάλου αφιερώματος στην Ιστορία της Κάτω Βιάννου, από τον κ. Γιώργο Κονδυλάκη