Κάθε Νοέμβριο, το Πολυτεχνείο επιστρέφει σαν παλμός
Μέσα στο πιο βαθύ σκοτάδι γεννήθηκε ένα φως, μια σπίθα που αψήφησε τον άνεμο. Ήταν φωνές νέων ανθρώπων που έσπασαν την παγωνιά του φόβου και έγιναν σύμβολο ελπίδας. Τα βήματά τους αντήχησαν στις αυλές του Πολυτεχνείου και τα τραγούδια τους πέρασαν μέσα από τις σιδερένιες πύλες, ξεχύθηκαν στους δρόμους και έγιναν ποτάμι από όνειρα, ένα ποτάμι που ακόμα κυλά.
Όσα χρόνια κι αν περάσουν, εκείνες οι μέρες φωτίζουν τον δρόμο και μας θυμίζουν πως η Ελπίδα δεν ζητά άδεια, πως η Αξιοπρέπεια δε σκύβει το κεφάλι και πως η Ελευθερία γεννιέται ξανά κάθε φορά που κάποιος υψώνει τη φωνή του για όλους. Εκείνες οι νύχτες του Νοέμβρη εχουν ακόμα άρωμα από βροχή και αίμα. Αίμα από εκείνους που δεν φοβήθηκαν το σκοτάδι, γιατί μέσα τους έκαιγε κάτι πιο δυνατό.
Κάθε Νοέμβριο, εμείς στεκόμαστε με σεβασμό μπροστά στη μνήμη τους όχι σαν θεατές της ιστορίας, αλλά ως συνεχιστές μιας ιδέας που θέλει τον κόσμο πιο αληθινό, πιο ανθρώπινο. Στεκόμαστε μπροστά τους για να συνεχίσουμε εκείνον τον ψίθυρο που έγινε κραυγή και φως. Γιατί η θυσία τους μετουσιώθηκε σε μια ζεστή φλόγα που ακουμπά την καρδιά και μια αγκαλιά που μας ενθαρρύνει να κρατήσουμε ζωντανό τον αγώνα.
Οι φωνές τους ακούγονται ακόμα. Κι ανεβαίνουν στον ουρανό σαν προσευχή - μια προσευχή χωρίς λέξεις, μόνο με το ρίγος της Ελευθερίας. Κι εκεί, μέσα από τις πέτρες του Πολυτεχνείου αναδύονται εικόνες που μας υπενθυμίζουν πως η Ελευθερία δεν είναι σκιά που χάνεται, αλλά σπίθα που περνά από χέρι σε χέρι.
Κάθε Νοέμβριο, το Πολυτεχνείο επιστρέφει σαν παλμός. Δεν είναι μόνο η ανάμνηση όσων έγιναν. Είναι αυτή η περίεργη αίσθηση ότι κάποια από εκείνα τα σκοτάδια δεν έφυγαν πραγματικά. Ίσως άλλαξαν ρούχα, ίσως έμαθαν να μιλούν πιο ήσυχα και να χαμογελούν στις κάμερες. Όμως πίσω απ' την ευγένεια και κάτω απ'τα χαρτιά και τους κανόνες που "προστατεύουν", διακρίνεται ένα σφίξιμο - μια παλιά νοοτροπία που επιμένει να ανασαίνει. Δεν χρειάζεται τανκ για να γίνει αντιληπτή. Αρκεί ο τρόπος που κάποια πράγματα αποσιωπώνται, ο τρόπος που κάποιοι φοβούνται να μιλήσουν. Κι αυτό το "γνώριμο βάρος που πλανάται στον αέρα", εκείνο που κανείς δεν παραδέχεται ανοιχτά, θυμίζει πως καμιά χούντα δεν εξαφανίζεται μαγικά. Απλώς κάποιες φορές αλλάζει μορφή και τρόπο να στέκεται πάνω απ' τα κεφάλια μας.
Η επέτειος αυτή δεν είναι γιορτή. Είναι υπενθύμιση. Όχι μόνο για το τι συνέβη τότε, αλλά για το τι μπορεί να ξανασυμβεί όταν η κοινωνία κοιμάται και όταν η εξουσία συνηθίζει να κινείται σαν να μην οφείλει λογαριασμό σε κανέναν. Το Πολυτεχνείο παραμένει φωνή. Παραμένουν όμως και οι σκιές.
Κάθε Νοέμβριο, δεν έρχεται σαν μνήμη, έρχεται σαν σκιά. Μια σκιά που απλώνεται αργά, σαν ομίχλη που γλιστρά μέσα από χαραμάδες. Κάποιες χαραμάδες δεν έχουν κλείσει. Κάτι μοιάζει με τον παλιό φόβο.
Αλλά η επέτειος γίνεται μια διακοπή στο σκοτάδι. Ενα σημείο που η σιωπή ραγίζει για λίγο και ακούγεται έστω για μια στιγμή, ο ήχος εκείνων που αρνήθηκαν να ζουν γονατισμένοι. Κι αυτή η στιγμή είναι αρκετή για να θυμίσει πόσο εύκολα μπορεί να επιστρέψει το σκοτάδι όταν οι άνθρωποι συνηθίζουν στο ημίφως!...
Αυτές ήταν κάποιες σκόρπιες σκέψεις μου για την αυριανή μέρα..
Μια βαθιά υπόκλιση σε κάθε Ήρωα και κάθε Αγωνιστή που μάχεται με το σκότος στο όνομα της Ελευθερίας!
Κατερίνα Εμμανουέλα Σηφάκη