Θερινό Ηλιοστάσιο και Κλήδονας


Η ηλιολατρεία υπήρξε θρησκευτικό φαινόμενο θεοποίησης του ήλιου από την εμφάνιση του ανθρώπινου γένους στη γη. Η κίνηση του στον ουράνιο χώρο έφερνε την αλλαγή των εποχών επηρεάζοντας έτσι τη ζωή και τις δραστηριότητες των ανθρώπων.
Παρακολουθούσαν λοιπόν με δέος την κίνηση του ουράνιου αστέρα στον ουρανό κι αναλόγως θέσπισαν γιορταστικά δρώμενα για τον ζωοδότη θεό ήλιο.
Οι ισημερίες και τα ηλιοστάσια ήταν σταθμοί μεγίστης σπουδαιότητας για τους Έλληνες.
Θερινό ηλιοστάσιο ονομάζεται η χρονική στιγμή κατά την οποία ο άξονα της γης φαίνεται στραμμένος όσο γίνεται περισσότερο προς τον ήλιο.
Η λέξη “ηλιοστάσιο” προέρχεται από τα “ήλιος“ και “στέκομαι”, επειδή λίγες μέρες πριν ή μετά το ηλιοστάσιο ο ήλιος επιβραδύνει την κίνησή του προς τα βόρεια μέχρι που την ημέρα της τροπής η κίνηση μηδενίζεται και αλλάζει φορά. Γι’ αυτό τον λόγο το ηλιοστάσιο λέγεται και ηλιοτρόπιο ή λιοτρόπι όπως το λέει ο απλός λαός.
Στην αρχαία Αθήνα, το αθηναϊκό ημερολόγιο είχε σαν αφετηρία την πρώτη σελήνη μετά το θερινό ηλιοστάσιο. Στη διάρκεια αυτού του μήνα τελούνταν οι Ολυμπιακοί αγώνες. Οι Σπαρτιάτες και οι υπόλοιποι Δωριείς γιόρταζαν τα Υακίνθεια προς τιμή του Υάκινθου του νεαρού προστατευόμενου του Απόλλωνα που άθελά του σκότωσε ο θεός κτυπώντας τον με τον δίσκο του. Οι Λακεδαιμόνιοι διέκοπταν ακόμη και τις εκστρατείες για να λάβουν μέρος στις εορτές αυτές.
Όλες οι γιορτές των αρχαίων λαών κατά το θερινό ηλιοστάσιο ήταν γιορτές ερωτικής μανίας και προβλέψεων. Ήταν η νύχτα η γεμάτη μάγια που οι νέοι και οι νέες προσπαθούσαν να μαντέψουν ερωτικά σημάδια και πηδούσαν πάνω από τις ιερές φωτιές που άναβαν σε κάθε γειτονιά. Αντίστοιχα πίστευαν ότι τα σπαρτά θα ψήλωναν τόσο, όσο ψηλά πηδούσαν τα ζευγάρια.
Στη σύγχρονη Ελλάδα το θερινό ηλιοστάσιο (εντελώς τυχαία) συμπίπτει με την εορτή της γέννησης του Ιωάννου του Προδρόμου. Η πανάρχαια αυτή γιορτή τελείται σήμερα τόσο με τις φωτιές του Άι- Γιάννη όσο και με τις πανάρχαιες μαντικές πράξεις, όπως αυτές του Κλήδονα με των διαφόρων μορφών μαντείες, όπου οι ανύπαντρες κοπέλες προσπαθούν να μαντέψουν τον μελλοντικό τους σύζυγο. Η ονομασία του Κλήδονα προέρχεται από την αρχαία λέξη «κληδών», που σημαίνει τον προφητικό οιωνό. Τα εθιμοτυπικά του Κλήδονα ξεσηκωμένα και προσαρμοσμένα γιορτάζονται και σήμερα:
Δύο κοπέλες κρατώντας μιαν πήλινη στάμνα ξεκινούν να φέρουν «το αμίλητο νερό» από μια μακρινή πηγή. Αν καταφέρουν ξεφεύγοντας τα πειράγματα και τις παραπλανητικές ερωτήσεις να κρατήσουν το στόμα τους κλειστό φέρνουν την πήλινη τη στάμνα με το αμίλητο νερό σε μιαν απλόχωρη αυλή κι όλοι με την σειρά ρίχνουν μέσα τα «κληδονικά». Τα κληδονικά είναι κυρίως φρούτα, μα και λουλούδια, και διάφορα άλλα μικροαντικείμενα, σε απεριόριστο αριθμό μέχρι να γεμίσει η στάμνα. Για να ξεχωρίζουν τα φρούτα χαράζουν πάνω τους ονόματα, σχέδια, γραμμές κι ό,τι άλλο. Τα αντικείμενα και φρούτα είναι μελετημένα για κάποιο άτομο. Στολίζουν αμέσως μετά τη στάμνα σαν καλλονή με δαντέλες, κολιέ και λουλούδια, σκεπάζουν το στόμιο με ένα κόκκινο τεντωμένο ρούχο και το κλειδώνουν με ένα κλειδί που το αφήνουν πάνω στο κόκκινο πανί. Ανεβάζουν τη λαμπροστολισμένη στάμνα στο δώμα για «να ξωμείνει στο φεγγάρι, να την ξενυχτίσουν τ’ άστρα. Να αστρονομηθεί».
(Όλα μαρτυρούν μνήμες από αρχαία ελληνικά δρώμενα. Το σφράγισμα, η παραμονή στο σεληνόφως, η μαγεία της μεγάλης θεάς της Φεγγαροθεάς, όλα αναβίωση εξαφανισθέντων αρχαιοελληνικών εθίμων).
Ύστερα απ’ όλα αυτά ο Κλήδονας θα είναι έτοιμος ξημερώνοντας η άλλη μέρα να μαρτυρήσει τα μυστικά του. Αφού τελέψουν όλα αυτά κινούν να συνεχίσουν αλλού το γλέντι. Την ώρα που οι κοπελιές ασχολούνται με τα του Κλήδονα, τα αγόρια ρίχνοντας στην πυρά τα λουλουδένια πρωτομαγιάτικα στεφάνια, ανάβουν τις φωτιές στις γειτονιές. Οι φωτιές φουντωμένες καταβροχθίζουν τα αποξηραμένα στεφάνια και πάνω από τις φωτιές πηδούν όλοι τρεις φορές, ακόμη και μανάδες με παιδιά στην αγκαλιά. Τρεις φορές πρέπει, έτσι λένε οι νόμοι. Άγραφοι νόμοι απομεινάρια μιας εποχής που όλα μιλούσαν ελληνικά. Ο αριθμός τρία είναι ιερός και το πέρασμα από τις μαγικές φλόγες έχει σκοπό την κάθαρση, όπως πίστευαν όλοι οι αρχαίοι λαοί. Πηδώντας τις εξαγνιστικές πυρές καίγονται, λένε, οι παλιές έγνοιες και το κακό εξοστρακίζεται και παίρνουν νέα δύναμη, υγεία, χαρά και προπαντός τύχη. Και τα περίεργα κι ανερμήνευτα δεν σταματούν εδώ.
*Αποβραδίς του Κλήδονα σπέρνουν σπόρους σε ένα σταυροδρόμι, λέγοντας μια μαγική φράση. Το παλληκάρι που στο όνειρο θα βοηθήσει στον θερισμό, θα είναι το τυχερό τους.
*Κοσκινίζουν στάχτη πίσω από την πόρτα. Το πρωί γνωρίζουν αν ο άνδρας που θα παντρευτούν θα είναι γεωργός, κυνηγός, κτηνοτρόφος ή γραμματιζούμενος, αν τα σχήματα στη στάχτη μοιάζουν με αλέτρι, ψάρι, πουλί, γράμμα, κλπ.
*Τρώνε πριν τον ύπνο μια πίτα πολύ μα πολύ αλμυρή κι όποιος γενναιόδωρος νέος τις ξεδιψάσει θα είναι ο μέλλων σύζυγος.
*Τα μεσάνυχτα οι κοπέλες στήνονται ολόγυμνες μπροστά σε έναν καθρέπτη που έχουν σκεπάσει αποβραδίς με ένα κόκκινο πανί κι αυτός αφού ξεσκεπαστεί θα τους δείξει να παντρευτούν ή θα μείνουν στο ράφι. Την επομένη όλο το χωριό στην πλατεία περιμένει να ακούσει τα μελλούμενα.
*Ανοίξετε τον Κλήδονα
στου Άι Γιαννιού τη χάρη
κι απού χει μήλο κόκκινο ας έρθει να το πάρει.
Ακουγόταν η πρώτη μαντινάδα για να ακολουθήσουν κι άλλες ερωτικές μα και πειρακτικές. Ένα μικρό παιδάκι (όχι ορφανό) ανασύρει μετά από την τραγουδιστή μαντινάδα ό,τι πιάσει το χέρι του. Το σημαδεμένο αντικείμενο δίνεται στην κάτοχο με χαρές και γέλια. Η μαντινάδα ερμηνευόμενη δείχνει την πορεία του ριζικού της κοπελιάς. Τα μαντέματα όμως δε σταματούν εδώ. Πρέπει να μάθουν και το όνομα του μέλλοντος συζύγου. Με το στόμα γεμάτο νερό τριγυρνούν καταμεσήμερο όλες τις γειτονιές και το όνομα που θα ακούσουν πρώτο, αυτό θα ήταν το όνομά του. Ούτε όμως εδώ σταματούσε το μάντεμα. Έπρεπε να δουν και το πρόσωπο του άνδρα που τους επιφύλασσε το ριζικό τους. Έριχναν λοιπόν το νερό του Κλήδονα μεσάνυχτα και κάτι σε ένα πηγάδι με πόσιμο νερό και μία – μία κοίταζαν στο ρυτίδιασμα του νερού να ζωγραφίζεται το πρόσωπο, που σχεδόν πάντα ήταν το ποθούμενο.
Κι όλα αυτά τα δρώμενα (παγανιστικά τα ονομάζουν οι εχθροί του Ελληνισμού) ποτέ δεν ερμηνεύτηκαν, ποτέ δεν αποκαλύφτηκαν στους Έλληνες οι πηγές τους.
Όμως κάθε χρόνο όλο και πιο πολύ, όλο και περισσότερο, ουράνιες δυνάμεις αναταράσσουν τις μνήμες και αποδιώχνουν τη νάρκη την επιβληθείσα από δήθεν θεόπνευστες θρησκείες.
*Η Ελένη Μανιωράκη είναι δασκάλα, λογοτέχνις