Το χρονικό των γεγονότων στη Βιάννο την περίοδο 1940-1945


Η ιστορία έχει κι αυτή την ιστορία της. Κάθε μήνυμα που παίρνομε, μορφώνει τη μνήμη μας και μορφώνεται στην εγγραφή του.
Είναι νόμος αυτός της φύσης, της τέχνης και της κοινωνίας μας. Αυτές τις μέρες έρχονται ηχηρά τα μηνύματα από τη Βιάννο του Σεπτέμβρη του 1943 να σμίξουν με όμοιά τους σημερινά και παλιότερα, να σμίξουν τις σημερνές αγωνίες και όνειρά μας με την ιστορία μας.
Αυτές, τις μέρες τελούμε το 41ο μεταπολεμικό Μνημόσυνο των 461 νεκρών που άφησαν οι Ναζί και οι Φασίστες στη Βιάννο πριν από 76 χρόνια. Είναι το 41ο δημόσιο μνημόσυνο με την παρουσία της επίσημης Ελληνικής πολιτείας. Μέχρι το 1978, αντί για λόγους επιμνημόσυνους, «ακουγόταν» μια «σκληρή» σιωπή στο χώρο αυτό της μνήμης και ένα ηχηρό ερώτημα διέπνεε την ιστορία μας, του καθενός μας, και όλων μας: Γιατί 35 χρόνια σιωπής της πολιτείας μπροστά στην ιστορία των προγόνων μας; Γιατί αυτά τα 35 χρόνια κρατικής σιωπής για έναν αγώνα για τη λευτεριά που διδάσκει και μας κάνει περήφανους;
Η απάντηση είναι αποτυπωμένη στις μνήμες και στο λόγο αυτών που την έζησαν. Διάλεξα τέσσερα διακριτά μνημόσυνα-μηνύματα των νεκρών μας- για να τα πω στους νεώτερους και να θυμηθούμε όσοι τη ζήσαμε αυτή τη σιωπή. Ένα, από την κατάρρευση του μετώπου στα βόρεια σύνορά μας, ένα άλλο από τη Μάχη της Κρήτης, ένα από ’δω, από τον τόπο αυτό της επαρχίας της Βιάννου του πολέμου κι ένα τελευταίο, από την απελευθέρωση της Κρήτης. Παντού Βιαννίτες έδωσαν το παρών σαν όλους τους Έλληνες, ένα παρών σεμνό, μεστό, γόνιμο, αντρίκιο, διαχρονικά δωρικό και διεθνικά δόκιμο.
Θα δούμε πώς, τα κοινά των τεσσάρων αυτών μηνυμάτων των Βιαννιτών, ταιριάζουν για να βγουν κάποια χρήσιμα, διαχρονικά συμπεράσματα και μια απάντηση στο ερώτημά μας.
- 1) Η κατάρρευση του Μετώπου
Η νικηφόρα πορεία του Ελληνικού στρατού στα Βόρεια σύνορά μας τελειώνει όταν τελειώνουν οι σφαίρες τους. Οι στρατιώτες αφοπλίζονται και οι γενναιότεροι δολοφονούνται από τους Ναζί όταν παραδίδονται άσφαιροι. Οι Βρετανοί που βρίσκονταν στην Ελλάδα, ούτε ντουφεκιά δεν έριξαν στο μέτωπο, παρά τις «αμυντικές συνθήκες» που είχαν με το καθεστώς του Μεταξά και τις υποχρεώσεις τους να συστρατευτούν εναντίον κάθε απειλής. Ο ηρωισμός των Ελλήνων για την αποτροπή της εισβολής δυο αυτοκρατοριών πετιέται στα σκουπίδια μετά τη χρήση του από τους συμμάχους. Βασιλιάς και κυβέρνηση, προτού πέσει και η τελευταία ντουφεκιά στο μέτωπο, ετοιμάζονται να φύγουν κι αφήνουν στρατό και λαό άσφαιρους στο έλεος των εισβολέων για να βρουν σιγουριά και καλοπέραση στους Βρετανούς προστάτες τους στη Μέση Ανατολή.
Η 5η Μεραρχία Κρητών αφοπλίζεται και διαλύεται, χάνει περισσότερους στρατιώτες της στο δρόμο του γυρισμού προς την Κρήτη απ’ όσους στο μέτωπο. Πολλοί είναι οι Βιαννίτες που χάθηκαν τότε.
- 2) Η Μάχη της Κρήτης
Στις 19 του Μάη αρχίζει η μάχη και το βράδυ της 20ής του Μάη του ’41, 1800 αλεξιπτωτιστές είναι νεκροί, κυρίως από άοπλους πολίτες, που τους σφάζουν με ότι βρίσκουν μπροστά τους, μαχαίρια εργαλεία και πέτρες. Η ορμή των Κρητικών, ακόμη και των κοριτσιών και των γυναικών τρομάζει τους Γερμανούς αλλά και τους συμμάχους. Παρ’ όλη αυτή την ορμή, ρητές ήταν οι διαταγές της κυβέρνησης «να μην δοθούν όπλα σε Έλληνες πολίτες και να μείνουν στις φυλακές οι πολιτικοί κρατούμενοι που ζήτησαν να πολεμήσουν».
Λίγο πριν οι Γερμανοί παραδεχτούν την ήττα τους στην Κρήτη, ένας έμπειρος Νεοζηλανδός συνταγματάρχης, υπερασπιστής του αεροδρομίου του Μάλεμε, εγκαταλείπει το ύψωμα 107, απέναντι από το αεροδρόμιο, αφήνοντάς το στα χέρια ελάχιστων εξουθενωμένων αλεξιπτωτιστών που γλύτωσαν από τους Κρητικούς. Το αεροδρόμιο ανοίγει και αποβιβάζονται χιλιάδες Γερμανοί, τους οποίους αντιμετωπίζουν σχεδόν μόνοι τους πια οι Έλληνες, ενώ οι Βρετανοί υποχωρούν. 11χιλιάδες αιχμαλωτίζονται και οι υπόλοιποι φεύγουν με τα πλοία τους, αφήνοντας περίπου 1.000 στρατιώτες στα φιλόξενα Κρητικά βουνά να τους ταΐζουν και να τους προστατεύουν οι Κρητικοί. Στις 31 του Μάη οι Γερμανοί σηκώνουν τις σημαίες τους στην Κρήτη.
- 3) Η Βιάννος, η Αχίλλεια ασπίδα της Κρήτης
Με την εισβολή των Ναζιστών και Φασιστών στην Κρήτη, ένα δίκτυο οργανώσεων της Κρητικής Εθνικής Επαναστατικής Επιτροπής ΚΕΕΕ εκρήγνυται, με προσωπική πρωτοβουλία του Ταγματάρχη Ραπτόπουλου από τη Βιάννο, ενώ το Παγκρήτιο Αντιστασιακό Μέτωπο (ΠΑΜ ) ιδρύεται από ομάδα Κομμουνιστών και άλλων ανταρτών που σχημάτισαν ένοπλα σώματα κατά τη μάχη της Κρήτης. Το ΠΑΜ διοικείται από πολυκομματική επιτροπή και καπετάνιους με εκπρόσωπο του ΚΚΕ τον Νίκο Μανουσάκη από το Βαχό της Βιάννου σε επίπεδο περιφέρειας Κρήτης, και τον καπετάνιο Μανώλη Μπαντουβά, συνεργάτη των Άγγλων από τις Ασίτες που δεν αργεί να αναλάβει την αρχηγεία των ανταρτών του ΠΑΜ το οποίο εντάσσεται στο Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο, το ΕΑΜ, όταν αυτό ιδρύεται το Σεπτέμβρη του ’41 στην Αθήνα και δημιουργεί την Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων, την ΕΠΟΝ στις 23 Φλεβάρη και τον Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό, τον ΕΛΑΣ.
Αρχές του Ιούλη του ’41, ο Βιαννίτης Ραπτόπουλος και ο Βαχουδιανός Μανουσάκης, έχοντας ήδη ο καθένας ανεξάρτητα κινηθεί, ξεκινούν ενωτικά την αντίσταση από τη Βιάννο. Γρήγορα και προσεκτικά, ξεσηκώνουν και οργανώνουν σχεδόν όλα τα χωριά και τις πόλεις της Κρήτης, σε έναν κοινωνικό ιστό ικανό να αντέχει τις στερήσεις, τις επιθέσεις, τις δολοφονίες και τις κλοπές από τους εισβολείς. Αντέχει και βάζει μπρος την αντίσταση για τη λευτεριά λειτουργώντας τα σχολεία σε ύψιστο βαθμό εκπαιδευτικής ετοιμότητας και απόδοσης.
Από το Γενάρη του 1943 οι Βιαννίτες υποστηρίζουν και το ΕΑΜικό αντάρτικο, υπό τον Μανώλη Μπαντουβά, που εγκαθίσταται στα Βιαννίτικα Βουνά έχοντας μαζί του και τον καπετάνιο Γιάννη Ποδιά. Οι Βιαννίτες και οι Βιαννίτισσες οργανώνονται στη μεγάλη τους πλειοψηφία στο ΕΑΜ.
Το καλοκαίρι του ’43 έχει ήδη καλλιεργηθεί η φήμη της συμμαχικής απόβασης στις Βιαννίτικες παραλίες. Ο καπετάν Μανώλης Μπαντουβάς φαίνεται να περιμένει πως, οι Άγγλοι, θα κάμουν απόβαση στην Κρήτη και μερικοί ενθουσιάζονται, ενώ στη Βιάννο αμφισβητείται έντονα από το ΕΑΜ μια τέτοια προοπτική. Τρία αεροπλάνα ρίχνουν εφόδια στον Ομαλό για 80 αντάρτες και ο Μανώλης Μπαντουβάς δηλώνει ότι δεν ανήκει πλέον στο ΕΑΜ αλλά ηγείται μιας νέας οργάνωσης, των ελευθέρων σκοπευτών. Οι δεσμοί που είχαν αναπτυχθεί μεταξύ των ανταρτών ραγίζουν και προχωρεί η διάσπαση του αντάρτικου.
Μετά το φόνο των δύο από τους τρείς Γερμανούς του φυλακίου της Κάτω Σύμης από ελεύθερους σκοπευτές, κατ’ εντολήν του Μανώλη Μπαντουβά, ένας λόχος της Βέρμαχτ φτάνει στην περιοχή του Πεύκου και της Σύμης έχοντας συλλάβει 13 μεσοχωριανούς προτάσσοντάς τους προκλητικά ως ζωντανή ασπίδα. Αντάρτες παίρνουν μέρος σε ενέδρα στην χαράδρα πριν από την κάτω Σύμη, για να ελευθερώσουν τους 13 ομήρους που κρατούσαν οι Γερμανοί, και σκοτώνουν πολλούς Γερμανούς και πιάνουν αιχμάλωτους 12. Η απορία για την απερισκεψία των έμπειρων Ναζί ορεινών κυνηγών να μπουν σ’ αυτή τη χαράδρα ας είναι αντικείμενο μελέτης των ιστορικών ερευνητών.
Αυτή ήταν η από τον Γερμανό Φρούραρχο ζητούμενη αφορμή της προαναγγελθείσας μαζικής δολοφονίας των κατοίκων των χωριών και των καταστροφών που ακολούθησαν.
Τα νούμερα: 401 φόνοι, 1100 κατοικίες ξεθεμελιωμένες, 2.000 άνθρωποι άστεγοι, είναι νούμερα. Κάθε άνθρωπος είναι και μια ιστορία όπως και κάθε σπίτι και κάθε κλεμμένο αντικείμενο, κάθε καμένο παιχνιδάκι.
Οι Άγγλοι ουδέποτε παραδέχτηκαν πως έδωσαν εντολές για το φόνο των δύο Γερμανών, ενώ την ευθύνη για τη μάχη της Σύμης την παίρνουν συλλογικά όλοι οι αντάρτες που πολέμησαν εκεί. Το τοπικό ΕΑΜ στάθηκε αντίθετο, ιδιαίτερα με το φόνο των Γερμανών στρατιωτών στη Σύμη.
Μετά από αυτά, ο Μανώλης Μπαντουβάς εγκαταλείπει τα Βιαννίτικα λημέρια και φεύγει κι αυτός στο Κάιρο για να ξαναγυρίσει στο τέλος του πολέμου δίπλα πάντα στους Άγγλους.
Ο Χειμώνας του ’43-’44 ήταν δύσκολος στα καμένα χωριά. Άστεγες χήρες, μάνες με πολλά παιδιά, φτάνουν στα όρια της δύναμής τους. Ζητιάνες στα γύρω χωριά μαυροφορεμένες… Ο χρόνος επούλωσε πληγές σιγά-σιγά, μα οι μνήμες είναι βαθιά χαραγμένες και η πείνα σκεπάζει κάθε συναίσθημα. Τα πρόσωπά τους θα μείνουν αξέχαστα. Λόγος τους ένα χαμόγελο γεμάτο σεμνή, περήφανη σιγουριά που ακόμη ζει στα πρόσωπα των παιδιών τους, των εγγονιών και των δισέγγονών τους να στολίζει τον κόσμο.
Οι εναπομείναντες αντάρτες μένουν χωρίς εφόδια και ο Γιάννης Ποδιάς, μέχρι πριν λίγο δεύτερος καπετάνιος του ΕΑΜ, υπό τον καπετάν Μανώλη Μπαντουβά, παίρνει τους πιστούς ΕΑΜίτες αντάρτες και πάει προς τον Ψηλορείτη για να συνεχίσει εκεί τον αγώνα κατά του ναζισμού στις γραμμές του ΕΛΑΣ με άλλους συναγωνιστές που πυκνώνουν τις γραμμές του.
Ήταν μια μεγάλη ήττα για την αντίσταση. Μια ήττα όμως, που δεν λύγισε τους βαθειά πληγωμένους Βιαννίτες. Θάψανε τους νεκρούς τους σκεπάζοντάς τους όπως μπορούσαν για να μην τους φάνε τα όρνια. Μετά πέσανε με τα μούτρα στη βιοπάλη. Τα χωριά τα καμένα εγκαταλείφτηκαν, μα τα σχολεία λειτούργησαν, οι εκκλησίες το ίδιο κι οι άντρες που σώθηκαν, με θέληση ατσάλινη πήραν τις θέσεις τους εκεί που η συνείδησή τους, τους καλούσε. Πρόλαβαν κι έσπειραν κι έκαμαν όσες αγροτικές δουλειές μπορούσαν μα το λημέρι, στο αόρι, τους περίμενε.
Μια μάνα, χήρα μοναχή στο καταχείμωνο νανούριζε το γιο της:
Κοιμήσου παλικάρι μου
με το σπαθί σου αγκάλη
κοιμήσου και ξανοίγω σε
η νύχτα μη σε πάρει
Εσύ θα φύγεις στα βουνά
παληκαράς κι αντάρτης
κι εγώ θα σου κρατώ ’παέ
ώσπου να πάς και να ’ρθεις
Το ΕΑΜ της Κρήτης, ιδρύει τον ΕΛΑΣ στα ίχνη της 5ης Μεραρχίας Κρητών και μάλιστα, για το Ηράκλειο και το Λασίθι το 43ο Σύνταγμα. Ο νεαρός λοχαγός από το Κεφαλοβρύσι, ο Γιάννης Κοντάκης, αναλαμβάνει τη στρατιωτική εκπαίδευση. Με όπλα κρυμμένα από τη Μάχη της Κρήτης, μα και με όπλα που αφαιρέθηκαν από τους Ιταλούς του στρατηγού Κάρτα, σε λίγους μήνες αναπτύσσεται μια εκπαιδευμένη διλοχία, περίπου 220 στρατιωτών του ΕΛΑΣ. Τα χωριά που δεν κάηκαν στέλνουν εφόδια παρά τη φτώχεια. Το δέσιμο που επικρατεί μεταξύ των ανθρώπων δύσκολα περιγράφεται. Όχι μόνο καταφέρνουν να επιζήσουν, τα παιδιά, αετόπουλα πια, πάνε στο σχολειό, τρώνε στα συσσίτια, τραγουδούνε, παίζουνε και χτίζουνε στα ερείπια τα όνειρά τους.
Στα τέλη του Αυγούστου του ’44, 350 ΕΛΑΣίτες στρατιώτες από την Επαρχία Βιάννου οι περισσότεροι, συντάσσονται σε τάγμα με τον απόστρατο ταγματάρχη από την καμένη Κάτω Σύμη, τον Δημήτριο Μανουσάκη. Καπετάνιος του τάγματος ο Μιχάλης Σαμαρίτης. Λοχαγοί, ο Λεωνίδας Πηγιάκης από τους Μύθους, και δυο άλλοι αξιωματικοί. Ο Γιάννης Κοντάκης διοικητής της μοίρας πολυβόλων. Μαζί τους ο στρατιωτικός Γιατρός Γιώργος Παπαμαστοράκης (ο Γερουλάνος), λόγιος ευπατρίδης, σεβαστός απ’ όλους. Μαζί με τους στρατιώτες, μια ομάδα Γυναικών νοσοκόμων και διασωστριών εκπαιδευμένων από το Γερουλάνο, τη Μαρία Κόμη τη μαία, και τη φοιτήτρια της φαρμακευτικής, την Κυριακή Παπαμαστοράκη. Η κόρη του Ραπτόπουλου, η Αταλάντη, και πολλές ΕΠΟΝίτισες των Βιαννίτικων χωριών έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην πορεία του 43ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ.
- 4) Η Απελευθέρωση
Στις 3 Νοεμβρίου του 1944 έφυγε ο τελευταίος εισβολέας στρατιώτης από την Ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά πλην της Μήλου και της Κρήτης. Στην Κρήτη και στη Μήλο τα σχέδια των Άγγλων ήταν διαφορετικά από την υπόλοιπη Ελλάδα.
Ο ΕΛΑΣ σε μια σειρά αψιμαχιών απελευθερώνει τα χωριά της Βιάννου και το αεροδρόμιο του Καστελιού, απ’ όπου οπλίζεται και αυξάνει τη δύναμή του, μέχρι το Ηράκλειο και σώζει το λιμάνι που είχαν γεμίσει δυναμίτες οι Γερμανοί. Κρίσιμη η Μάχη του Μαραθίτη με επιτιθέμενους τους Γερμανούς στον ΕΛΑΣ. Είδαν πως δεν τους έπαιρνε να κρατήσουν το Ηράκλειο και θα πάθαιναν πολλά αν ανατίναζαν το λιμάνι. Έτσι στις 11 Οκτώβρη του ’44 έφυγαν. Στις 13 του Οκτώβρη εγκαταλείπουν το Ρέθυμνο και υποχωρούν μέχρι τα Χανιά όπου 15.000 περίπου Γερμανοί και 5.000 Μελανοχίτωνες Ιταλοί ταμπουρώνονται στην λεγόμενη οχυρά θέση της Κρήτης στα τέλη Οκτώβρη του ’44.
Εκεί στα Βόρεια παράλια του Νομού Χανίων παραμένουν μέχρι τις αρχές του Ιούλη του 1945 επί 7 μήνες κατά τους οποίους η υπόλοιπη Ελλάδα έχει απελευθερωθεί. Στους μήνες αυτούς 70 Χανιώτες σκοτώνονται από Γερμανικές σφαίρες, τρομοκρατία, ληστείες και εξορμήσεις προς ελεύθερες από τον ΕΛΑΣ περιοχές με κορύφωση τη μεγάλη μάχη της Παναγιάς από την οποία οι Γερμανοί φεύγουν με δεκάδες νεκρούς αποφασισμένοι να μην το ξανακάμουν. Το καθεστώς της παραμονής τους σκιαγραφείται με ένα γεγονός από τον ιππότη των γραμμάτων και των Τεχνών της Γαλλικής κυβέρνησης και του Βρετανικού στέμματος, τον πολυβραβευμένο συγγραφέα Sir Anthony Beevor με τα λόγια:
«…Τη βραδιά της μυστικής συνθηκολόγησης του Benthag στην Κνωσό, Βρετανοί αξιωματικοί στην περιοχή των Χανίων όπως ο Ciclitira και ο Stanley, και ο Verney, μπήκαν στην πόλη. Με μια εντελώς ασυνήθιστο κίνηση, διοργάνωσαν γλέντι σ’ ένα καφενείο και κάλεσαν τους Γερμανούς αξιωματικούς- οι οποίοι τόσον καιρό προσπαθούσαν να ανακαλύψουν τα ίχνη τους – πριν αυτοί διασκορπιστούν μετά την αιχμαλωσία τους. Η ιδέα να συστηθούν με την κωδική ονομασία τους αλλά και με το πραγματικό όνομα τους ασκούσε μια ιδιαίτερη γοητεία. Η Γερμανική φρουρά τους προμήθευσε μια ορχήστρα τζαζ. Μεταξύ των παρευρισκομένων βρίσκονταν και μερικοί από τους πιο μισητούς ανάμεσα στους κατακτητές. Ο λοχαγός Hebert Gebin της Feldgendarmerie, ο Sonderfurer Emil Grohman .... (O πολύ γνωστός στους Βιαννίτες) Schubert αν και λεγόταν πως ήταν στα Χανιά, δεν ήτανε παρών όπως δεν ήτανε παρόντα και τα μέλη της Ge.Sta.Po. που είχαν φύγει το Σεπτέμβριο του 44.
Την επόμενη το πρωί οι Βρετανοί αυτοί έπαιρναν μέρος στις εκδηλώσεις απελευθέρωσης των Χανίων»… (Από το βιβλίο του Beevor «Κρήτη, μάχη και αντίσταση» Γκοβόστη 1991).
Στο διάστημα της λειτουργίας της λεγόμενης οχυράς θέσης της Κρήτης, οι Γερμανοί, συμβεβλημένοι με τους Άγγλους, υψώνουν κανονικά την σημαία τους, έχουν όλο τον οπλισμό τους, βαρύ και ελαφρύ και έχουν καταλάβει όλα τα σχολεία των Χανίων που δεν λειτούργησαν καθόλου τη χρονιά αυτή, 1944-45, με όλο το τεράστιο κόστος που συνεπάγεται αυτό. Στις 8 του Μάη του 1945 υπογράφεται η συνθηκολόγηση της Γερμανίας με τους συμμάχους, άνευ όρων. Στα Χανιά όμως οι Άγγλοι νιώθουν ανασφαλείς μπροστά στην 5η Μεραρχία του ΕΛΑΣ που έχει περικυκλώσει την πόλη των Χανίων και κρατάνε τους Γερμανούς παρέα, καθώς και τους φίλους τους, τους ελεύθερους σκοπευτές, οι οποίοι έχουν φτιάξει την Εθνική Οργάνωση Κρήτης, την ΕΟΚ. Οι ρόλοι των ΕΟΚ, Άγγλων και Γερμανών είναι φαινομενικά χαοτικοί, οι πρώην σχέσεις τους αλλάζουν ριζικά και αναδύονται νέες. Όταν οι Άγγλοι ένιωσαν αρκετά ασφαλείς... απελευθερώνουν τους Γερμανούς από τα καθήκοντά τους και οι Γερμανοί αφήνουν τα όπλα τους στους Άγγλους και φεύγουν τέλη Μάη και αρχές Ιούνη κουβαλώντας υπό τα βλέμματα των Εγγλέζων και των συνεργατών τους που τώρα συνεργάζονται με τους Εγγλέζους όλο το πλιάτσικο που είχαν κάμει όσο λυμαίνονταν την Κρήτη.
Είδαμε τέσσερα μηνύματα από τη περίοδο 1940-1945 που υφαίνουνε αδρά τον κοινωνικό ιστό των Βιαννιτών. Τέσσερα μηνύματα που συνδέονται με δυο ερωτήματα:
- 1ο ερώτημα: Τι κοινό έχει η Άμυνα στα Βόρεια σύνορά μας, η Μάχη της Κρήτης, το αντάρτικο και η απελευθέρωση μας;
Το κοινό όλων αυτών των περιόδων είναι ο φόβος των κρατούντων προς τον Ελληνικό λαό τον οποίο κυριολεκτικά χρησιμοποιούν για τα συμφέροντά τους φοβούμενοι να δουν ανεξέλεγκτα από αυτούς όπλα στα χέρια του. Απέτρεψαν κάθε ενωτική προσπάθεια και, τελικά, συνετάχθησαν ακόμη και με τον κοινό εχθρό, τους Ναζί, για να επιβάλλουν ό,τι κοινό με αυτούς είχαν και εκφράστηκε στην συνέχεια με διώξεις και φόνους όσων αγωνίστηκαν για την ελευθερία, όπως έγινε και μετά την επανάσταση του 1821 με τη φυλάκιση και την εξόντωση των αγωνιστών και την επικράτηση των εκμεταλλευτών του Ελληνικού Λαού.
Η εξέλιξη της Ευρώπης στιγματίζεται με την Ελληνική μεταπολεμική ιστορία, την εισβολή των Αγγλικών στρατευμάτων και όσα επακολούθησαν με τις διώξεις των αγωνιστών και την επιβολή της αμερικανοκίνητης επταετούς δικτατορίας. Η διαρροή του οικονομικά ενεργού πληθυσμού από την Ελλάδα, που δεν κατάφεραν οι Ναζί να πετύχουν, επετεύχθη με τους εργάτες που παράτησαν τα ερείπια των χωριών τους και τη γη τους για να πάνε να χτίσουν τη Γερμανία την Αμερική και την Αυστραλία δουλεύοντας στα εργοστάσια, τις οικοδομές και τα Πανεπιστήμιά τους. Είναι πολλά εκατομμύρια οι Έλληνες μετανάστες ...
Η διαρροή αυτή συνεχίζεται και εντείνεται τα τελευταία χρόνια, ως σύμπτωμα της καλλιεργημένης οικονομικής κρίσης που μαστίζει τον τόπο μας.
- 2ο ερώτημα: Γιατί επί 35 χρόνια το Ελληνικό μεταπολεμικό κράτος σιωπούσε μπροστά στην Βιάννο;
Αυτοί που γλένταγαν παρέα στα Χανιά, οι Γερμανοί φονιάδες των Κρητικών με τους Άγγλους «απελευθερωτές» τους και τους ντόπιους συνεργάτες και των δύο τους, βρήκαν πολλά κοινά συμφέροντα και δόμησαν σχέσεις αμοιβαιότητας που κρατούνε ακόμη. Ο αρχηγοί των Γερμανών μαζί με αυτούς των Νεοζηλανδών, αλλά και άλλους, ιδρύουν ενώσεις και αλληλοεπαινούνται για τις ανδραγαθίες τους σε περιοδικά και δημόσιες εκδηλώσεις ανάγοντας τις συρράξεις που σφάχτηκαν οι λαοί σαν παιχνίδι με κανόνες, κάτι σαν το ποδόσφαιρο, που όποιος δεν τους σέβεται, πρέπει να πεθάνει μαζί με τα παιδιά του και όλους τους συγγενείς τους και να καούν σπίτια και περιουσίες του. Αυτός είναι ο φασισμός και ο Ναζισμός που έδειξε πεντακάθαρα το πρόσωπο και την πρακτική του στη Βιάννο και σε μυριάδες άλλα χωριά και πόλεις. Σήμερα, ο Φασισμός και ο Ναζισμός συνεχίζουν να επιβάλλονται και αποτελούν τα εργαλεία επιβολής στους λαούς της ισχύος των συναθροιστών του πλούτου. Αυτοί οι συναθροιστές θέλουν τον πλούτο κλεμμένο για πάρτη τους. Οι συρράξεις, αυτών των ίδιων επιτιθέμενων του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, πέρα από έθνη και κράτη, εναντίον των λαών συνεχίζονται μέχρι σήμερα παίρνοντας ακόμη πιο άγριες μορφές από την εποχή εκείνη. Είναι μακρύς ο κατάλογος των εισβολών σε ξένες χώρες στις μέρες μας και οι σφαγές αμάχων και οι καταστροφές και οι βίαιες μετακινήσεις πληθυσμών. Ο φασισμός και ο Ναζισμός ξανά κατεβαίνουν από το ράφι που τους είχαν βάλει αυτοί που επικράτησαν στην Ευρώπη και στην Ελλάδα και αποτελούν εγκληματικές συμμορίες και όχι πολιτικά ιδεολογήματα.
Είναι λοιπόν προφανής η απάντηση στο ερώτημα για τη σιωπή του Ελληνικού κράτους μετά τη λήξη του πολέμου. Ο φόβος επέβαλε τη σιωπή για τα εγκλήματα στα οποία οι κρατούντες είχαν συμμετάσχει. Αυτή είναι η αιτία της σιωπής. Κι αυτή η απάντηση δόθηκε από τους Βιαννίτες, από την πρώτη στιγμή που ξεσηκώθηκαν για τη λευτεριά της πατρίδας τους, με σαφήνεια και απλότητα που μόνο πάνω στην Ομηρική ασπίδα του Αχιλλέα, του κύριου αμυντικού όπλου του μεγάλου πολεμιστή μπορείς να διαβάσεις. Έδειξαν οι Βιαννίτες εκείνης της γενιάς πως άμυνα ενός λαού είναι η εντιμότητα της δουλειάς και τα όνειρα των παιδιών, είναι η προκοπή, και η δύναμη να κρατείς και να γλεντάς και να μη σου κλέβουν τον πλούτο που παράγεις. Αυτά σκάλιζε ο Ήφαιστος παρέα με τη Θέτιδα, τη μάνα του Αχιλλέα στην ασπίδα του γιού της. Αυτή η ασπίδα έχει μια βαθειά ρωγμή ανοιχτή και θέλει μάστορες να κλείσει επειδή δε δουλεύει και την έχομε μεγάλη ανάγκη σήμερα που ο Ελληνικός λαός χτυπιέται ποικιλότροπα. Μελετώντας την 35χρονη σιωπή του Ελληνικού κράτους μπροστά στη Βιάννο των νικηφόρων αγώνων μπορούμε να βρούμε την τέχνη και τα υλικά να μαστορέψομε αυτή την ασπίδα. Η σιωπή πρέπει να σπάσει, η Ασπίδα πρέπει να ξαναβρεί τη δύναμή της ν’ αποκρούει την απανθρωπιά και την αδικία.
*Πρόκειται για την ομιλία του κ. Δημήτρη Γ. Χρηστάκη, που εκφωνήθηκε στο Πανδημοτικό Ηρώο στο Σελί Αμιρά, κατά τις εκδηλώσεις της 76ης επετείου του Ολοκαυτώματος.
Ο κ. Δημήτρης Γ. Χρηστάκης, είναι Καθηγητής στο Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο