Το νευροκαβαλίκεμα*
Στα παλιότερα χρόνια στα χωριά μας γινότανε καντάδες. Πολλές καντάδες! Οι ερωτευμένοι νέοι δεν είχαν πιο πρόσφορο και ρομαντικό τρόπο να εκφράσουν τα αισθήματά τους, από τις ωραίες-ερωτικές μαντινάδες που τις συνόδευαν οι γλυκές μελωδίες του βιολιού και του μαντολίνου. Σε μια τέτοια καντάδα, ο νέος που έπαιζε το μαντολίνο στραβοπάτησε και… στραμπούλιξε το πόδι του. Τονέ σηκώνουν τα υπόλοιπα μέλη της παρέας και τονέ πάνε σε μια όμορφη-θελκτική ζωντοχήρα που ήτανε πρακτική γιατρός. «Νευροκαβαλίκεμα», του είπε κι άρχισε αμέσως τη θεραπεία. Ζεστό νερό και σαπουνάδα, ο ασθενής κάθισε σε μια καρέκλα, έβαλε το πόδι του σε μια πετρολεκανίδα και εκείνη, κάθισε ακριβώς απέναντί του πάνω σ’ ένα σκαμνάκι. Άρχισε να του τρίβει απαλά το τραυματισμένο πόδι και ο νεαρός εκτός από τη ζεστασιά του νερού αισθανόταν και την διάχυτη θωπεία της χήρας. Μετά το τέλος της θεραπείας, η χήρα του συνέστησε να κάμει κι άλλες λουτροθεραπείες και ταυτόχρονα του έσκασε και τη… λυπητερή: «Πεντακόσιες δραχμές κάνει ο κόπος μου», του είπε ορθά-κοφτά. Του ήρθε νταμπλάς! «Πεντακόσιες δραχμές, ε; Εγώ θα ’ρθω να σου τρίβω τα πόδια όλη νύχτα και δεν θέλω πράμα», της είπε σοβαρά σοβαρά…
*Από το βιβλίο του Αριστοφάνη Χουρδάκη «Εύθυμες κρητικές ιστορίες και ανέκδοτα»