"Αγαπημένη μου θεία Χρυσάνθη..."
Ένα ανεπίδοτο γράμμα που γράφτηκε με τα λόγια της καρδιάς....
Αγαπημένη μου θεία Χρυσάνθη,
Σε γνώρισα όταν ήμουν μικρό παιδί. Εντυπωσιάστηκα από τη μορφή σου, το λόγο σου, τη ζωή σου, τις ιστορίες σου την προσωπικότητά σου.
Σαν να βλέπω ακόμη τις εκφραστικές κινήσεις των χεριών σου, που με συνέπαιρναν καθώς μιλούσες.
Σαν να ακούω ξανά τις συζητήσεις των μεγάλων στο όμορφο καθιστικό με το τζάκι και στην αυλή σου με τα λουλούδια…
Λάτρευα το θείο μου. Αγάπησα κι εσένα, όπως αγάπησα όλους τους συγγενείς σου. Αγάπησα τη Μαρία σου. Αγάπησα το Μιχάλη σου. Και γίναμε τέσσερα τα ξαδερφάκια-αδέρφια. Μετά ήρθε ο μικρός μας! Ευτυχισμένα χρόνια… Ευτυχισμένες στιγμές…
Καταλάβαινα βέβαια πως είχες αγαπήσει τον πατέρα μου, όπως κι αυτός αγαπούσε εσένα. Μα μου το ’δειξες πιο πολύ, όταν «έφυγε» από τη ζωή… Όταν ήρθαν τα δύσκολα χρόνια. Μας παρηγόρησες, μας φρόντισες, κι ήταν πάντα και παντού η αγκαλιά σου ανοιχτή: Στην πόλη, στη θάλασσα…
Είμαστε τυχεροί. Είχαμε δίπλα μας τους αγαπημένους και ακριβούς μας θείους από τη μάνα μας, τη γιαγιά και τον παππού.
Είχαμε κι άλλους, πολύ καλούς συγγενείς κι εξαιρετικούς φίλους. Όμως εσύ ήσουν η γυναίκα του αδελφού του. Τον στήριζες για να μας δίνει ελεύθερα και απέραντα την αγάπη του και χωρίς όρια την τρυφερότητά του. Έτσι του ’κανες τον πόνο του πιο μικρό. Κι όταν «έφυγε» κι αυτός σφιχταγκαλιαστήκαμε τα πέντε παιδιά του και κλαίγαμε… Κλαίγαμε γιατί ορφανέψαμε ξανά… Κλαίγαμε γιατί ξέραμε πόσο θα πονούσε ο μικρός μας ο Νίκος. Έκλαιγα που δεν είχε προλάβει να ζήσει τον μπαμπά του, όσα χρόνια τον είχα ζήσει εγώ. Σφιχταγκαλιαστήκαμε, γιατί, στο σπίτι σου μάθαμε πως, οι δεσμοί αγάπης είναι πάνω από τους δεσμούς αίματος.
Όταν «έφυγε» ο Μιχάλης μας και ο πόνος σου άδειασε το βλέμμα, μάθαινα κάθε λεπτό τι έκανες! Όμως δεν άντεχα να σε κοιτάζω…
Σου ζητώ συγγνώμη.
Θα μπορούσα να σου ψιθυρίσω όσα νοιώθω.
Όμως θέλω να τα πω δυνατά! Να φωνάξω πόσο όμορφος άνθρωπος ήσουν!
Πόσο ομόρφυνες τη ζωή μου!
Αγαπημένη μου θεία Χρυσάνθη, σ’ ευχαριστώ πολύ…
Φωτεινή Ηγουμενίδη