Ο πρώτος μου δάσκαλος


Το σχολείο μονοτάξιο κτισμένο στην αυλή της γιαγιάς, Χρυσό το Πεντάρφανο τη φώναζαν, 12-15 παιδιά και δάσκαλος ο Κυπριωτάκης. Στη γιαγιά «να με βλέπει» μ' άφηναν οι γονείς μου, καθημερινά δούλευαν από γιαλό μέχρι αόρια. Χήρα με δυό παιδιά, στην ίδια αυλή εκτέλεσαν το παππού μου το 43, είχε κι αυτή τις δουλειές της.
- Δάσκαλε βλέπε το κοπέλι να πάω να ποτίσω τα ζούμπερα, τη μια.
- Αξάδερφε, έτσι τον φώναζε, βλέπε το κοπέλι να πάω να μετακόψω το νερό, την άλλη.
Θέλοντας και μη βρέθηκα, με τη πλάκα κι το κοντύλι από τα πέντε, “μαθητής” η έδρα με το κουρδιστό κουδούνι και το δάσκαλο με τη βουκέντρα “μακρύ ξύλινο κοντάρι”, δίπλα στο τοίχο κρεμασμένο το μαντολίνο του, άμα είχε κέφια μας μάθανε “ωδική”, στο τοίχο από τη μεριά του Συκολογιαννάκη μια μεγάλη έγχρωμη αφίσα που έδειχνε μια έκρηξη με κεφάλια, πόδια, χέρια παιδιών στον αέρα, 6 θρανία σε δυο σειρές για τα κοπέλια και στο βάθος μια υπερυψωμένη ξύλινη σκηνή. Eκεί πάνω λέγαμε τα ποίματα μια φορά το χρόνο κι από κάτω η σκοτεινή φυλακή, “κατσέτα” τη λέγαμε κλαίγαμε οι τιμωρημένοι τον υπόλοιπο.
Μια μέρα του 59, θυμάμαι, μεγάλη φασαρία στο χωριό.
- Μανώλη τρέχα στο Πεύκο (έδρα της χωροφυλακης) γιατί η μά έδειρε το δάσκαλο και τη πήρε η αστυνομία, φώναζε η μάνα μου.
Θα'χε δε θά'χε δυο τρείς όρνιθες και περίμενε πως και πως να κάμουν κανά αυγό να το βάλει στο τζισβέ να ρθεί να με ταΐσει στο σχολειό.
- "Εξω κυρά μου! Διακόπτεις το μάθημα!!!" Της φώναξε.
Ποιος είδε το Θεό και δε τον φοβήθηκε έγινε το Χρυσό!
- Κυρά μου! Ποιον είπες μωρέ μαϊμούνι κυρά; Εδα α δείς!
Έφαγε της χρονιάς του “ο πρώτος μου δάσκαλος”. Του χρωστούσε πολλά. Από την εποχή του Μεταξά του τα χε μαζωμένα…
(φωτογραφία 25η Μαρτίου 1937' ή 38')