Ο Καπετάν Κοκόλης Παπίτσας

Ο Νικόλαος Χ. Γ. Τυλλιανάκης ή Κοκόλης Παπίτσας γεννήθηκε στα 1823, πήρε τις βασικές για την εποχή γραμματικές γνώσεις και παντρεύτηκε στο Θωμαδιανό της Εμπάρου, όπου παρέμεινε, και έδρασε μέχρι το τέλος της ζωής του.
Διακρίθηκε για την ευστροφία και τη γενναιότητά του και εκλέχθηκε σε μικρή ηλικία Αρχηγός Πεδιάδος. Έδρασε στις επαναστάσεις του 1858, 1866-9, 1878 και 1895-98, προκηρύχθηκε, προδόθηκε, φυλακίσθηκε και υπέστη φρικτά βασανιστήρια στις υγρές φυλακές του κατακτητή. Στην επανάσταση του 1866 διακρίνεται ιδιαίτερα και αναδείχνεται Γενικός Αρχηγός Πεδιάδος
Ήταν το 1ο παιδί που έκανε ο Χατζή Γεώργιος Τυλλιάνης (Τυλλιανάκης-Γέρο Τυλλιανάκης) ή καπετάν Παπίτσας, που έζησε στο Αβδού το περασμένο αιώνα (19ο). Δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα η καταγωγή του. Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, ο ίδιος ή οι γονείς του κατάγονταν από τη νήσο Τήλο των Δωδεκανήσων, γι αυτό και το επίθετο πολλές φορές συναντιέται Τηλλιανάκης ή Τηλιάνης.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΥΛΛΙΑΝΑΚΗΣ Η ΠΑΠΙΤΣΑΣ
Από το ημερολόγιο του εγγονού του Ζαχαρία Πλαγιωτάκη, αναδημοσιεύουμε από τις "Βιαννίτικες Ρίζες" το κείμενο που ακολουθεί, χωρίς καμιά παρέμβαση εκτός από τη μεταφορά του στο μονοτονικό.
Αναφέρει:
Ο Ομέρ Πασάς ήτο χριστιανός Ούγγρος και ονομάζετο Μιχαήλ Λάττας. Αλλαξοπίστησε και τούρκεψε. Κατετάχθη στον Τουρκικό στρατό και διέπρεψεν, πήρε βαθμούς και αξιώματα και έφθασε στο βαθμό του Σερασκέρη (αρχηστρατήγου).
Μόλις έμαθεν η Τουρκική Κυβέρνηση τις ήττες του Μουσταφά Πασά και την φθορά του Τουρκικού στρατού, τον ανεκάλεσε και ανέθεσεν την στρατηγίαν στον Ομέρ Πασά, στον Ούγγρο εξωμότην Μιχαήλ Λάτταν που είχε στην υπηρεσίαν του.Του έδωσεν νέον εκλεκτόν στρατόν τριάντα πέντε χιλιάδες και βοηθητικά πλοία και τον έστειλε στην Κρήτη κατά την άνοιξη του 1867.
Μόλις βγήκε στα Χανιά οργανώνει όλες τις στρατιωτικές μονάδες σε σώματα, ως και τα σώματα των ατάκτων και τους ρέμπελους και προχωρεί προς τα Σφακιά, χωρίζοντας σε μεγάλες μονάδες τον στρατόν του, υπό την διοίκησιν έμπειρων και πεπειραμένων αξιωματικών.
Η αντίστασις που βρήκε μπρος από τα Σφακιά, τον υποχρεώνει να αφήση μια σοβαρή δύναμι στρατού στον Αποκόρωνα και στο Ρέθυμνον και να αφήση τις δυτικές επαρχίες και να προχωρήση προς Ανατολάς. Θέλει να χτυπήση και να καταστρέψει τη δεύτερη φωλιά των επαναστατών στο Λασήθι.
Καίγοντας, σκοτώνοντας, καταστρέφοντας τα πάντα, προχωρεί στο Ηράκλειο. Χωρίς χρονοτριβή προχωρεί προς το Καστέλι Πεδιάδος και εκεί στρατοπεδεύει. Προσπαθεί να βγη στο Λασήθι, από του Τσούλη το μνήμα, Καράς Πηγάδι και άλλα σημεία του χωρίου Κασταμονίτσας, μα ο Πετροπουλάκης, ο Κόρακας κι άλλοι καπεταναίοι, με συγκεντρωμένα όλα τα σώματα των Ανατολικών Επαρχιών, τον χτυπούν δυνατά και τον υποχρεώνουν να γυρίση στη βάσι του, ύστερα από μια σκληρή μάχη στις ρίζες της Κασταμονίτσας.
Στην μάχην αυτήν λάβανε μέρος και Μπαρίτες εξ όλων των πέριξ χωρίων, υπό την ηγεσίαν του Νικολάου Παπίτσα (Καπετάν Κοκόλη), του εκ Σφακίων καταγομένου και εις Μιλιαράδον εγκατεστημένου Ιωσήφ Μουλαδάκη (Μουλαδοσήφη) εκ της οικογενείας των ηρωικών Σφακιανών Μουλάδων και του εκ Μιλιαράδου Καπετάν Μηλιαρονικολή.
Στην μάχην αυτήν σκοτώθηκεν ο αδελφός του Καπετάν Παπίτσα, λεγόμενος Ανάμισι Μανώλης. (Ελέγετο έτσι για το μέγεθος του αναστήματός του, ήτο σωστός κύκλωψ). Για τον θάνατον του αδελφού του και δια τον ανδρισμόν του και την αποφασιστικότητα που έδειξεν στην μάχην αυτήν ο Νικόλαος Παπίτσας ονομάσθηκε αρχηγός Πεδιάδος και ως τοιούτος συνέχισεν τον αγώνα. Έλαβε μέρος μεταγενεστέρως διαπρέψας εις πολλάς μάχας και το έτος 1904 απέθανεν εις βαθύ γήρας, αφήσας την αρχηγίαν εις τον δευτερότοκον υιόν Παπιτσογιάννην, όστις διέπρεψεν στας τελευταίας Κρητικάς επαναστάσεις.
Οι δύο άλλοι Ιωσήφ Μουλαδάκης και Μηλιαρονικολής δια τον ανδρισμόν των και την αποφασιστικότητα των ωνομάσθησαν οπλαρχηγοί.
Ο Ιωάννης Μουλαδάκης, καίτοι ολιγογράμματος διωρίσθη υπό της Κρητικής Πολιτείας Δήμαρχος του τέως Δήμου Παναγιάς Πεδιάδος. Ο Μηλιαρονικολής πέθανε προώρως και δεν πρόλαβε να δη την Πατρίδα του ελευθέραν.
Στην μάχην αυτήν εφονεύθη επίσης ένας εκ του χωρίου Θωμαδινού παρανομαζόμενος Κρομμύδας, δεν μπόρεσα να εξακριβώσω το πραγματικόν του ονοματεπώνυμον.
Μετά από λίγες ημέρες, ο Ομέρ Πασάς, έκαμε νέα απόπειρα από διάφορα σημεία με συγχρονισμένην έφοδον, αλλά και πάλιν απέτυχεν. Και όμως ένα μυστικόν πέρασμα από την Έμπαρο εξασφαλίζει το ανέβασμά του στο Λασήθι και στέλνει ένα ισχυρό Τουρκικό σώμα στα νώτα των πολεμιστών υπό την αρχηγίαν του Ισμαήλ Πασά. Η απροσδόκητος κακοτυχία αναγκάζει τους επαναστάτας να τραβηκτούν στα Λασηθιώτικα βουνά. Ο Τουρκικός στρατός χύθηκε μέσα στον κάμπον του Λασηθιού, μάχες πολύνεκρες γίνονται μέσα στον κάμπο. Οι επαναστάτες κάμπτονται και πιάνουν τις ριζοβουνιές. Ο Ισμαήλ Πασάς, που είχε στείλει ο Ομέρ, στρατοπεδεύει στο Ψυχρό, από όπου, ως λέει η παράδοσις, ήτο η καταγωγή του.
Ο Ισμαήλ Πασάς θα μπορούσε να χτυπήσει αποτελεσματικά, να εξαφανίση και να διαλύση τους επαναστάτας και να ερημώσει το Λασήθι. Και όμως δεν το έκαμε, κρατήθηκε σε ακινησία διότι είχε φαίνεται επίγνωσι της Χριστιανικής του καταγωγής. Αυτό όμως του κόστισε τη ζωή, γιατί, μόλις κατέβηκε στο Καστέλι, τον εδηλητηρίασεν ο Ομέρ Πασάς.
(Από την μάχην αυτήν του Λασηθίου έχομεν σήμερον στα χέρια μας ένα όπλο Τουρκικόν της εποχής εκείνης ‘χιχιανέ’ το οποίον πήρε ο Μουλαδοσήφης από Τούρκο στρατιώτη όταν τον εσκότωσεν στην μάχην, το όπλον αυτό απηρχαιομένον βρίσκεται σήμερον στας χείρας μας, γιατί η σύζυγος του γράφοντος είναι εγγονή του οπλαρχηγού Μουλαδοσήφη, το φυλάσσομεν ως κειμήλιον για την ιεράν μνήμην του παλαιμάχου Μουλαδοσήφη).
Φήμη διέτρεξεν τις ημέρες εκείνες εις όλα τα χωριά του Νομού, ότι εις το στρατόπεδον του Ομέρ υπήρχον πολλοί στρατιώται από Κρητικόπουλα εξισλαμισθέντα κατά το παιδομάζωμα. Συγκεκριμένως, λέγουν, ότι αξιωματικός ωμολόγησεν, ότι κατήγετο εκ του χωρίου Μιλιαράδων εκ της οικογενείας Πατούχηδων, ότι το πήραν κατά το παιδομάζωμα από τας αγκάλας της μάνας του, πέντε χρονών τότε, ότι το κατέταξαν στα τάματα των Γενίτσαρων κι έγινε αξιωματικός. Λένε ακόμη ότι διεμήνυσε κρυφά στους συγγενείς του να τον πλησιάσουν να τους γνωρίση, αλλά ποιος τολμούσε, φόβος συνείχε τους πάντας.
Το έτος εκείνο 1866 γίνηκε και μια επιδρομή λεηλασίας στα χωριά της Εμπάρου, η λεγόμενη τουρκιστί ‘τσάρκα’, δηλαδή ρέμπελοι Τούρκοι, πλητσικατσίδες επέδραμον στα χωρά της Εμπάρου, έσφαξαν τον Παπά Μανώλη Χουζουράκην τους δυο αδελφούς Περογιάννηδες, ελεηλάτησαν το χωριό, συναπεκόμισαν ό,τι μπορούσαν και απήλθον.
Τότε ένας εκ των επιδρομέων Τούρκων πήρε και τον Σταυρουλογιάννην, παιδί τότε 4-5 ετών, αλλά όπως λέγεται η σύζυγος του Οθωμανού, το λυπήθηκε, δεν το δέχτηκε και επειθανάγκασε το σύζυγό της να το επιστρέψει στους γονείς του σώον και αβλαβές.
Σε άλλη σελίδα του ημερολογίου του, ο Ζαχαρίας Πλαγιωτάκης αναφέρει:
Ο πατέρας μου Γεώργιος Πλαγιωτάκης πήρε γυναίκα του την κόρη του εκ Θωμαδιανού Πεδιάδος Καπετάν Παπίτσα, παρατσούκλι το οποίον του κόλλησε και έτσι προσονομάζεται πάντα Παπίτσας, για το ωραίον του βάδισμα, το ομοιάζον προς το γνωστόν πτηνόν πάπια, ενώ το πραγατικόν επίθετόν του ήτο Τυλλιανάκης. Όλοι τον εγνώριζαν και τον εφώναζαν Καπετάν Κοκόλη Παπίτσα.
Κατήγετο από το χωρίον Αβδού Πεδιάδος, ήτο ισχυρά και επιβλητική φυσιογνωμία. Ως καπετάνιος επαναστάτης ήλθε στα χωριά της Εμπάρου και ενυφεύμθη μια κόρη Καλλιόπη ονόματι, πεντάρφανη, δεν είχε ούτε πατέρα, ούτε μητέρα, ούτε αδελφόν , ούτε αδελφήν. Αυτός ανέλαβε την προστασίαν της και την υποστήριξίν της. Ήτο το θάρρος των Χριστιανών της περιφέρειας και ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων. Τα χρόνια εκείνα δεν επέτρεπαν οι Τούρκοι να παίξει καμπάνα εκκλησίας, κρυφά κάνανε οι Χριστιανοί τας τελετάς των.
Ο Παπίτσας ήταν αιτία και πρωτοκτύπησε καμπάνα στα χωριά της Εμπάρου. Ήτο αγνός, άδολος και αφιλοκερδής πατριώτης, θανάσιμος εχθρός των Τούρκων, ιδίως από την εποχήν που εφονεύθη υπό των Τούρκων στην μάχην Τσούλη πηγάδι άνωθεν του χωρίου Κασταμονίτσα Πεδιάδος ο ετεροθαλής αδελφός του Ανάμισι Μανώλης, για το μεγάλο του ανάστημα , σωστός Κύκλωπας. Στην περιφέρεια μας επεβλήθη και σε Χριστιανούς και σε Τούρκους, επιδιώκοντας την γνωριμίαν και την φιλίαν του. Χριστιανοί και Τούρκοι σηκωνότανε στο πέρασμά του να υποκληθούν και να τον χαιρετίσουν.
Εκτός από την μητέρα μου Ασπασία είχε ακόμη πέντε κόρες και δυο γιούς. Τον Παύλο ο οποίος ήτο ο πιο εγγράμματος της οικογένειας ( τα γράμματα τα είχε μάθει στας Αθήνας όταν ο πατέρας του φεύγων την οργήν και τας διώξεις των Τούρκων είχεν καταφύγει και μεταναστεύσει για ένα διάστημα στας Αθήνας. Ο Παύλος είχε κανει Ειρηνοδίκης και Δήμαρχος του τέως Δήμου Παναγιάς Πεδιάδος.
Είχε και το Γιάννη, κοινώς αποκαλούμενος Παπιτσογιάννης. Αυτός ήτο ζωηρότερος, δραστήριος και επιβλητικός με ανδροπρεπή παρουσιαστικόν εφάμηλος του πατρός του. Αυτός διεδέχθη τον γέροντα πατέρα του και ωνομάσθη οπλαρχηγός Πεδιάδος. Διέπρεψε στους Κρητικούς πολέμους. Είχε δικόν του σώμα εθελοντάς εκ παλαιάς Ελλάδος. Εν ενί λόγω είχε θαυμαστήν και πρωτάκουστον πατριωτικήν δράσιν.