Ήρθε η ανάπτυξη!


Δε γατέω ίντα εγίνουντονε σ άλλους τόπους οντέν ήμουνε κοπέλι, γιατί δεν είχα την εξά μου να πάω παραπέρα. Μα γατέω ίντα εγίνουντονε στο τόπο, που μ ανέθρεψε και που θρέφει ακόμη
Ανάθεμά τηνε για μνήμη, μα δεν έχει σκοπό να μ’ αφήσει να καταλαγιάσω...
Ξανοίγω, αδερφέ μου, τον τόπο σήμερο, θωρώ τσ’ αθρώπους που ’πομείνανε, αναθιβάνω τσοι μακαρίτες και, από τη μια στενοχωρούμαι κι από την άλλη τσιμογελώ με τα χάλια μας.
Ισάτε και καλά την πάμε.
Δε γατέω ίντα εγίνουντονε σ’ άλλους τόπους, οντέ ήμουνε κοπέλι, γιατί δεν είχα την εξά μου να πάω παραπέρα.
Μα γατέω ίντα εγίνουντονε στον τόπο, που μ’ ανέθρεψε και που θρέφει ακόμη.
Από τ’ Αμιρά, παράδειγμα, να πάει στην Άρβη, είχε τα λεγόμενα «ζαλάκια».
Κι εσηκώνουντανε οι κακομοίρηδες οι αθρώποι από, άλλαμπλίρι ίντα ώρα, για να ’ναι στο λιόφυτο, στο σπαρμένο, στ’ αλώνι, στα κακοπέρβολα, στα χαρουπομαζώματα....
Κάθε εποχή είχε την αξία τζη.
Κι ύστερα....
Ήρθε «Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ»!!!.
Χάσκε παράουρε....
Εθώρειες ένα φτωχό καλιμεντευτή, μεροκαμαθιάρη κι είχε στην άκρα του ζάλου ένα ψιχάλι χωράφι, (κιανένα στρέμμα, μη φανταστείς πολλά περίσσια) και το ’χε «μπαμπακαρά» καωμένο.
Μια κοσαριά καυκαρομούρελα, να βγάνει μια σταλιά λάδι, να μη το στεράται στσι βρούβες, κιανένα σανιδάκι πατάτες κι άντε να ’χε κι αλλού ποθές, κιανένα ψιχάλι πλιά πολύ να σπέρνει το στάρι, γη τη ταγή των οζώ ντου....
«ΜΑ ΗΡΘΕ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ»!
Και το ζαλάκι, ήπρεπε να γενεί στράτα. Δρόμος αμαξωτός! «Να πάρει αξία ο τόπος»....
Κι επέρνα η μπολτόζα και του ξεπάτωνε τα 15 από τα 20 μουρέλα, και από το 1 στρέμμα, του ’φηνε το..... μισό.
Μα του γειτόνου, (που είχε από πάνω 5 στρέμματα) δε τ’ άγγιζε ψιχάλι....
ΜΑ ΗΠΕΡΝΕ ΑΞΙΑ!!!!
Κι ως ήθελ’ α-φτάξει ο αμαξωτός στου παρακάτω γειτόνου, απού ’χε 10 στρέμματα, ήλεγε: «Εγώ δεν αφήνω!!!! Δε α-μού κάμετε εμένα το χωράφι στράτα του καθανούς»!
Μα..... ΗΠΡΕΠΕ ΝΑ ΡΘΕΙ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ!
Και δεν εμίλιες....
Και ήρθε η ανάπτυξη....
Κι ο κακομοίρης ο μπολτοζέρης, επάλευε να σωπατίσει τα παπούρια, τσοι κακοτοπιές, να βγάλει τα χαράκια, να στρώσει τον τόπο και το λίγο βιός του καθανούς να πληθύνει, να ταΐσει τη φαμελιά του, να σπουδάσει τα κοπέλια του, να πάνε αλλού, «να μη τυραννούντε, να φάνε μια μπουκιά ψωμί χάσικο»...
Κι εγίνικε το «χάσικο ψωμί» φωθιά και ρεύμα ηλεκτρικό!!!
Και τη γη που εσωπάτησε ο μπολτοζέρης στη πύργια του καλοκαιριού, (για ένα μεροκάματο)
τη σκέπασε το νάιλον!!!
Που δεν αφήνει το νερό τση βροχής, να το πιει το χώμα...
Μόνο το λαλεί και το πάει στη θάλασσα....
Και διψά ο κόσμος...
Και κεντά και καίγεται!!!
Κι αρρωστένουνε οι αθρώποι και χάνουντε την ώρα τση φωθιάς και τση πλημμύρας....
Και τρέμουνε ως και στο λίγο αεράκι που παλεύει να δροσερέψει τη κάψα....
Μα... τα 10 στρέμματα επήρανε αξία!!!!
Γιατί.....
ΗΡΘΕ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ!!!!
(Μη μου δίνεις ιδιαίτερη σημασία...
Ντουχιουντίσματα τση παράουρης γνώμης μου είναι.....
Μα..... Ετουτανά θαρρώ πως είναι τα ξέτελά μας)…
`