Η Ιερά Μονή Κρουσταλλένιας Οροπεδίου Λασιθίου


Το Μοναστήρι της Παναγίας Κρουσταλλένιας είναι το σημαντικότερο του Οροπεδίου Λασιθίου, και κατέχει δεσπόζουσα θέση στην ιστορία των μονών της Κρήτης που διαδραμάτισαν πρωτεύοντα ρόλο στην κήρυξη επαναστάσεων κατά των Βενετών και μετέπειτα κατά των Τούρκων.
Δεσπόζουσα είναι και η θέση της Μονής σε υψόμετρο 850 μ. από τη θάλασσα, στο υψηλότερο σημείο ενός λοφίσκου, μέσα σ’ ένα ειδυλλιακό τοπίο λασιθιώτικης βλάστησης με τον πανάρχαιο πρίνο στο “αγιοχάρακο”, και τους δεκαοχτώ κλάδους του που συμβολίζουν, κατά την παράδοση, τα δεκαοχτώ χωριά του Οροπεδίου. Χαμηλότερα από το καθολικό προς την δυτική πλευρά, βρίσκονται το Ηγουμενείο (κατοικία του ηγουμένου), το Επισκοπείο και ο Ξενώνας, κτίσματα που χρονολογούνται στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Η Μονή διαθέτει εξαιρετική Βιβλιοθήκη με παλαιές εκδόσεις, μεταξύ των οποίων και ένα τετραβάγγελο ασημόδετο, τυπωμένο στη Βενετία το 1818.
Το πρώτο κτίσμα χρονολογείται πιθανώς μετά την δεύτερη Βυζαντινή περίοδο (961-1204) και πρίν το 1272, έτος κατά το οποίο έχουμε την πρώτη ιστορική μνεία της Μονής από τον Σπ. Ζαμπέλιο («Ιστορικά Σκηνογραφήματα. Πάθη της Κρήτης επί Ενετών», 1860, έκδ. 1971, σελ. 21). Η οικοδόμιση του παλαιότερου ναού σε ρυθμό βασιλικής με τρούλο μαρτυρείται από σχέδιο της Μονής στο έργο των Σπ. Ζαμπέλιου και Καλλίν. Κριτοβουλίδου «Ιστορία των Επαναστάσεων της Κρήτης» (επιμέλ. Ι. Κονδυλάκη) του 1893. To Καθολικό στη σημερινή του μορφή χωρίς τρούλο, ο οποίος προφανώς εξέλιπε όμως λόγω καταστροφών ή και ανακαινίσεων, τιμάται στη μνήμη της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, και είναι εν μέρει έργο ανακατασκευής της ύστερης Βενετικής περιόδου, από το 1545 ως το 1600. Τούτο φαίνεται να προκύπτει από την χρονολογία στην οποία ανάγεται το περίτεχνο αγιοθύριδο του ναού (42x45 εκ.), έργο τοπικού εργαστηρίου (αλλά με πλαστή την χρονολογία 1241), μέλη του οποίου μόνο σώζονται στη Βιβλιοθήκη της Μονής. Στο λιθόγλυπτο αριστερό τμήμα του πλαισίου του διακρίνονται, στη βάση του κιονίσκου, τα γράμματα ΕΝΤΧΗ, ενώ το ανάγλυφο κόσμημα στο κέντρο του πλασίου, με τρισχιδή κλάδο δένδρου και μεγάλα φύλλα, φαίνεται να είναι οικόσημο Βενετικής οικογενείας. Κωρωνίδα του αγιοθύριδου είναι το ανάγλυφο της Δέησης με το Χριστό ανάμεσα στην Θεοτόκο και στον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή (καθώς υποδεικνύουν τα ειλητάρια στη βάση με τις επιγραφές ΜΡ. ΘΕΟΥ και Ο ΑΓιΟΣ ΙΩ[ΑΝΝΗΣ] Ο ΠΡοΔ[ΡΟΜΟΣ] αντίστοιχα), όμοια με το αγιοθύριδο της εκκλησίας της Παντάνασσας στο Αβδού Πεδιάδος, η οποία φέρει κτητορική επιγραφή με το έτος 1600. Το γεγονός αυτό συναινεί στη χρονολόγιση της ανακατασκευής της Κρουσταλένιας κατά την Βενετική περίοδο (Ι. Καραβαλάκης, «Η Ιερά Μονή Κρουσταλλένιας», εφημ. Ανατολή, 1995).
Άξιο ιδιαίτερου θαυμασμού είναι το ξυλόγλυπτο τέμπλο του καθολικού της Κρουσταλλένιας, έργο του σπουδαίου λασιθιώτη ξυλογλύπτη Ιωάννη Μακράκη, που φέρει την δεσποτική εικόνα του Χριστού Αρχιερέως του Ιωάννη Ζωγραφάκη (χρονολογημένη 1875), την θεομητορική εικόνα της Παναγίας βρεφοκρατούσης, έργο του Στεφάνου (19ου αιώνα), και την εικόνα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, επίσης «ποίημα Στεφάνου» κατά την υπογραφή (19ου αιώνα), ενώ τα θωράκια του τέμπλου, έργα του Γ. Νικολαίδη (1963), κοσμούνται με παραστάσεις της Παλαιάς Διαθήκης.
Κατά μια παλαιά παράδοση που διασώζει ο Β. Χαρωνίτης (Η Κρήτη των θρύλων, τόμ. Β΄, 1988), η Κρουσταλλένια πήρε το όνομά της από την χαραγμένη σε κρύσταλλο ιερή μορφή της Παναγίας, που βρέθηκε σε σπήλαιο, κοντά στο σημείο όπου οικοδομήθηκε. Σύμφωνα με προφορικές και γραπτές μαρτυρίες, η εφέστια αυτή εικόνα της Μονής θαυματουργούσε ως το 1890, οπόταν χάθηκε. Η παλαιότερη εικόνα που σώζεται σήμερα στη Μονή, αν και εν μέρει κατεστραμένη, είναι η εικόνα της Θεοτόκου βρεφοκρατούσης (από το ναό των Αγίων Αποστόλων, παλαιό μετόχι της Μονής στη Σαμιά της Αλόϊδας), που ανήκει στο μεταβυζαντινό τύπο της “Παναγίας του Πάθους” (88x48 εκ.), όπως διαδόθηκε στη Κρήτη από τον ονομαστό αγιογράφο Ανδρέα Ρίτσο. Άλλες εικόνες είναι η Θεοτόκος με το Θείο Βρέφος (Αμόλυντος), ο Χριστός ένθρονος (έργο του Δημητρίου Χατζάκη), και η Κοίμηση της Θεοτόκου.
Το απρόσιτο του ορεινού πεδίου (που ως απάτητο έγινε βάση εξεγερθέντων) κατέστησαν το Λασίθι, ειδικά τη Μονή Κρουσταλλένιας, τόπο συνάθροισης των επαναστατών κατά των Βενετών, όπως συνέβη με την επανάσταση των Χορτατσών και την περιώνυμη Μάχη του Αποσέλη του 1272 (που σήμανε την εξέγερση των Κρητών κατά των Βενετών, και είχε ώς αποτέλεσμα την εκκένωση του Οροπεδίου, και την ερήμωσή του επί δύο αιώνες)-, και κατόπιν με την επανάσταση του 1363 των αδελφών Καλλέργη (Σπ. Ζαμπέλιος, 1860, επανέκδοση 1971). Ένεκα τούτων η Μονή υπέστη ολοκληρωτική καταστροφή από τους κατακτητές. Κατά την δεύτερη ιστορική περίοδο, που συμπίπτει με ο τέλος της Βενετοκρατίας, η Μονή ανοικοδομήθηκε το 1545 από την Ναυπλιώτισσα μοναχή Παλαντία Ντανασή, και εμφανίζεται έτσι σε χάρτη του Basilicata του 1629 περ. με την ένδειξη ‘convento’ (μονή) (Καστροφύλακας 1583). Λεηλατήθηκε όμως το 1649 όταν το Λασίθι κατελήφθη από τους Τούρκους για να περιπέσει επί ένα και πλέον αιώνα στο σκότος της τουρκικής σκλαβιάς. Μόλις το 1761 η ύπαρξή της γίνεται και πάλι γνωστή άπό τουρκικό έγγραφο (Αρχείο Βικελαίας Βιβλ. Ηρακλείου), ενώ προγενέστερη μαρτυρία από το ίδιο αρχείο κάνει μνεία της εισβολής των Τούρκων στη Μονή το 1740, κατά την βάπτιση του καπετάν Μανώλη Ρεβύθη από το Μαρμακέτω, γνωστού ως Καπετάν Καζάνη, ενός από τους ηρωϊκότερους μαχητές της Κρήτης κατά των Τούρκων. Το 1817 η Μονή αναφέρεται εκτενώς στο ταξιδιωτικό Ημερολόγιο του Αυστριακού ιατρού και βοτανολόγου F.W. Sieber. Η αγάπη για την επιστήμη του (που είχε αρχίσει τότε να εδραιώνεται στην επιστημονική έρευνα), τον οδήγησε στα λασιθιώτικα βουνά, και στο Οροπέδιο, όπου κατέλυσε στη Κρουσταλλένια, προς κατάπληξη των μοναχών που δέν είχαν δεί Ευρωπαίο επισκέπτη, ώστε ν’ αντλήσουν πληροφορίες για τις επαναστάσεις στην Ευρώπη.
Αξιόλογη υπήρξε η προσφορά της Μονής Κρουσταλλένιας και στην επαναστάση του 1821 κατά των Τούρκων (καθότι μέλη της, όπως ο ηγούμενος Γερβάσιος, είχαν μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία από τον επίσκοπο Ιεραπύτνης Αρτέμιο), καθώς και το 1823, ενώ στο μεγάλο Σηκωμό του 1866 έζησε μέρες κορυφαίου ηρωϊσμού. Είναι ζωντανοί ακόμα οι θρύλοι και τα ιστορικά γεγονότα που εκτυλίχτηκαν στους χώρους της, όταν καπετάνιοι των ανατολικών επαρχιών με πρωτοστάτη τον θρυλικό Μιχαήλ Κόρακα και με κυμματίζουσα την σημαία του στις επάλξεις της, την κατέστησαν Έδρα της Επαναστατικής Επιτροπής, προκειμένου να αποφασίσουν τις επιθέσεις κατά του εισβολέα. Στη Μονή τότε δημιουργήθηκε εργαστήριο παραγωγής φυσιγγίων, αλλά με την ήττα των επαναστατών και το Ολοκαύτωμα του Λασιθίου της 29ης Μαίου 1867 από τον Ομέρ Πασά, η Μονή κατεστράφη ολοτελώς. Είχε προηγηθεί η καταστροφή του 1823, όταν τα τουρκοαιγυπτιακά στρατεύματα του αιμοσταγή Χασάν Πασά πάτησαν για πρώτη φορά το Λασίθι. Για το μέγεθος τούτης της καταστροφής κάνουν λόγο οι γάλλοι περιηγητές Αuguste Fabrequettes, πρόξενος στα Χανιά (1834), και o καθηγητής του πανεπ. του Μπορντώ Victor Raulin στο έργο που αφιέρωσε στη Κρήτη (La Crète en 1845).
Μόλις το 1862 έγινε εφικτή η επισκευή του ναού, όπως μας πληροφορεί η τωρινή επιγραφή στο υπέρθυρο της κυρίας ειδόσου του καθολικού. Πρόσφατα σε κτήμα της Μονής κατασκευάστηκε το “Άλσος της Ελευθερίας” από τον Δήμο Οροπεδίου, ως απτή μαρτυρία του σημαντικού ρόλου που διαδραμάτισε η Κρουσταλλένια στους αγώνες του 1866-69. Κατά την περίοδο της πολυπόθητης απελευθέρωσης, το μοναστήρι και πάλι θα αναλάβει ιστορικό ρόλο, καθότι θα φιλοξενήσει από την 11η ως την 14η Φεβρουαρίου 1903 τον Πρίγκηπα Γεώργιο, Αρμοστή της Κρητικής Πολιτείας (1899-1913), και κατόπιν τον μεγάλο πολιτικό άνδρα Ελευθέριο Βενιζέλο. Ο Ξενώνας, που σήμερα φέρει το όνομα “Παλατάκι”, είναι το δωμάτιο που κατασκευάστηκε για την διαμονή του Γεωργίου, στην υποδοχή του οποίου ψάλθηκαν από τους μοναχούς τα «Ελευθέρια Άσματα» που είχε συντάξει ο αείμνηστος Ποιμενάρχης της Επισκοπής Πέτρας και θερμός πατριώτης Τίτος Ζωγραφίδης. Στο ίδιο δωμάτιο θα καταλύσει λίγους μήνες αργότερα ο εθνάρχης Βενιζέλος, κατά την διάρκεια της προεκλογικής περιοδείας του, όταν διαφώτιζε τους κατοίκους της επαρχίας γύρω από τα εντάλματα της ορθής και ελεύθερης πολιτείας. Αλλά η Μονή έμελλε να λαμπρύνει τον ιστορικό ρόλο της και στον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο όταν -κατά την εισβολή των Ιταλών και Γερμανών στο Λασιθί, και μετά την ηρωϊκή Μάχη της Κρήτης (Μάιος 1941)-, συνέβαλε στη φυγάδευση Ελλήνων και συμμάχων Άγγλων στρατιωτών, λόγος για τον οποίο εκδιώχθηκαν οι μοναχοί της, ενώ ο ηγούμενος Ερμόλαος Κασαπάκης φυλακίστηκε λόγω της δράσης του στην Αντίσταση. Το 1943 η Μονή μετατράπηκε σε στρατόπεδο πολιτικών κρατουμένων (απ’ όλο το νομό Λασιθίου) με απόφαση των Ιταλικών Αρχών Κατοχής. Η συμπόνοια και η προσφορά των κατοίκων του Οροπεδίου στους έγκλειστους πατριώτες ήταν τότε, κατά δική τους ομολογία, ό,τι τους στερέωσε ηθικά τις αποφράδες εκείνες μέρες (μαρτυρία Γ. Μαρκόπουλου, δικηγόρου: Ι. Καραβαλάκης 1995). Χρειάστηκαν χρόνια μετά την απελευθέρωση για να αρχίσει, μόλις το 1959, το πολύπαθο μοναστήρι να επαναλειτουργεί και να ανοικοδομείται. Τότε προστέθηκε η νέα πτέρυγα σε δύο επίπεδα στην ΝΔ πλευρά του λόφου, ενώ στα μέσα της δεκαετίας του 1960 κτίστηκε στην ανατολική πλευρά το διαμέρισμα που ο Σουηδός διπλωμάτης Bergman και η σύζυγός του θέλησαν να έχουν στη Μονή προς ανάπαυλα και παραθερισμό.
Η Κρουσταλλένια δεν υπήρξε μόνο κέντρο λατρείας των Λασιθιωτών, εθνικής δράσης και αντίστασης, αλλά και κέντρο παιδείας. Σύμφωνα με νεώτερες μελέτες (Ν. Παπαμιχαλάκης 1986) το Κρυφό Σχολειό της Κρουσταλλένιας ήταν το αρχαιότερο του νομού Λασιθίου και λειτουργούσε αρχικά στο Ηγουμενείο, και μετέπειτα στο «Αγροκήπιον» (αγρόκτημα της μονής, όπου εγίνοντο τα γεωργικά μαθήματα). Το σχολείο εχρηματοδοτείτο από την Μοναχική Αδελφότητα. Το ημερολόγιο ενός επιφανούς δασκάλου του Οροπεδίου, του Μιχαήλ Γ. Μαρκουλάκη και πάππου μου (1875-1962), παρέχει την μαρτυρία ότι στη Μονή λειτουργούσε κρυφό σχολειό από το 1845 περ., και αργότερα διτάξιο δημοτικό σχολείο ως το 1926, στο οποίο δίδαξαν λαϊκοί και ιερωμένοι, όπως ο π. Μιχαήλ Ταμιωλάκης, ό ίδιος ο Μαρκουλάκης, κ.άλ. Κατά την ομολογία δε του μακαριστού καθηγούμενου της Μονής Τιμόθεου Ορφανάκη (Α. Μπουρνέλης, 1993), στη Μονή ιδρύθηκε το 1898 ή 1900 Δημόσιο Εκπαιδευτήριο Λαικών, Ιερωμένων, και Ιεροκηρύκων που υπήρξε ενεργό για μερικές δεκαετίες. Η Μονή παραμένει ανδρώα, και συνεχίζει την παράδοση της μεγάλης προσφοράς της στον θρησκευτικό και κοινωνικό βίο των Λασιθιωτών.
* Η Χρύσα Δαμιανάκη είναι καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης στη Σχολή «Scienze della Formazione», του πανεπιστημίου του Σαλέντο Ιταλίας