«Η Εθνική μας Αντίσταση είναι η τιμή και η υπερηφάνεια της Ελλάδας»!


«Σεβασμιώτατε, σεβαστοί πατέρες, κύριε Υπουργέ, κυρία και κύριοι Βουλευτές, κύριε Περιφερειάρχη, κύριοι Δήμαρχοι, εκπρόσωποι των Ενώσεων Θυμάτων και Αντιστασιακών Οργανώσεων, φίλες και φίλοι της ειρήνης, της συνεργασίας και της αλληλεγγύης των λαών, κυρίες και κύριοι, σεβαστά μέλη των οικογενειών των θυμάτων της Κατοχής.
Ιερό χρέος μας έφερε και φέτος εδώ σε αυτόν τον χώρο μνήμης και απόδοσης τιμής στους τουφεκισθέντες συμπατριώτες μας από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής τον μαύρο Σεπτέμβρη του 1943. Βρισκόμαστε εδώ για να αποτίσουμε φόρο τιμής στους νεκρούς μας, τους ήρωες και μάρτυρες του Ολοκαυτώματος των χωριών της Βιάννου και της Δυτικής Ιεράπετρας και σε όλους όσοι θυσιάστηκαν για να είμαστε σήμερα ελεύθεροι!
Ας ανατρέξομε όμως σύντομα στα γεγονότα εκείνης της περιόδου.
Τον Μάιο του 1941 η Κρήτη αποτελεί, πλέον, το μόνο ελεύθερο έδαφος της ελληνικής επικράτειας. Όταν ο Χίτλερ έδωσε την εντολή για την κατάληψη της Κρήτης από αέρος δεν μπορούσε να φαντασθεί τι θα ακολουθήσει.
Παρά την έλλειψη ουσιαστικής θωράκισης της Μεγαλονήσου από τους Βρετανούς, που είχαν την ευθύνη υπεράσπισής της από τον Νοέμβριο του 1940·
παρά το γεγονός ότι οι Κρήτες ήταν άοπλοι διότι ο Μεταξάς που φοβόταν μην εξεγερθούν εναντίον του δικτατορικού του καθεστώτος είχε διατάξει τον αφοπλισμό τους·
και, ιδίως, παρά το γεγονός ότι η 5η Μεραρχία Κρητών, που πολέμησε ηρωικά στο αλβανικό μέτωπο, δεν μπόρεσε να επιστρέψει στην Κρήτη με ευθύνη της δωσιλογικής κυβέρνησης Τσολάκογλου,
παρ’ όλα αυτά, οι Κρητικοί πρόβαλαν καθολική και λυσσαλέα αντίσταση από τις πρώτες ημέρες της Μάχης της Κρήτης.
Ο λαός της Βιάννου έδωσε το «παρών» στη Μάχη της Κρήτης από την πρώτη στιγμή πολεμώντας στο Ηράκλειο και τις γύρω περιοχές. Αλλά και μετά το τέλος της Μάχης της Κρήτης και την πύρρειο νίκη των Γερμανών, οι Κρήτες δεν καταθέτουν τα όπλα και η επαρχία Βιάννου γίνεται σχεδόν αμέσως το προπύργιο της Αντίστασης.
Τον Ιούνιο του 1941, ο Νίκος Μανουσάκης από το Βαχό της Βιάννου, στέλεχος του Κ.Κ.Ε., που δραπέτευσε μαζί με άλλους συνεξόριστους αγωνιστές από τη Φολέγανδρο, συγκεντρώθηκαν στο μετόχι του Σταύρου Λουλάκη στον «Εδίχτη», έξω από τον Βαχό, και ίδρυσαν την οργάνωση «Μέτωπο Εθνικής Σωτηρίας» καλώντας όλους τους πατριώτες, ανεξάρτητα από κομματική τοποθέτηση, να ενωθούν και να αγωνισθούν για την απελευθέρωση της Πατρίδος. Το ίδιο καλοκαίρι, στις 3 Αυγούστου 1941, ο Αλέξανδρος Ραπτόπουλος από την Άνω Βιάννο, ταγματάρχης σε πολεμική διαθεσιμότητα, ίδρυσε με 7 συνεργάτες του στρατιωτικούς, στους Φιλίππους Μονοφατσίου, την πρώτη μεγάλη Οργάνωση Εθνικής Αντίστασης με το όνομα «Κρητική Εθνική Επαναστατική Επιτροπή». Αρχηγός ανέλαβε ο ίδιος ο Ραπτόπουλος, που με μεθοδικές ενέργειες πέτυχε να εξαπλωθεί η οργάνωση πολύ σύντομα σ’ ολόκληρη την Κρήτη.
Το Δεκέμβριο του 1942 δημιουργήθηκε στα Λασιθιώτικα βουνά, αυτά που βρίσκονται πάνω από τα χωριά της επαρχίας Βιάννου και τα γειτονικά χωριά της Ιεράπετρας, το πρώτο αντάρτικο της περιοχής μας με τους κυνηγημένους από τους Γερμανούς Κρητικούς αντάρτες από τα Μεσσαρίτικα βουνά. Και ο λαός της επαρχίας μας έχοντας ανεπτυγμένο το πατριωτικό του φρόνημα βοήθησε με κάθε τρόπο την Εθνική μας Αντίσταση!
Τον Αύγουστο του 1943 οι Γερμανοί δημιουργούν ένα φυλάκιο από 3 στρατιώτες και το εγκαθιστούν στην Κάτω Σύμη, στους πρόποδες ακριβώς των Λασιθιώτικων βουνών. Φαινομενικά το φυλάκιο αυτό είχε προορισμό να συγκεντρώνει πατάτες και άλλα κηπευτικά είδη από τη Σύμη και τη γύρω περιοχή για τη διατροφή τριών λόχων Γερμανών που είχαν εγκατασταθεί στην Άνω Βιάννο. Στην ουσία όμως η αποστολή του ήταν ο έλεγχος των κινήσεων των ανταρτών, η παρεμπόδιση του ανεφοδιασμού τους με τρόφιμα και η τρομοκράτηση του πληθυσμού.
Οι Γερμανοί φαίνεται ότι είχαν από νωρίς θέσει στο στόχαστρό τους την ανταρτομάνα Βιάννο και αναζητούσαν την κατάλληλη αφορμή.
Η συνθηκολόγηση της Ιταλίας με τους συμμάχους, τις 8 Σεπτεμβρίου του 1943, δηλ. η αποχώρησή της από τον Άξονα, εξαγρίωσε τους Γερμανούς. Βρήκαν τώρα την ευκαιρία να εκκαθαρίσουν, όχι τους αντάρτες, αλλά τον άμαχο πληθυσμό.
Τη νύχτα της 9ης προς τη 10η Σεπτεμβρίου, συνεργάτες του Μανώλη Μπαντουβά σκότωσαν τους 2 στρατιώτες (ο τρίτος απουσίαζε) του γερμανικού φυλακίου της Κάτω Σύμης για να μη δίδουν πληροφορίες για τις κινήσεις των ανταρτών. Όπως αναφέρεται στην «Έκθεση της Κεντρικής Επιτροπής Διαπιστώσεως Ωμοτήτων εν Κρήτη», που συνέταξαν οι Νίκος Καζαντζάκης, Ιωάννης Καλιτσουνάκης και Ιωάννης Κακριδής το 1945, ο Μανώλης Μπαντουβάς, αρχηγός τότε των ανταρτών της Κεντρικής Κρήτης, έλαβε διαταγή από τους Άγγλους να προκαλέσει επεισόδια ώστε να ασχοληθεί εκεί γερμανικός στρατός.
Πράγματι, η γερμανική διοίκηση της Άνω Βιάννου, μόλις πληροφορήθηκε το φόνο των δύο Γερμανών (από τον τρίτο που διασώθηκε), απέστειλε ένα λόχο στη Σύμη για σύλληψη και σφαγή των υπαιτίων. Στις 12 Σεπτεμβρίου, δύναμη ενός Γερμανικού λόχου από τη Βιάννο προχωρά προς τη Σύμη με διαταγή «να εκλείψει κάθε ζώσα ύπαρξη στην περιοχή». Οι αντάρτες που έχουν ενημερωθεί, χωρίζονται σε τέσσερις ομάδες και καταλαμβάνουν τα υψώματα αριστερά και δεξιά του δρόμου που οδηγεί προς την Κάτω Σύμη.Η μάχη που δίνεται στην Κάτω Σύμη ανάμεσα στην ενωμένη Εθνική Αντίσταση της Βιάννου και τους Γερμανούς, καταλήγει σε περήφανη νίκη των ανταρτών μας και μεγάλες απώλειες των Γερμανών.
Αμέσως μετά οι βάρβαροι προχωρούν ακάθεκτοι στο σχέδιό τους να αιματοκυλίσουν την Επαρχία Βιάννου (που μέχρι το 1932 περιελάμβανε και τα χωριά της Δυτικής Ιεράπετρας και έτσι ήταν αποτυπωμένη στους πολεμικούς χάρτες των Γερμανών). Η διαταγή του Στρατηγού Μπρούνο Όσβαλντ Μπρόγιερ, Διοικητή του «Φρουρίου Κρήτη» ήταν λακωνική και αποτελεί μνημείο σκληρότητας και κυνισμού:«Καταστρέψατε την επαρχία Βιάννου. Εκτελέσατε πάραυτα, χωρίς διαδικασία, τους άρρενες που είναι πάνω από 16 ετών καθώς και όλους όσοι συλλαμβάνονται στην ύπαιθρο, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας».
Την Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 1943, ανήμερα της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, τοπικής εορτής του Αμιρά, δυνάμεις τριών ανεπτυγμένων λόχων με όλους τους αξιωματικούς, της 22ας Μεραρχίας Πεζικού με έδρα τις Αρχάνες, υπό τη Διοίκηση του αιμοσταγούς Φρίντριχ Βίλχελμ Μίλλερ χτύπησαν ανελέητα την επαρχία Βιάννου. Συλλαμβάνουν όσους άντρες βρίσκουν στο χωριό και τους κλείνουν στο Γυμνάσιο μαζί με τους Συκολογιαννούς και τους Καλαμιώτες, που είχαν συλλάβει την προηγούμενη ημέρα. Στη συνέχεια εξορμούν στα χωριά Βαχό, Αμιρά, Κεφαλοβρύσι, Κρεββατά και Άγιο Βασίλειο. Με τα όπλα προτεταμένα, με ζωγραφισμένα στο πρόσωπό τους το μίσος, την αγριότητα και τη θηριωδία που τους έχει διαμορφώσει η ναζιστική διαπαιδαγώγηση, μπαίνουν στα σπίτια και αρπάζουν κάθε άντρα που βρίσκουν. Δεν σέβονται κανέναν. Ηλικιωμένοι, άρρωστοι, ακόμα και παράλυτοι, δολοφονούνται επιτόπου. Η διαβεβαίωση των αξιωματικών της Βέρμαχτ στις 13 Σεπτεμβρίου στον Άγιο Βασίλειο ότι, τάχα, όσοι γυρίσουν στα σπίτια τους από τις κρυψώνες τους δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα, αποδείχτηκε παγίδα. Πολλοί ξεγελάστηκαν. Γύρισαν στα σπίτια τους και βρήκαν τον θάνατο.
Με το ίδιο μίσος συνεχίζεται η θηριωδία στις 15 και 16 του Σεπτέμβρη στα χωριά της Ιεράπετρας, Μύρτο, Γδόχια, Μύθους, Ρίζα, Παρσά, Μουρνιές, Μάλες και Χριστό. Οι κάτοικοι που δεν τουφεκίζονται υποχρεώνονται να εγκαταλείψουν τα χωριά τους και να συγκεντρωθούν στην Ιεράπετρα. Σύνολο θυμάτων τις τρεις ημέρες: 401 νεκροί για να φτάσουν στους 461 μαζί με αυτούς που σκοτώθηκαν σ’ όλο το διάστημα της κατοχής. Και, ευτυχώς, με αποφασιστική παρέμβαση του Ερυθρού Σταυρού και του μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Κρήτης Ευγενίου Ψαλιδάκη και του Επισκόπου Πέτρας σώθηκαν οι εκατοντάδες πολίτες που κρατούνταν αιχμάλωτοι στο Γυμνάσιο της Άνω Βιάννου.
Το χωριό μου, ο Αμιράς, δοκιμάστηκε περισσότερο απ’ όλα τα άλλα χωριά. Στην τοποθεσία «Αμπέλια» τουφέκισαν 114 άνδρες - όλοι τους ήταν άμαχοι. Ανάμεσά τους και ο πατέρας μου και ο παππούς μου και τρία ακόμη αδέλφια του πατέρα μου. Τραυματίστηκαν, βέβαια, και δύο ακόμη αδέλφια που ήταν και αυτά στο εκτελεστικό απόσπασμα, ενώ ένας άλλος αδελφός, ο Μυρώνης, είχε εξαφανιστεί στη Μέση Ανατολή. Δηλαδή, σύνολο φονευθέντων 5 από το ίδιο σπίτι. Χαλάλι. Για την πατρίδα όλοι χαλάλι. «Αν είναι να πεθάνω για την Ελλάδα / θεία είναι η δάφνη / μια φορά κανείς πεθαίνει».
Φίλες και φίλοι,
Βρισκόμαστε σε μια μοναδική θέση, στο Σελί Αμιρά που δεσπόζει στην ευρύτερη περιοχή. Λέγεται ότι ο χώρος αυτός υποδείχθηκε από τον Νίκο Καζαντζάκη ως ο ιδανικός χώρος ανέγερσης μνημείου για τους νεκρούς μας, όταν επισκέφτηκε τα μαρτυρικά χωριά Βιάννου Ιεράπετρας το 1945 με σκοπό την καταγραφή των ναζιστικών ωμοτήτων, με συνοδοιπόρους τους καθηγητές Πανεπιστημίου Ιωάννη Καλιτσουνάκη και Ιωάννη Κακριδή και τον φωτογράφο Κωνσταντίνο Κουτουλάκη. Ας προσπαθήσουμε να γυρίσουμε πίσω στο χρόνο και να γίνουμε θεατές των τραγικών αυτών γεγονότων, από αυτήν εδώ τη θέση.
Είναι χαράματα της Τρίτης 14 Σεπτεμβρίου. Οι καμπάνες χτυπούν χαρμόσυνα. Οι κάτοικοι των γύρω χωριών πηγαίνουν στις εκκλησίες για να γιορτάσουν την μεγάλη εορτή της Χριστιανοσύνης, την εορτή της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Δεν γνωρίζουν ότι σε λίγο θα σηκώνουν το δικό τους ματωμένο Σταυρό. Την ίδια ώρα Γερμανοί στρατιώτες με τα όπλα προτεταμένα αρχίζουν να καταφθάνουν στα χωριά. Τρέχουν από γειτονιά σε γειτονιά, από σπίτι σε σπίτι, από πόρτα σε πόρτα και μαζεύουν όλους τους άντρες και τους οδηγούν στον τόπο της εκτέλεσης. Κοιτάξτε στο Βαχό. Ο Ηρακλής Πνευματικάκης, ασπάζεται τους μελλοθάνατους συγχωριανούς του και πέφτει νεκρός από τις σφαίρες φωνάζοντας: «Έτσι παιδιά, αποχτιέται η λευτεριά».
Στα Αμιράο 80χρονος Δημήτρης Μαθιουδάκης και ο γέρο Μανόλης Γρυσμπολάκης, βρίσκονται στα κρεβάτια τους. Τι κι αν είναι παράλυτοι, ανήμποροι να τους βλάψουν. Του Γερμανού το βόλι αθώους δεν ψηφά.
Απέναντι, στον Άγιο Βασίλειο, ο Εμμανουήλ Συμβουλάκης στήνεται μαζί με τους άλλους χωριανούς του για εκτέλεση. Στην αγκαλιά του κρατά την τρίχρονη κόρη του. Δεν αφήνουν το παιδί να φύγει. Τραυματισμένος από τις σφαίρες προσποιείται τον νεκρό. Όμως η μικρή κλαίει και ένας Γερμανός στρατιώτης την πυροβολεί.
Πιο χαμηλά, στον Κρεββατά, ο παπα-Λεωνίδας Πνευματικάκης κρατώντας υψωμένο το σταυρό παρουσιάζεται μπροστά στους Γερμανούς ζητώντας τους να λυπηθούν τους κατοίκους. Πέφτει νεκρός από τις σφαίρες τους.
Στην περιοχή της Λυγιάς Γερμανοί στρατιώτες ψάχνουν για κρυμμένους αντάρτες. Φτάνουν στο μετόχι του Βερβελάκη από το Κεφαλοβρύσι. Εκεί είναι τα τρία από τα έξι παιδιά του. Ο 15χρονος Στυλιανός, η 12χρονη Μαρία και η 8χρονη Ευαγγελία. Τους βγάζουν τα δόντια, τους σκίζουν τα γυμνά πέλματα. Όμως αυτά δεν μαρτυρούν πού είναι κρυμμένος ο πατέρας τους και οι βάρβαροι τους αφαιρούν τη ζωή. Στην ίδια περιοχή η έγκυος Αικατερίνη Παπαδημητροπούλου κινείται πάνω σε ένα άλογο. Οι σφαίρες των πολυβόλων χτυπούν το άλογο στα πόδια. Πέφτει κάτω μαζί με την γυναίκα. Οι Γερμανοί πλησιάζουν. Με ξιφολόγχη σκίζουν την κοιλιά της πληγωμένης γυναίκας και πετάνε έξω το 8 μηνών έμβρυο. Μάνα, μωρό και άλογο σπαρταρούν δίπλα δίπλα μέχρι να ξεψυχήσουν.
Με το τέλος της μαζικής σφαγής ξεκινάει το επόμενο δράμα. Η ταφή των νεκρών υπήρξε δύσκολη και οδυνηρή. Οι περισσότεροι άντρες εξακολουθούν να παραμένουν στα βουνά. Οι γυναίκες αναλαμβάνουν το οδυνηρό έργο. Τα πρόσωπα των νεκρών είναι παραμορφωμένα λόγω της χαριστικής βολής που δέχθηκαν από πολύ κοντά. «Τα μυαλά του πατέρα μου και του αδελφού μου ήταν χυμένα χάμω», αφηγείται μια γυναίκα στον Καζαντζάκη. «Το γιο μου γουλιά γουλιά τον έπαιρνα και τον έβανα σε σακί και πήγα και τον έθαψα», λέει κάποια άλλη. Με τη βοήθεια των μεγαλύτερων παιδιών μεταφέρουν τους αγαπημένους τους συγγενείς και τους θάβουν. Οι τάφοι γίνονται ομαδικοί για να χωρέσουν οι περισσότεροι. Πολλοί ενταφιάζονται επί τόπου. Όμως η γη είναι πολύ σκληρή λόγω της ανομβρίας και η ταφή γίνεται όπως όπως και το πρωί οι γυναίκες βρίσκουν διεσπαρμένα τα μέλη των αγαπημένων τους προσώπων από τους σκύλους που έχουν σκάψει το νωπό χώμα.
Η ζωή στην επαρχία ύστερα από όλα αυτά γίνεται δραματική. Όμως η εκδίκηση και το μίσος των ναζί δεν σταματάει. Στις 30 Σεπτεμβρίου οι κάτοικοι των χωριών Συκολόγος, Καλάμι, Σύμη, Πεύκος, Κεφαλοβρύσι, Κρεββατάς, διατάχτηκαν να τα εκκενώσουν. Οι κάτοικοί τους γίνονται πρόσφυγες στα διπλανά χωριά και σε χωριά της Μεσαράς. Στα μέσα Οκτωβρίου ειδικά συνεργεία των Γερμανών με μεγάλες ποσότητες εκρηκτικών, αφού πρώτα λεηλατούν όλα τα σπίτια, προχωρούν στο ξεθεμέλιωμά τους. Ισοπεδώνουν τον Κρεββατά, το Κεφαλοβρύσι και ολοκληρώνουν την καταστροφή σε Πεύκο και Σύμη. Κατεδαφίζουν το Συκολόγο κι ένα μέρος του Καλαμιού. Ισοπεδώνουν Γδόχια και Μουρνιές. Οι πρόσφυγες από τα διπλανά χωριά παρακολουθούν με σφιγμένη καρδιά. Μέχρι και σήμερα το ανατολικό μέρος του Δήμου Βιάννου αποκαλείται ως «τα καμένα χωριά».
Και ύστερα,όπως αναφέρει ο Γεώργιος Χρηστάκης, ακολούθησαν οι φοβερές μέρες και νύχτες του χειμώνα. Πρόσφυγες και κάτοικοι των υπόλοιπων χωριών μοιράστηκαν ό,τι είχαν. Μοιράστηκαν και τον πόνο. Ζεστάθηκαν στα τζάκια τους και άρχισαν ένα τιτάνιο αγώνα επιβίωσης. Προπάντων οι γυναίκες. Γυναίκες που χάσανε για πάντα το σύντροφό τους. Γυναίκες με το έμβρυο στην κοιλιά που σε λίγο θα έρχονταν στη ζωή. Γυναίκες με δυο, τρία ή και περισσότερα παιδιά, μα και γέρους γονείς, που μπορεί να γλίτωσαν από τα βόλια των Γερμανών, μα ήταν ανίκανοι για δουλειά. Όλες τους με καρτερικότητα, με ανείπωτη δύναμη ρίχτηκαν στη δουλειά. Ολομερίς στο χωράφι, στις ελιές ή στο αλέτρι για να σπείρουν τις καλλουργιές, που με πολύ κόπο είχαν ετοιμάσει οι άντρες τους. Όλη μέρα έξω στο κρύο και στη βροχή και το βράδυ στο σπίτι ως τη βαθιά νύχτα, να μαγειρέψουν, να πλύνουν και να ράψουν. Να αναθρέψουν με αξιοπρέπεια τα παιδιά τους. Ηρωίδες γυναίκες, που μόνο θαυμασμός και σεβασμός τους πρέπει.
Τα παιδιά της Βιάννου ήταν τα μεγάλα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας. Και αυτά που έχασαν τη ζωή τους από τη ναζιστική λαίλαπα αλλά και όσα επέζησαν του ολέθρου και υποχρεώθηκαν να ανεβούν τον Γολγοθά της ορφάνιας, της φτώχειας, της καταπίεσης. Οι αγαπημένοι μας συγγενείς και συνεπαρχιώτες, που βγήκαν ζωντανοί από τις στάχτες της μαρτυρικής επαρχίας μας είναι αυτοί που μας παραγγέλνουν:
«Συνεχίστε τον αγώνα μέχρι την τελική δικαίωση. Εναντιωθείτε στις απόπειρες επανεμφάνισης του φασισμού και του ναζισμού. Αντιστρατευτείτε τις απόπειρες παραχάραξης και πλαστογράφησης της Ιστορίας. Κρατήστε ζωντανή την ιστορική μνήμη. Μείνετε στις επάλξεις του αγώνα για Δικαιοσύνη». Και αυτό θα πράξουμε!
Φίλες και φίλοι, κυρίες και κύριοι
«Σαράντα μέρες γύριζα το περασμένο καλοκαίρι την Κρήτη για να δω τα χωριά που γκρέμισαν κι έκαψαν οι βάρβαροι, και τους άντρες και τις γυναίκες που τους έντυσαν τη μαύρη αρματωσιά του πένθους. Περίμενα νʼ ακούσω κλάματα και να δω χέρια νʼ απλώνονται, να ζητούν βοήθεια. Και βρήκα ανυπόταχτες, απαράδοτες ψυχές και κορμιά μισόγυμνα, πεινασμένα και αλύγιστα».
Έτσι περιγράφει ο Νίκος Καζαντζάκης την μοναδική Αντίσταση και θυσία της Κρήτης, της Ελλάδας ολόκληρης απέναντι στον φασισμό. Αυτή είναι η Κρήτη, αυτή είναι η Ελλάδα που μας κάνει υπερήφανους!
Κυρίες και κύριοι,
Ως πότε το ελληνικό κράτος θα ανέχεται ή και θα διευκολύνει το εγχείρημα αναθεώρησης της Ιστορίας, που έχει ως στόχο να απαλλάξει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίες από τις απαράγραπτες και θεμελιωμένες στο Δίκαιο και την Ιστορία υποχρεώσεις της έναντι της Ελλάδας;
Ως πότε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας θα αρνείται να αναλάβει την ευθύνη της για τα τερατώδη εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διέπραξε η ναζιστική Γερμανία στην Ελλάδα;
Απαιτούμε τις γερμανικές οφειλές, γιατί η απόδοσή τους, από το θύτη στα θύματα, από τη Γερμανία στην Ελλάδα, δεν θα αφήσει κανένα περιθώριο ιστορικής παρερμηνείας για το τι έγινε στην περίοδο της Κατοχής ακυρώνοντας τα σχέδια αναθεώρησης και πλαστογράφησης της Ιστορίας. Ας το ακούσουν όλοι καλά: Η Εθνική μας Αντίσταση είναι η τιμή και η υπερηφάνεια της Ελλάδας! Η Ιστορία μας έχει γραφεί με το αίμα του λαού μας και δεν θα επιτρέψουμε σε κανέναν να την παραχαράξει!
Απαιτούμε, επίσης, τις γερμανικές οφειλές, γιατί η απόδοσή τουςθα στείλει, παράλληλα, ένα ισχυρό μήνυμα πρόληψης και αποτροπής νέων εγκλημάτωνσε μια περίοδο που η φασιστική απειλή επανέρχεται στο προσκήνιο!
Συνεχίζουμε ενωμένοι στο δρόμο του αγώνα, που άνοιξαν οι Μανώλης Γλέζος, Λάκης Σάντας, Ευάγγελος Μαχαίρας, Γεώργιος Αλέξανδρος Μαγκάκης, Γιάννης Σταμούλης και παλεύουμε μαζί με τους Γερμανούς συναγωνιστές μας διεκδικώντας Δικαιοσύνη κι Αποζημίωση! Και καλούμε την κυβέρνηση και τα δημοκρατικά πολιτικά κόμματα, με ενότητα και αποφασιστικότητα, να υλοποιήσουν την ομόφωνη απόφαση της Βουλής των Ελλήνων της 17ης Απριλίου 2019 διεκδικώντας, επιτέλους, από τη Γερμανία όσα μας ανήκουν!
Κυρίες και κύριοι,
Όσο κι αν η ναζιστική Γερμανία προσπάθησε να αφανίσει την επαρχία μας δεν τα κατάφερε! Με σκληρό αγώνα οι ηρωίδες γυναίκες ανέθρεψαν με αξιοπρέπεια τα παιδιά τους και αναστήλωσαν τα χωριά τους. Και σήμερα τα χωριά της Βιάννου και δυτικής Ιεράπετρας στέκουν υπερήφανα στη θέση τους, τιμούν την Ιστορία τους, αγωνίζονται για δικαιοσύνη, δημοκρατία και κοινωνική προκοπή. Αντιστέκονται με σθένος στη λήθη και την παραχάραξη της Ιστορίας.
Συνεχίζουμε στον δρόμο του αγώνα για Δικαιοσύνη και Αποζημίωση μέχρι την τελική δικαίωση, όπως έκανε σε όλη του τη ζωή ο αδελφός μου Γιάννης, που έφυγε πριν λίγους μήνες από τη ζωή.
Κι όπως γλαφυρά μας λέει και ο χαρισματικός μαντιναδολόγος και αγαπημένος μου συγχωριανός Γιώργης Ραπτάκης :
«Δεν είναι η μνήμη των νεκρών
προγόνων μας σβησμένη
και το αθώο αίμα τους
δικαίωση προσμένει!»
*Πρόκειται για την ομιλία που εκφώνησε ο κ. Αριστομένης Αρ. Συγγελάκης, Πρόεδρος της Ένωσης Θυμάτων και Πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής του Μουσείου Ολοκαυτώματος Δήμου Βιάννου στις εκδηλώσεις για τα 80 χρόνια από το Ολοκαύτωμα της Βιάννου και των χωριών της Δυτιικής Ιεράπετρας
Φωτογραφία: Παναγιώτης Σ. Δελλαμάνης