Ένας παλιός χιονιάς


Χιονιάς σήμερα, κι αυθόρμητα μου ήρθε στο μυαλό εκείνη η έκθεση που είχε γράψει ένας συμμαθητής μας στο Δημοτικό , μιας και τότε οι δάσκαλοι φρόντιζαν , να γράφουμε καθημερινά ημερολόγιο για ότι μας έκανε εντύπωση την προηγούμενη μέρα, αλλά και έκθεση με περιεχόμενο κάποιο σημαντικό γεγονός, ή κάποια γιορτή της εποχής.
Λίγες μέρες πρίν είχε πλακώσει ένας μεγάλος χιονιάς και όλα τα Μέσα Χωριά της Βιάννου, που όλα είναι κτισμένα στις δασωμένες πλαγιές της Δίκτης, είχανε γίνει κάτασπρα και το θέαμα των χιονισμένων χωριών και των δέντρων ήτανε εντυπωσιακό.
Ευτυχώς οι γονείς μας είχανε φέρει τον προηγούμενο καιρό γομάρια τα ξύλα και υπήρχε μεγάλο απόθεμα για τη φωτιά,και οι βοσκοί είχανε κατεβάσει στους γιαλούς τα οζά τους απο τον Αμαλό μα μέχρι και στην παραλία είχε φτάσει το χιόνι. ΟΙ Γυναίκες είχανε μαντριστεί στα σπίτια και βρήκανε την ευκαιρία να κάνουν τις δουλειές του σπιτιού που είχαν αφήσει για το λιομάζωμα , και οι πατεράδες μας την είχαν αράξει με ιστορίες και πειράγματα , γύρω από τις ξυλόσομπες των Καφενείων που άναβαν στο φούλ από το πρωϊ μέχρι το βράδυ. Τα παιδιά κάποια με γαλότσες και τα περισσότερα με Ελβιέλα ήταν τα μόνα που κυκλοφορούσαν στο χωριό,και αψηφώντας το κρύο παίζαμε χιονοπόλεμο, φτιάχναμε χιονάνθρωπους και αλίμονο στην κοπελιά που ήθελε να ξεπορτίσει γιατί γινότανε αμέσως στόχος. Μιας και οι γαϊδάροι ήτανε δεμένοι στα αχίρια , αναλαμβάναμε εμείς να ανοίξουμε με τα ζάλα μας διόδους στα καλντερίμια για να μετακινούνται οι νοικοκυρές.. Δεν ήταν λίγες οι φορές ,που γλιστρούσαμε και προσγειωνόμασταν ανώμαλα στο χιόνι . Αλίμονο μας όμως αν τύχαινε να ανέβουμε σε κανένα χιονισμένο δώμα, γιατί τα περισσότερα τότε ήτανε χωμάτινα και αν περπατούσες πάνω τους, μουσκεμένα όπως ήταν συρρώνανε στη συνέχεια , έπρεπε οι νοικοκυράδες να βάζουνε λεκάνες από κάτω για να μη γεμίζει λούζες το σπίτι. Το βράδυ αποδιασκελώναμε στη παραστιά για να ζεσταθούμε και να τα στεγνώσουμε τα ρούχα μας για να τα ξαναβάλουμε την άλλη μέρα. ΄Ετσι όμως με τα κοντά παντελόνια όπως είμαστε ,τα ατζά μας πολύ σύντομα γεμίζανε Μαργωτίδες κι εκάνε μέρες για να φύγουνε. Η παραστιά σε τέτοιες μέρες ήταν το πιό σημαντικό μέρος του σπιτιού. ΄Ηταν η μοναδική πηγή θέρμανσης,εκεί μαγείρευε η μάννα μας με τα ξύλα και εμείς βάζαμε στον Αθω πατάτες ,κανένα μεζεδάκι όταν τύχαινε και καμιά φορά κάστανα που έφερνε στα χωριά μας ο Νικολής ο Λαμπάδας. Εκεί έμαθα απο τον πατέρα μου όλη την ιστορία του Αλβανικού μετώπου και της Αντίστασης στην περιοχή μας.
Το σχολειό όμως δούλευε κανονικά με κάθε καιρό. Και η βέργα δεν ήξερε ούτε απο χιονιάδες ούτε απο κάψες.
Απαραίτητα έπρεπε να γράφουμε καθημερινά ημερολόγιο για τις εντυπώσεις μας σε ένα μεγάλο βαθμό ήταν πάνω κάτω οι ίδιες.
Με αφορμή εκείνο το χιονιά ,η έκθεση ήταν αναπόφευκτο κακό και για να γεμίσει μια κόλα έπρεπε να γράψουμε του κόσμου τις φαντασίες αφου δεν τολμούσαμε να γράψουμε τις ατσουμπαλιές μας.. Φαίνεται όμως πως η έκθεση ενός γεροδεμένου συμμαθητή μας που μόλις είχε αρχίσει να βγάζει μουστάκι , ενθουσίασε τη δασκάλα και την άλλη μέρα τον έβγαλε να τη διαβάσει.. Εκείνος στάθηκε απέναντι μας περήφανος για την επιλογή και όλος αυτοπεποίθηση άρχισε να διαβάζει με στόμφο . Μαρία! Μαρία! μου φώναξε η μητέρα μου το πρωί. Σήκω κοριτσάκι μου να ειδής τα χιόνια... ΄Ητανε έτοιμος να συνεχίσει παρακάτω, μα η δασκάλα βλέποντας και τις δικές μας αντιδράσεις να καταχτυπιόμαστε στο θρανίο ,ίσως και να σκέφτηκε πως τον ξεμπρόστιασε , τον διέκοψε ευγενικά και το υπόλοιπο μάθημα ήτανε να προσπαθούμε να γράφουμε τις δικές μας σκέψεις αντι να καταφεύγουμε σε Εκθεσιογράφο.- Πιστεύω πως αυτό το μάθημα απελευθέρωσε σε ένα βαθμό τις όποιες δυνατότητες μας.
*Κείμενο από παλαιότερη ανάρτηση του Στέλιου Μπαρμπαγαδάκη