Άνθρωποι και ζώα
Εις τας ιδέας των ανθρώπων παρουσιάζεται μια αντίφασις αξιοπαρατήρητος.
Ενώ θεωρούμεν τα ζώα κατώτερά μας και δεν δύναται ακόμη να χωρέση εις το λογικόν μας η θεωρία περί της μεταξύ ανθρώπου και κτηνών συγγενείας, αφ' ετέρου δίδομεν πολλάκις περισσοτέραν πίστιν εις το ένστικτον αυτών παρά εις την ιδικήν μας νοημοσύνην. Πόσοι δεν πιστεύουν ότι ο σκύλος προμαντεύει τους θανάτους και τα δυστυχήματα και ότι θρηνεί ημέρας πριν αποθάνη γνώριμός του άνθρωπος;
Και δεν σας φαίνεται περίεργον ότι οι τοιαύτα πιστεύοντες ουδέποτε σκέπτονται ότι ο σκύλος ουρλιάζει ίσως διά τον επικείμενον θάνατον ομοφύλου του; Είνε και τούτο μία εκ των εκδηλώσεων της παιδαριώδους οιήσεως και του εγωισμού του ανθρώπου, όστις νομίζει ότι τα πάντα γύρω του εδημιουργήθησαν διά να τον υπηρετώσιν εφ' όσον ζη και διά να τον θρηνήσωσιν όταν αποθάνη.
Διά την νοημοσύνην του χοίρου βεβαίως δεν έχουν οι άνθρωποι μεγάλην ιδέαν και όμως εις πολλά μέρη πιστεύουσιν ότι προμαντεύει τας κακοκαιρίας ασφαλέστερον από τους μετεωρολόγους και τα όργανά των.
Εις την Κρήτην διηγούνται περίεργον ανέκδοτον σχετικόν με το χάρισμα τούτο του ρυπαρού τετραπόδου.
Οι Τούρκοι διά ν' αρχίσουν τας νηστείας του Ραμαζανιού και να εορτάσουν το Μπαϊράμι, ήτοι το πάσχα των, πρέπει να ίδουν την νέαν σελήνην. Εις παλαιούς δε χρόνους, ότε η αστρονομία δεν ήρχετο εις επικουρίαν, ούτε υπήρχε το μέσον της τηλεγραφικής συγκοινωνίας, συνέβαινε να μη συμπίπτη ενίοτε το Μπαϊράμι εις τα διάφορα μέρη.
Κατά την εποχήν εκείνην ένας γιανίτσαρος, μεταβαίνων από του ανατολικού μέρους της Κρήτης εις το δυτικόν, εσταμάτησεν εις τον Αποκώρωνα, όπου τον εφιλοξένησεν ένας παπάς. Όταν δε ετοιμάσθη να εξακολουθήση την πορείαν του, ο παπάς του είπε:
— Το καλό που σου θέλω, αγά, μείνε και αύριο φεύγεις.
— Γιατί;
— Γιατί θα σε πιάση βροχή στο δρόμο.
— Πώς το ξέρεις;
— Δεν βλέπεις το γουρούνι ότι κρατεί ξύλα στο στόμα του; Είνε σημείο σίγουρο ότι θάχωμε βροχή.
Ο γιανίτσαρος έπτυσεν, ως κάμνουν οι Μουσουλμάνοι όταν βλέπουν το ακάθαρτον ζώον, και είπε χλευαστικώς προς τον παπάν ότι άφηνεν εις τους χριστιανούς την ανοησίαν και την ασέβειαν να θεωρούν τους χοίρους προφήτας, και ανεχώρησεν. Αλλ' άμα απεμακρύνθη, τον κατέλαβε τοιαύτη βροχή, ώστε διέτρεξε μέγαν κίνδυνον. Μετά τινας ημέρας επιστρέφων εσταμάτησε πάλιν εις του παπά, προς ον είπε:
— Σε βεβαιώ, παπά, ότι ο χοίρος σου έχει περισσότερο νου απ' όλους τους Τούρκους. Εγώ, φεύγοντας από το Κάστρο αφήκα Μπαϊράμι· αλλά στο Ρέθυμνο ευρήκα Ρεμαζάνι κ' εις τα Χανιά σήμερο μόνο εκάμανε Μπαϊράμι!
Αν είχαν ίσην με τον Τούρκον εκείνον ειλικρίνειαν και οι σημερινοί μετεωρολόγοι θα έκαμναν ανάλογον ομολογίαν διά τους εαυτούς των. Σήμερον δεν προμαντεύουν οι αστρονόμοι γεννήσεις μεγάλων ανδρών, και πτώσεις βασιλέων, και πολέμους, όπως άλλοτε· αλλά καίτοι περιορισθέντες μόνον εις την πρόγνωσιν του καιρού, φαίνεται ότι δεν έχουν εις την επιστήμην των όσην πεποίθησιν είχεν ο παπάς εις τον χοίρον του.
Εφέτος οι εν Γαλλία επρομάντευσαν ότι θα έχωμεν βαρύν χειμώνα· και την προφητείαν βασίζουν, όχι εις τα σημεία του ουρανού ή της ατμοσφαίρας, αλλ' εις το προαίσθημα των χελιδόνων. Επειδή αι χελιδόνες ανεχώρησαν ενωρίτερον του συνήθους, υποτίθεται δε ότι τα αποδημητικά πτηνά αναχωρούν εις θερμότερα κλίματα, άμα αισθανθούν επικείμενον το ψύχος, συνεπέραναν ότι θα έχωμεν πρόωρον και βαρύν χειμώνα.
Άρα οι μετεωρολόγοι έχουν μεγαλειτέραν πεποίθησιν εις την σοφίαν των χελιδόνων παρά εις την επιστήμην των.
(Νοέμβριος 1896)
Ιωάννης Κονδυλάκης