2003: Η επιστροφή της Μαρίας Καρχιλάκη από την εμπόλεμη ζώνη

Τέτοιες ημέρες το 2003, επέστρεφε από την εμπόλεμη ζώνη του Ιράκ, η πολεμική ανταποκρίτρια με καταγωγή από την Έμπαρο, Μαρία Καρχιλάκη.
Ξεφυλλίζοντας την παλιά εφημερίδα "Πατρίς", θυμόμαστε τη συνέντευξη που παραχώρησε λίγες ημέρες μετά την άφιξη της:
"Δύο μόλις μέρες μετά την επιστροφή της στην Ελλάδα και στην αγκαλιά των δικών της ανθρώπων, η γυναίκα που έζησε τη φρίκη του πολέμου στο Ιράκ, η Ηρακλειώτισσα Μαρία Καρχιλάκη μιλά στην “Π” αποκαλύπτοντας τις δύσκολες ώρες που πέρασε, προσπαθώντας να κάνει όσο πιο καλά μπορεί τη δουλειά της.
“Αποφάσισα να επιστρέψω γιατί σ’ένα πόλεμο το πρώτο θύμα είναι η είδηση και θεωρώ ότι ένας επαγγελματίας που θέλει αυτή τη χρονική στιγμή και συγκυρία να επικεντρώνει την προσπάθεια του στο κομμάτι που λέγεται “ερευνητική δημοσιογραφία” δεν έχει λόγο ύπαρξης εκεί” λέει χαρακτηριστικά δηλώνοντας παράλληλα ότι μόλις ο πόλεμος τελειώσει τότε θα επιστρέψει στη Βαγδάτη προκειμένου να καταγράψει την επόμενη μέρα και να ξαναδεί τους φίλους της, τον Μοχάμεντ και τον Τζαμάλ που άφησε πίσω της.
Μιλά για την κόρη της χαρακτηρίζοντας την “παιδί της μαμάς” άρα... “τσαμπουκάς”, τα συναισθήματα που ένιωσε βλέποντας τις “παράπλευρες απώλειες” δηλαδή τα αθώα θύματα αλλά και για τα μελλοντικά της σχέδια...
Ερωτ.: Δύο μόλις μέρες στην Ελλάδα.
Ο ήχος των βομβών, ο ήχος του πολέμου, ηχεί ακόμα στ’αυτιά σας;
Απαντ.: Η αλήθεια είναι ότι υπέστην ένα πολιτισμικό σοκ, όχι γιατί εμείς είμαστε καλύτεροι κι εκείνοι είναι χειρότεροι αλλά γιατί εμείς είμαστε πολύ διαφορετικοί από εκείνους.
Οι κουλτούρες διαφορετικές, το πλαίσιο και η δομή της κοινωνίας τελείως άλλα. Αυτό πάντα παίρνει χρόνο, μετά από κάθε αποστολή για να το συνηθίσεις...
Ερωτ.: Στο δρόμο της επιστροφής ποιά ήταν η σκέψη που κυριαρχούσε στο μυαλό σας;
Απαντ.: Καμιά ιδιαίτερη... Δηλαδή θέλω να σας πω ότι αυτός ο συναισθηματισμός σ’έναν άνθρωπο που κάνει αυτή τη δουλειά εδώ και κάτι χρόνια, δεν υπάρχει. Εχω την αίσθηση, ότι εσείς τα βλέπετε λίγο πιο.. “φουσκωμένα”... Εγώ πήρα μια απόφαση, κοίταξα τον εαυτό μου στον καθρέφτη, έκανα μια κουβέντα μαζί του, πίστευα ότι εκείνη τη στιγμή έπρεπε να φύγω. Στα χρόνια που κάνω αυτή τη δουλειά και στο επίπεδο της καριέρας μου που βρίσκομαι τώρα να καλύπτω το μεσοδιάστημα ενός πολέμου, θεωρώ ότι ένας δημοσιογράφος που θέλει αυτή τη χρονική στιγμή και συγκυρία να επικεντρώνει την προσπάθειά του στο κομμάτι που λέγεται “ερευνητική δημοσιογραφία” δεν έχει λόγο ύπαρξης εκεί. Μ’ενδιέφερε το πριν, η αρχή του πολέμου και μ’ενδιαφέρει βεβαίως να καταγράψω την επόμενη μέρα.
Ερωτ.: Οι δικοί σας άνθρωποι και ιδιαίτερα η κόρη σας πως σας υποδέχτηκαν όταν γυρίσατε; Ποιές οι πρώτες ερωτήσεις της για τα όσα ζήσατε εκεί;
Απαντ.: Μεγάλη-μεγάλη αγκαλιά και πολύ μεγάλη χαρά, όμως θέλω να σας πω ότι είναι παιδί δικό μου, άρα έχει πολλά στοιχεία της μαχητικότητας του χαρακτήρα μου- έχει πολύ τσαμπουκά. Είναι ένα παιδί εκπαιδευμένο γιατί αυτή τη μαμά γνώρισε από τον πρώτο πρώτο καιρό, ήταν πολύ μικρή όταν έφυγα στην πρώτη αποστολή -τότε ήταν ο εμφύλιος στο Νότο- στη συνέχεια η Γιουγκοσλαβία και τώρα το Ιράκ.
Είναι ένα παιδί που ξέρει τη δουλειά της μαμάς, τη σέβεται, της αρέσει που τη ρωτούν στο σχολείο. Δεν ξέρω αν ανησυχεί και πόσο ανησυχεί. Δε νομίζω ότι έχει τη σχέση του θανάτου ή του κινδύνου που έχει ένας ενήλικας.
Πάντως σε όλη τη διάρκεια της παραμονής μου μιλούσαμε καθημερινά στο τηλέφωνο, ήταν ενήμερη για τα πάντα, με παρακολουθούσε από την τηλεόραση, άρα η αντίδρασή της δεν ήταν αυτή που ενδεχομένως να περίμενε κάποιος- να κλαίει, να φωνάζει και να υποδέχεται μ’αυτές τις θερμές αντιδράσεις τη μαμά της. Χάρηκε πάρα-πάρα πολύ αλλά σας λέω στο πλαίσιο ενός παιδιού εκπαιδευμένου που έχει μια μαμά που λείπει συχνά σε ταξίδι για δουλειές.
Ερωτ.: Η απόφαση του να φύγετε σε μια αποστολή είναι μια δύσκολη απόφαση;
Απαντ.: Είναι απόλυτα συνειδητή απόφαση. Νομίζω ότι θα με πειράξει περισσότερο αν βλέπω από τον καναπέ του σπιτιού μου ή από το δημοσιογραφικό μου γραφείο την εξέλιξη μιας τέτοιας ιστορικής στιγμής και να μην είμαι εκεί να την καταγράψω.
Ερωτ.: Ποιά είναι η πιο σκληρή εικόνα που σας έχει μείνει στο μυαλό από τη Βαγδάτη;
Απαντ.: Θα έλεγα η μέρα της σφαγής του Al SAF. Ενας χώρος έκτασης 300 μέτρων, φρικτά βομβαρδισμένος, “ξεκοιλιασμένα” τα κτίρια, κατεστραμμένος, πτώματα πολλά καβουρνιασμένα στο δρόμο, πολλά διαμελισμένα, φοβερή αμμοθύελλα και τα παπούτσια μου να βουλιάζουν μέσα σ’ένα πράγμα πηχτό από λάσπη, από την άμμο της ερήμου και αίμα.
Ερωτ.: Πόσο δύσκολο είναι για έναν άνθρωπο και ειδικότερα για μια μητέρα να κρατάει ίσες αποστάσεις όταν βλέπει μικρά παιδιά να πεθαίνουν δίπλα της;
Απαντ.: Μα είμαι επαγγελματίας! Η συγκίνηση δεν έχει θέση εκείνη τη στιγμή στο μυαλό μου. Είναι μια δουλειά, μια δουλειά δύσκολη μεν αλλά δουλειά.
Ερωτ.: Τα συναισθήματα εν μέσω πολέμου ανάμικτα.
Φόβο νιώσατε; Θυμό;
Απαντ.: Και πάλι επιμένω. Τέτοια συναισθήματα δεν πρέπει να έχουν θέση σ’αυτή τη δουλειά. Φόβο όχι, δεν ένιωσα στη Βαγδάτη. Στο Κοσσυφοπέδιο ένιωσα περισσότερο φόβο. Θυμό ναι. Θυμό όταν είδα στην αγορά της Βαγδάτης το ξεκοιλιασμένο σώμα μιας εγκύου και το έμβρυο πεταμένο έξω, ναι. Εκεί νιώθεις ανείπωτη οργή.
Ερωτ.: Τώρα που γυρίσατε, που είσαστε ασφαλής στην αγκαλιά των δικών σας ανθρώπων τί σας λείπει από τη Βαγδάτη;
Απαντ.: Μου λείπουν οι άνθρωποι, οι άνθρωποι που γνώρισα εκεί και τους θεωρώ φίλους.
Ο Μοχάμεντ, ο Τζαμάλ... Ισως δεν σας λένε τίποτα αυτά τα ονόματα.
Για μένα είναι όμως εικόνες και πρόσωπα που θα προστεθούν διπλα σ’εκείνα της Γιουγκοσλαβίας της Αλβανίας, της Παλαιστίνης... Αυτά τα μάτια, θα’ναι πάντα μέσα μου.
Ερωτ.: Μετά το τέλος του πολέμου, η Μαρία Καρχιλάκη, θα επιστρέψει στον τόπο του... “εγκλήματος”;
Απαντ.: Αυτό είναι αυτονόητο... Μ’ενδιαφέρει και επαγγελματικά, μ’ενδιαφέρει και προσωπικά.
Ερωτ.: Εαν σκιαγραφουσατε την προσωπικότητα των Ιρακινών, τι θα λέγατε;
Απαντ.: Περήφανος λαός, αξιοπρεπής λαός, με συνείδηση της ιστορίας του και μεγαλείο... Πολύ ωραίοι άνθρωποι...
Ερωτ.: Πως αντιδρούν στην νέα αυτή επίθεση των Αμερικανών;
Απάντ.: Είναι εκπαιδευμένοι. Μην ξεχνάτε ότι είναι μια χώρα που από το 1980 “μαστίζεται” από πολέμους... 13 χρόνια εμπάργκο-συχνούς-πυκνούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς... Υπάρχει γενιά ανθρώπων που έχει ζήσει μόνο μέσα στον πόλεμο. Πάρα πολύ ψύχραιμοι...
Ερωτ.: Σε μια πρόσφατη συνέντευξη σας αναφέρατε ότι το πρώτο “θύμα” του πολέμου είναι η είδηση. Πόσο έντονα το νιώσατε αυτό και πως το αντιμετωπίσατε;
Απαντ.: Επειδή δεν ήθελα να το νιώσω περισσότερο γι’αυτό και έφυγα. Είναι βέβαιο ότι η προπαγάνδα κυριαρχεί και στις δύο πλευρές, δύσκολα μπορεί να μιλήσει κανείς για πραγματική είδηση. Το μόνο που μπορεί να κάνει κανείς είναι να βλέπει, με την πείρα του ν’αξιολογεί και να ερμηνεύει αυτό που βλέπει, να ακούει και πάλι να φιλτράρει... Η είδηση είναι βέβαιο ότι είναι το πρώτο θύμα του κάθε πολέμου, όχι μόνο αυτού του πολέμου.
Ερωτ.: Τι έχει μείνει στη Μαρία μετά απ’όλες αυτές τις αποστολές;
Απαντ.: Γιατί θα έπρεπε να μείνει κάτι; Δηλαδή για μένα είναι το ίδιο σημαντική η δουλειά ενός πολιτικού συντάκτη, η δουλειά ενός ελεύθερου ρεπόρτερ. Μένει μια ικανοποίηση.
Εκανα ή δεν έκανα καλά τη δουλειά μου...
Ο επαγγελματισμός δοκιμάζεται σκληρά είτε βρίσκεσαι στη Βαγδάτη είτε σε μια διαδήλωση στο Σύνταγμα. Το καλό βέβαια είναι ότι όταν είσαι στη Βαγδάτη είσαι πραγματικά εκεί όπου γράφεται η ιστορία...
Ερωτ.: Τα μελλοντικά σχέδια. Τι θέλει η Μαρία Καρχιλάκη σε επαγγελματικό αλλά και σε προσωπικό επίπεδο;
Απαντ.: Να κάνω αυτή τη δουλειά. Τίποτα άλλο. Δεν μ’ενδιαφέρουν ούτε οι διευθυντικές θέσεις, δεν μ’ενδιαφέρει μανατζάρισμα ανθρώπων... Τίποτα άλλο. Να μπορώ ελεύθερα να κάνω τη δουλειά μου. Να έχω καλές σχέσεις με τους διευθυντές μου, ν’ακούν αυτά που τους λέω, να έχω ζωτικό χώρο και πεδίο δράσης. Να μπορώ ελεύθερα να γράφω και να διηγούμαι ιστορίες..."