Χωριά της Βιάννου σε εγκατάλειψη
Τα χωριά της Βιάννου έχουν μια ιστορία που ξεκινάει απο πριν το 2000 πχ.με την ίδρυση του πρώτου οικισμού στον Χόνδρο και αμέσως μετά την Βιάννο. Τα περισσότερα είναι κτισμένα στα Ριζά της Δίκτης κατά μήκος του οδικού άξονα Ηράκλειο Ιεράπετρα και σε απόσταση 12 13 χιλιόμετρα απο το νότιο κρητικό πέλαγος. Τα περισσότερα χωριά της πυρπολήθηκαν και καταστράφηκαν την κατοχή απο τους Ναζί και 301 κάτοικοι εκτελέστηκαν σε τρεις μέρες πληρώνοντας το τίμημα για τη συμμετοχή τους στην Εθνική Αντίσταση.
Οι Κάτοικοι της είναι καλοσυνάτοι,φιλότιμοι και δουλευτάδες. Οι παλιότεροι που επέζησαν, τα ορφανά που ανδρώθηκαν πρόωρα, και οι χήρες μανάδες, πήραν πάνω τους με ευθύνη τη ζωή και την πορεία του τόπου και χωρίς καμία απολύτως βοήθεια τα κατάφεραν. Μέχρι και τη 10ετία του 1960 για εκατοντάδες χρόνια, η κύρια δραστηριότητα ήταν η ελαιοκαλλιέργεια που την ασκούσαν οι αγρότες με τον παραδοσιακό τρόπο σχετικά περιμετρικά στα ορεινά χωριά τους.
Στα νοτιότερα ακίνητα της παραλιακής ζώνης λόγω έλλειψης νερού (με εξαίρεση την κοιλάδα της ‘Αρβης που είχαν υπαίθριες μπανανιές) καλλιεργούσαν κυρίως σιτηρά. Μηχανική καλλιέργεια δεν υπήρχε και οι αγροτικές δουλειές γίνονταν χειρωνακτικά από την οικογένεια και με τη βοήθεια των ζώων. Ακόμα και τα μαθητούδια συνέβαλαν σημαντικά στον ελεύθερο χρόνο τους και αυτό βοηθούσε και την οικογένεια αλλά και στην εκπαίδευση τους και επίσης με αυτό τον τρόπο κατανοούσαν καλύτερα τον αγώνα των γονιών.
Τις διατροφικές ανάγκες τους τις κάλυπταν με ίδια παραγωγή σε (κηπευτικά, όσπρια, σιτηρά, γαλακτοκομικά, και σε κρέας περιοδικά και ιδιαίτερα στις γιορτές. Για ελάχιστα κατέφευγαν στον Μπακάλη. Οι συναλλαγές κατά κόρον γίνονταν με λάδι.
Γύρω από τα χωριά υπήρχαν καλοφροντισμένα περιβολάκια και αρκετά οπωροφόρα δένδρα. Ενίοτε συμπλήρωναν το πενιχρό εισόδημα με κάποια μεροκάματα που και αυτά σπάνιζαν εντός του χωριού, αλλά και πιο μακριά πχ για τον τρύγο ή στα σκάμματα. Υπήρχε διαφορετική κοινωνική διαστρωμάτωση, η πλειοψηφία όμως ήταν μεσαίου μεγέθους αγρότες.
Σε πιο καλή οικονομική θέση ήταν εκείνοι που ασκούσαν παράλληλα κάποια επαγγελματική δραστηριότητα προσαρμοσμένη στις βασικές ανάγκες των κατοίκων. Σε κάθε χωριό υπήρχαν αρκετά καφενεία μπακάλικα, κουρείο, τσαγκάρης, μαραγκός, φούρνοι κεντρικοί και ιδιωτικοί, ραφεία, μοδιστράδικα, και σε κάποια χωριά εξειδικευμένα εργαστήρια όπως του Σιδερά, Σωμαρά, Πεταλωτή, μαχαιράδικά λεμονατζήδικα, Αγιογραφίας, ντενεκετζή αλευρόμυλοι.κ.α).
Υπήρχαν επίσης παλιότερα φάμπρικες και αργότερα μηχανοκίνητα ελαιουργεία. Στα περισσότερα σπίτια υπήρχαν αργαλειά για τις ανάγκες της οικογένειας και την προίκα των κοριτσιών. Κατά καιρούς έρχονταν κάθε είδους έμποροι από τη χώρα με εμπορεύματα ένδυσης και υπόδησης, ψαρικά, ακόμα και παγωτά. Υπήρχαν επίσης περιφερειακά Ιατρεία, οδοντίατρος και Μαίες σπουδαγμένες και Πραχτικές.
Ετσι στα χωριά υπήρχε ένας οργασμός παραγωγικότητας, και οι μεγάλες ηρωίδες ήταν οι γυναίκες που για να τα προλάβουν όλα ξυπνούσαν αξημέρωτα και κοιμόντουσαν μόνο αφου τα είχαν όλα τακτοποιήσει. Πάντα όμως υπήρχε η ανάγκη και η διάθεση να ξεφύγουν τα παιδιά από αυτό τον αέναο και δύσκολο αγώνα.
Τα σπίτια, τα περισσότερα πετρόκτιστα με δοκάρια και χωμάτινες σκεπές τα συντηρούσαν κάθε φθινόπωρο με ειδικό χώμα (Λεπίδα) Αρκετά δώματα στην αρχή καλύφτηκαν με ψευτο ταράτσες (χωρίς οπλισμό) ή χτίστηκαν νέα χρησιμοποιώντας σαν οικοδομικό ύλικό την βουνίσια τσάχαλη και αργότερα τον άμμο και το τσαϊλι από την παραλία. ΄Ετσι βελτιώθηκε σημαντικά η οικοδομική δραστηριότητα.
Κινητήριος οικονομική δύναμη ήταν το λάδι, από το οποίο περίμεναν να καλύψουν τις καθημερινές ανάγκες τους, πουλώντας το οκά –οκά στον μπακάλη,. Υπήρχε συνετή διαχείριση του προϋπολογισμού και τα χρέη ήταν ελάχιστα και μόνο γιαυτούς που μπορούσαν να τα σηκώσουν.
Υπήρχε επίσης έντονη κοινωνικότητα. Παρέες και ανταλλαγές επισκέψεων χωρίς τυπικότητες, αποσπερίδες στις γειτονιές και ενίοτε γλέντια στα καφενεία που έσφυζαν από ζωή, Τα σχολεία σε κάθε χωριό είχαν σημαντικό αριθμό μαθητών και δασκάλων και όσοι είχαν την δυνατότητα (και θετικό πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων) συνέχιζαν με επιτυχία στη δευτεροβάθμια και την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Η αλληλεγγύη είχε την έκφραση της και με τα καερέτια (δωρεάν αλληλοβοήθεια για σκληρές δουλειές και οι κάτοικοι συμμετείχαν ενεργά σε έργα υποδομής με υποχρεωτική άμισθη εργασία για τη συντήρηση των πολυσύχναστων τότε αγροτικών δρόμων και μονοπατιών.
Πηγή ζωής επίσης ήταν οι πλούσιες πηγές που τις τροφοδοτούσαν τα νερά της Δίκτης. Τα χωριά είχαν καθημερινή σύνδεση με το Διοικητικό κέντρο τη Βιάννο και με το Ηράκλειο. Τα μονοπάτια και οι κεντρικοί αγροτικοί δρόμοι ήταν πολυσύχναστοι και καλά συντηρημένοι και ο θεσμός του τότε κοινοτάρχη ήταν και ουσιαστικός και αποδοτικός.
Νέο παραγωγικό μοντέλο
Το παραγωγικό αυτό μοντέλο της περιοχής που κράτησε για 100άδες χρόνια, άρχισε να αλλάζει από τις αρχές του 1970, με τη μεταφορά αφενός της αγροτικής δραστηριότης, στην παραλιακή ζώνη (στα πρώην σποροχώραφα) και αφετέρου με αλλαγή της πρωτεύουσας καλλιέργειας από τις ελιές στην υπαίθρια καλλιέργεια πρώιμων κηπευτικών στην αρχή ντομάτες για εμπορική εκμετάλλευση.
Αυτό προϋπόθετε μεγάλου κόστους επενδύσεις για τη διαμόρφωση των πρώην ξηρικών ακινήτων, την επαύξηση της γονιμότητας τους, την αντιανεμική προστασία τους και κυρίως για την μετατροπή τους σε αρδευόμενα ακίνητα τη διάνοιξη γεωτρήσεων αλλά και τη μεταφορά με χιλιόμετρα λάστιχα το διαθέσιμου νερού που είχαν για να ποτίζουν τα κηπούλια στα ορεινά χωριά.
Ο αγώνας όμως για την παραγωγή της ντομάτας είχε αφενός πολύ μεγάλο κόπο αφετέρου οι αγρότες ήταν εκτεθειμένοι στην “μεγαλοσύνη” του εμπόρου και στο θυμό του του θεού και δεν ήταν λίγες οι φορές που έτοιμη η παραγωγή μεγάλης αξίας καταστράφηκε σε μια νύχτα είτε από το χαλάζι είτε από τον αέρα.
Σύντομα δημιουργήθηκαν θερμοκηπιακές εκμεταλλεύσεις και σε αυτό βοήθησαν οι πειραματικές έρευνες στην Ιεράπετρα από τον Ολλανδό γεωπόνο Παύλο Κούπερς (Paul Herman Felix Kuypers).
Για πρώτη φορά οι αγρότες άρχισαν να χρεώνονται με τραπεζικά δάνεια που δεινοπάθησαν να τα εξοφλήσουν. Ενώ όμως η δραστηριότητα μετακινήθηκε μαζικά 13 χιλ νοτιότερα, από όλους τους οικισμούς της Βιάννου, και συμβάλει τα μέγιστα στην Εθνική οικονομία ποτέ μέχρι σήμερα το κράτος δεν στήριξε την προσπάθεια τους, ούτε κάν με τη δρομολόγηση κάποιου λεωφορείου που θα διευκόλυνε την μετακίνηση τους στον νέο τόπο της εργασία τους…
Αυτή η αδυναμία είχε και έχει καταστροφικές συνέπειες στην ύπαρξη των ορεινών χωριών που σταδιακά άρχισαν να εγκαταλείπονται και να ερημώνουν.
Στην αρχή οι αγρότες ανεβοκατέβαιναν από τα χωριά στην παραλιακή ζώνη, με τα πόδια και με τα ζώα τους με αποτέλεσμα να χάνουν πολύτιμο χρόνο 3ων 4ων ωρών και να υφίστανται και επιπλέον κόπωση
Σταδιακά άρχισαν να διαμένουν σε πρόχειρες καλύβες και σε δωμάτια που κατασκεύαζαν πρόχειρα, και αναγκαστικά περιόριζαν τις επισκέψεις τους στα χωριά τους, με αποτέλεσμα να παραμελείτε και η συντήρηση τους που σταδιακά άρχισε να γίνεται ασύμφορη.
Η ζωή επέβαλε να δημιουργήσουν νέες κατοικίες στο νέο τόπο της δραστηριότητα τους, και σε αυτό επικέντρωσαν την προσπάθεια τους. Φυσικά υπήρξαν και οι εξαιρέσεις παρόλα αυτά τα πανέμορφα ορεινά χωριά της Βιάννου (σε αντίθεση με την παραλιακή ζώνη) να εμφανίζουν σήμερα εικόνα παρακμής και εγκατάλειψης.
Στα περισσότερα έχουν εγκαταλειφθεί ολόκληρες γειτονιές, και με κάθε αναχώρηση κάποιου υπέργηρου που επιμένει να μην το εγκαταλείπει, το παλιό σπίτι σε πρώτη φάση κλείνει και ακολουθεί η κατάρρευση του. Το φαινόμενο αυτό αρχίζει να παίρνει Εθνικές Διαστάσεις που πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστεί γιατί σε λίγο τα χωριά μιας ιστορικής και δυναμικής επαρχίας (γνωστής από τους αγώνες και το ολοκαύτωμα της από τους Ναζί) θα σημειώνονται μεν στο χάρτη, θα είναι όμως τα περισσότερα ερείπια και δυστυχώς αυτή τη φορά χωρίς πόλεμο.
Και είναι πανέμορφα τα χωριά της Βιάννου κτισμένα όλα στην ορεινή ζώνη μέσα σενα καταπράσινο περιβάλλον με αγνάντι τη Θάλασσα.
Φυσικά και δεν είναι απολύτως ευθύνη και επιλογή των κατοίκων η εγκατάλειψη των εστιών τους. Είναι το αποτέλεσμα μιας πολιτικής, που καλλιεργεί ανάγκες που τρέχουν οι αγρότες να τις προλάβουν αλλά με την δράση τους επωφελούνται δυσανάλογα άλλες ενδιάμεσες μεσολαβητικές δραστηριότητες και αυτό γίνεται εύκολα αντιληπτό από τη διαφορά της τιμής του παραγωγού και του Καταναλωτή.
Δεν περιορίζονται όμως οι συνέπειες μόνο στην εγκατάλειψη των παμπάλαιων χωριών.
Η νέα παραγωγική δραστηριότητα στηρίχτηκε στη δημιουργία Γεωτρήσεων με αποτέλεσμα να στερέψουν οι παραδοσιακές πηγές που έζησαν όλες τις προηγούμενες γενιές. Μαζύ τους ξεράθηκαν και τα παραδοσιακά κηπούλια και τα οπωροφόρα δένδρα που είχαν αλλά και όλες οι μυρτιές που υπήρχαν στην διαδρομή του νερού, που τώρα διοχετεύεται με λάστιχα χιλιομέτρων στην παραλιακή ζώνη. Την ιδια ώρα τα ποταμίσια νερά κατευθύνονται στη θάλασσα.
Ετσι όμως, με την υπερβολική άντληση των γεωτρήσεων, ο κίνδυνος απομείωσης του υδροφόρου ορίζοντα είναι υπαρκτός αλλά και προβλέψιμος σε περίπτωσης έντονης ξηρασίας όπως προειδοποιεί η κλιματική αλλαγή. Οι μεγαλοστομίες για κατασκευή 2 φραγμάτων στην περιοχή είναι μέχρι στιγμής για προεκλογική κατανάλωση.
Εξάλλου η σημερινή δραστηριότητα εξαρτάται απόλυτα από τις προτιμήσεις των καταναλωτών και την μεταβολή των καταναλωτικών προτύπων που διαρκώς μεταβάλλονται και ειδικά σε είδη διατροφής.
Τα άλλοτε πολυπληθή Δημοτικά σχολεία των ορεινών χωριών έκλεισαν. Παράλληλα έχει αυξηθεί η υπογεννητικότητα. Τα παραδοσιακά καφενεία έγιναν αποθήκες, Κάθε επαγγελματική δραστηριότητα καταργήθηκε και η καθημερινή διαβίωση των κατοίκων στους παραλιακούς οικισμούς εξαρτάται απόλυτα από την επάρκεια των super market και τον μανάβη που θα επισκεφτεί το χωριό με τα ζαρζαβατικά του. Φούρνος επίσης σήμερα σε όλη την επαρχία δεν υπάρχει.
Συγκοινωνιακή σύνδεση των νέων παραλιακών οικισμών που επεκτείνονται ποτέ δεν έγινε ούτε μεταξύ τους, ούτε καν με το Διοικητικό κέντρο του Δήμου, ούτε με την πρωτεύουσα του Νομού. Το χειρότερο τον τελευταίο χρόνο διακόπηκαν εκτός ελαχίστων και τα δρομολόγια του ΚΤΕΛ προς τα μέσα (ανατολικά) χωριά του Δήμου. Σημαντικές υπηρεσίες έχουν αποψιλωθεί. ΄Εργα αγροτικής οδοποιίας (νέοι δρόμοι) έχουν να γίνουν από την εποχή των κοινοταρχών.
Οι αγρότες έχουν συνηθίσει να προσπαθούν μόνοι τους χωρίς βοήθεια και δεν αξιώνουν ούτε τη δημόσια ούτε τη δημοτική στήριξη. και πάντα περιμένουν να βρεθεί ο κατάλληλος που ποτέ δεν εμφανίζεται.
Η παραδοσιακή οικογενειακή καλλιέργεια της ελιάς είναι πλέον απόλυτα εξαρτημένη από τους εργάτες που κι αν υπάρχουν καθίσταται ασύμφορη την καλλιέργεια της.
Στην αδυναμία αυτή έχει δημιουργηθεί μια δυσμενής αγορά με επαχθείς όρους για τους παραγωγούς που αναγκάζονται να νοικιάσουν τα λιόφυτα τους με ευτελές μίσθωμα. Ενώ παλιότερα τα παιδιά συμμετείχαν σε κάθε παραγωγική δραστηριότητα, φροντίσαμε ώστε τα δικά μας παιδιά στην πλειονότητα τους μαζί και τα δικά μου να μην ξέρουν που βρίσκονται τα λιόφυτα. Ετσι εκτός από την εγκατάλειψη των χωριών ο αγρότης αποξενώνεται σταδιακά από τα λιόφυτα του και θα είναι τυχερός αν καταφέρει να τα παραχωρήσει ισα για το λάδι της χρονιάς του.
Η οικονομική δραστηριότητα στην περιοχή εξαρτάται απολύτως από την ξένη μισθωτή εργασία αφού δεν υπάρχει τέτοια ντόπια. Το ίδιο συμβαίνει και με την καλλιέργεια των πρώιμων κηπευτικών που βρίσκεται σε ανάπτυξη. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις η δραστηριότητα του αγρότη λόγω της μεγάλης έκτασης των καλλιεργειών (όπου υπάρχει τέτοια) επικεντρώνεται σε διοικητικό ρόλο, ανάθεσης και παρακολούθησης.
Πρόκειται για μια στρεβλή ανάπτυξη που έχει ευρύτερες διαστάσεις και περνάει μέσα από την καταστροφή ολόκληρων χωριών, Φυσικών πόρων, και του περιβάλλοντος, που δεν προετοιμάζει την διαδοχή, και το χειρότερο είναι ότι κάνει την νέα γενιά της περιοχής, να ψάχνει αλλού την καλύτερη ζωή, όπως δικαιούται να την ψάχνει κάθε γενιά.
Θα είναι βέβαια σημαντικό και θα τη βοηθήσει μελλοντικά να συμμετέχει στην προσπάθεια των γονιών και να έχει εκπαιδευτεί στην παραγωγική διαδικασία από τη θέση όμως του εργάτη κατ αρχήν για να μπορεί να γίνει και ουσιαστικό αφεντικό όταν χρειαστεί.
Πιστεύω στα νέα παιδιά και πιστεύω ότι οι προοπτικές των ορεινών χωριών είναι ελπιδοφόρες. Και η αιτία είναι το ξεχωριστό φυσικό περιβάλλον η ιστορία τους η αρχιτεκτονική τους και ο ορίζοντας τους. Να ελπίσει κανείς να υπάρξει μια πολιτική τουλάχιστον ώστε να μην καταρρέουν τα σπίτια που είναι ένα τεράστιο οικιστικό απόθεμα που δεν ξαναφτιάχνεται εύκολα…