Το Ιστορικό προσκύνημα της Παναγίας του Δέτη

Πολύ ενδιαφέρουσες πληροφορίες, σχετικά με το Ιερό Προσκύνημα της Παναγίας του Δέτη, αντλήσαμε από την "Ηχώ της Βιάννου", τις οποίες μετέφερε ο σεβαστός Εμμανουήλ Ραπτάκης, πρωτοπρεσβύτερος στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Νικαίας, στην Αθήνα.
Ο πατήρ Ραπτάκης, γνωρίζει πάρα πολύ καλά την ιστορία του εν λόγω προσκυνήματος, καθώς από το έτος 1967 έως και το 1973 υπήρξε εφημέριος στην ενορία του Μηλλιαράδου. Σε σχετικό σημείωμα που μας έστειλε αναφέρει μεταξύ των άλλων και τα ακόλουθα: «Χειροτονήθηκα ιερέας στον Ιερό Ναό Αγίου Παντελεήμονος Μηλλιαράδου, από τον τότε Αρχιεπίσκοπο Κρήτης, κυρό Ευγένιο. Η πρεσβυτέρα μου Μαρία, το γένος Γεωργίου Δροσατάκη, είναι από το Μηλλιαράδο. Εκεί είναι το σπίτι μας, εκεί γεννήθηκαν τα παιδιά μας και παραμείναμε έως το έτος 1973, ότε και αναχωρήσαμε για την Αθήνα. Από τότε το επισκεπτόμαστε κατά τη διάρκεια κάθε έτους. Το μικρό αυτό χωριό το αγάπησα και το αγαπώ όσο και τα Αμιρά, το δικό μου χωριό. Αγάπησα τους ανθρώπους του και με αγάπησαν κι εκείνοι, τόσο, που οικογενειακή μερίδα ανοίξαμε στην τότε Κοινότητα Μηλλιαράδου. Εξυπηρέτησα όλους τους χωριανούς, μικρούς και μεγάλους και βοήθησα όσο και όπως μπορούσα, σε θέματα που αφορούσαν στην καθημερινότητά τους. Τα περισσότερα από αυτά είχαν βέβαια σχέση με την εφημεριακή ζωή. Φρόντισα για τον εξωραϊσμό των Ιερών Ναών Αγίου Παντελεήμονος, Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Αγίου Γεωργίου και Αγίου Μάμαντος.
Ιδιαίτερα με απασχόλησε το Ιερό Προσκύνημα τους Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στο Δέτη. Τότε δεν υπήρχε δρόμος. Γι’ αυτό, κάθε χρόνο, με τη βοήθεια των χωριανών, με σκαπέθια, κασμάδες, μανάρες, βαρές και άλλα εργαλεία κόβαμε τα κλαδιά και ανοίγαμε το μονοπάτι, προκειμένου να ανέβουν οι προσκυνητές να προσευχηθούν στην εορτή της Παναγίας στις 25 Μαρτίου. Την εποχή εκείνη, με τα ζώα ανεβάζαμε τα τσιμέντα, τα άλλα υλικά και το νερό, για να γίνουν το μικρό προαύλιο και η σκάλα που ανεβάζει στη σπηλιά. Πάντα με απασχολούσε με ποιο τρόπο θα ανοίγαμε δρόμο αμαξωτό. Ήταν η εποχή της επταετίας. Πρόεδρος της κοινότητας ήταν ο Εμμανουήλ Παύλου Χριστοφάκης, τον οποίο είχα νεωκόρο στην Ενορία. Ήταν ευλαβής άνθρωπος και τιμούσε ιδιαίτερα την Παναγία. Αργότερα έγινε και Ιεροψάλτης. Τότε ανοίχθηκαν για πρώτη φορά αγροτικοί δρόμοι. Παρακάλεσα τον πρόεδρο της κοινότητας και το συμβούλιό του, να συμπεριλάβουν στους υπό διάνοιξη δρόμους και εκείνον που οδηγούσε στην Παναγία του Δέτη. Το αίτημά μου έγινε δεκτό και ξεκίνησε η διάνοιξη. Οι διάδοχοί μου εφημέριοι, όλοι ανεξαιρέτως, εργάστηκαν σκληρά για την ανοικοδόμηση του προσκυνήματος, έχοντας τη βοήθεια της Παναγίας και των χωριανών. Με ατομικές προσφορές και εράνους στο Ν. Ηρακλείου, συγκέντρωναν κάθε φορά χρήματα. Αυτό το έργο συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας, ώστε κάθε χρόνο, εκατοντάδες άνθρωποι όλων των ηλικιών να ανεβαίνουν ψηλά, στο Δέτη, να επικαλούνται τη Χάρη της Παναγίας και να θαυμάζουν τα χωριά και την ωραία φύση, όσο το μάτι φτάνει, κάτω προς τη Μεσαρά, τον Ψηλορείτη και τα Λασιθιώτικα βουνά. Στην ανοικοδόμηση τα μέγιστα συνέβαλαν οι εφημέριοι Αρχιμανδρίτης Μελέτιος Ανετάκης, πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Μακράκης και Ιωάννης Στιβακτάκης. Τα εγκαίνια του Ναού τέλεσε ο πρώην Αρχιεπίσκοπος Κυρός Τιμόθεος.
Το Ιστορικό
Από την εποχή της Τουρκοκρατίας, στο χωριό Έμπαρος Πεδιάδος Ηρακλείου, όπου κατοικούσαν πολλοί Τούρκοι, υπάρχει Ιερός Ναός στο όνομα της Παναγίας της Ευαγγελίστριας. Τα μικρά τουρκόπουλα πήγαιναν στον Ιερό Ναό και ασχημονούσαν, κατεβάζοντας την Ιερά Εικόνα από το τέμπλο και λερώνοντάς την με ακαθαρσίες. Οι χριστιανοί του χωριού διαμαρτύρονταν στις αρχές, αλλά δεν έβρισκαν ανταπόκριση. Ξαφνικά η εικόνα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου εξαφανίστηκε από τον Ιερό Ναό. Οι χριστιανοί αναζήτησαν το Ιερό Εικόνισμα της Παναγίας, αλλά δεν το βρήκαν πουθενά. Ένας βοσκός που είχε το μαντρί του απέναντι από τον Δέτη, στην περιοχή που ονομάζεται «Πλευρά», παρατηρούσε τα βράδια στον Δέτη ένα φως, που εμφανιζόταν συνέχεια για μεγάλο χρονικό διάστημα. Κάποτε αποφάσισε να πλησιάσει και να δει περί τίνος πρόκειται, αφού μέσα στο γκρεμό δεν κατοικούσαν άνθρωποι. όταν πλησίασε, είδε την χαμένη εικόνα της Παναγίας να ακτινοβολεί το συγκεκριμένο φως. Με χαρά και μεγάλη συγκίνηση προσκύνησε το Εικόνισμα, το πήρε και το μετέφερε στη θέση του, στο Ναό στην Έμπαρο. Οι χριστιανοί χάρηκαν με την εύρεση της εικόνας, αλλά αυτή τους η χαρά δεν κράτησε πολύ, αφού την επόμενη μέρα το εικόνισμα είχε εξαφανιστεί ξανά. Τελικά, τη βρήκαν πάλι στο ίδιο μέρος και την επανέφεραν στο Ναό της στην Έμπαρο, αλλά κατά ανεξήγητο τρόπο, η εικόνα εξαφανιζόταν ξανά και ξανά και εμφανιζόταν στον Δέτη. Η παράδοση λέει πως η Παναγία δεν επιθυμούσε να επανέλθει η Εικόνα της στο Ναό της στην Έμπαρο, αφού δεν ήθελε να τυχαίνει αυτής της συμπεριφοράς από τους Τούρκους και τα παιδιά τους. Γι’ αυτό η Παναγία είπε: «Σχίσου Δέτη, ώστε κανείς να μην μπορεί πλέον να πάρει την Εικόνα μου, γιατί εδώ θα είναι από εδώ και στο εξής ο τόπος της κατοικίας μου».
Έτσι το βουνό σχίστηκε και η Εικόνα χάθηκε στα «σπλάχνα» του Δέτη. Από το μέρος που ήταν το πρόσωπο της Θεοτόκου, ο βράχος είναι λείος και σχηματίστηκε μακρόστενο σπήλαιο. Λέγεται ότι στο βάθος της σχισμής, μικρά παιδιά που εισχώρησαν, είδαν την Εικόνα να βρίσκεται σε μικρή λίμνη και γύρω-γύρω να υπάρχουν διάφορες πρασινάδες. Από αυτό το σημείο αρχίζει η Παναγία τα θαύματά της σε κάθε πονεμένο άνθρωπο που έρχεται στο μικρό σπήλαιο να προσκυνήσει με δυνατή πίστη. Ας σημειωθούν τα εξής: Ποτέ δεν έγινε ατύχημα στην περιοχή, παρά το ότι μέρα και νύχτα κατρακυλούν από το βουνό πέτρες, ακόμα και βράχια. Ανώνυμα, αφού κανένας δεν κράτησε επίσημα στοιχεία, έχουν θεραπευτεί μέχρι σήμερα από ανίατες ασθένειες. Πολλές άτεκνες μητέρες γέννησαν παιδιά, τα οποία βάπτισαν στη χάρη της Παναγίας. Καθημερινά, άνθρωποι από κοντινές και μακρινές περιοχές έρχονται να προσκυνήσουν και αν ζητήσουν την ευλογία της Θεοτόκου. Ας σημειωθεί πως ο Ιερός Ναός στην Έμπαρο, αρχικά εγκαταλείφθηκε και χρησιμοποιούνταν για μεγάλο χρονικό διάστημα ως Δημοτικό Σχολείο. Τα τελευταία χρόνια έγινε ξανά Ιερός Ναός, εγκαινιασμένος στη χάρη του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Ευλαβείς εφημέριοι του Μηλλιαράδου εργάστηκαν για τη διάνοιξη αμαξωτού δρόμου. Δημιουργήθηκαν σκαλοπάτια και χτίστηκε νέος-ευρύχωρος ναός και μεγάλη αίθουσα, καθώς και άλλοι βοηθητικοί χώροι, για να εξυπηρετούνται οι προσκυνητές. Η περιοχή ηλεκτροδοτήθηκε και υδροδοτήθηκε. Κάθε χρόνο στις 25 Μαρτίου, τον Αύγουστο, αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους εκατοντάδες πιστοί έρχονται με άρτους και άλλα τάματα για να προσκυνήσουν και να προσευχηθούν.
Πληροφορίες, "Ηχώ της Βιάννου", Εμμανουήλ Ραπτάκης Πρωτοπρεσβύτερος