Τα παλιά έθιμα των Θεοφανείων


Έθιμα του Ξιδά (Λύττος) & της ευρύτερης περιοχής. Παραμονή των Φώτων.
«Εν Ιορδααάνη … που΄ν η μάνα σου μπρε Γιααάννη.
Στον ποταμό παπά μου κάθεται και πλένει.
Ωωω! την καταραμεεένη και τέτοια μέρα πλεένει.
Μα μου ΄δωκε παπά μου λεφτά για να σου δώσω.
Ας είνννν΄ ευλογημεένη στον ποταμό που πλεεένει.»
Πέρα όμως από το αστείο, η ημέρα αυτή ήταν μοναδική στον ορθόδοξο Χριστιανικό ενιαυτό. Πρωί-πρωί ο παπάς στην Εκκλησία έκανε τον μικρό αγιασμό και στην συνέχεια με τον σταυρό στο ένα χέρι και την αγιαστούρα στο άλλο, γύριζε πόρτα-πόρτα όλο το χωριό και αγίαζε σπίτια, σοδειές, ζώα και ανθρώπους. Μαζί του ένα παιδί που βαστούσε το σιγλέτο με τον αγιασμό, καθώς και ο νεωκόρος ή κάποια άλλα παιδιά που κρατούσαν σακιά και κάνιστρα. Χρήματα τότε δεν υπήρχαν και οι άνθρωποι έδιναν ότι είχαν. Λάδι, ελιές, κρασί, όσπρια, δημητριακά, εσπεριδοειδή, λουκάνικα, χοιρομέρι, κοτόπουλα κλπ. Εμφατικά σημειώνω εδώ ότι ο κλήρος τότε δεν εμισθοδο-τείτο από το Δημόσιο και η οικογένεια του παπά συντηρούνταν από τις δικές τους καλιέργειες άν είχαν και τις προσφορές των πιστών. Κάποιοι στην φτώχεια τους δανείζονταν μια οκά λάδι για να δώσουν στον παπά. Η προσφορά αυτή θεωρούνταν τιμή και χρέος μεγάλο.
Από την αγιασμένη σοδειά οι γυναίκες έψηναν τα παλικάρια ή παπούδια. Έβραζαν ένα μίγμα από ότι είχαν όπως, σιτάρι, κριθάρι, ρεβύθια, φακές, παπούλες, κουκιά, φασόλια, καλαμπόκι… χωρίς λάδι. Άλλωστε ήταν ημέρα νηστείας διότι την επομένη θα έπιναν τον μεγάλο αγιασμό. Μόλις βράδιαζε μοίραζαν και στα ζώα, για να φάνε ανθρώπινο φαγητό, να ευχαριστηθούν και να πουν καλά λόγια για τον αγρότη στον θεό που θα φανεί, όταν τα μεσάνυχτα ανοίξουν οι ουρανοί. Γιατί εκείνη την ώρα τα ζώα μιλούσαν με ανθρώπινη λαλιά. Σκορπούσαν επίσης στην αυλή και στο δώμα για να φάνε τα πουλιά.
Σήμερα ο παπάς εξακολουθεί να αγιάζει τα σπίτια στο χωριό, αλλά μέχρι εκεί. Όλο το υπόλοιπο έθιμο υπάρχει μόνο στις μνήμες των μεσόκοπων και πάνω.