Κατάθλιψη: το μεγάλο πρόβλημα του σημερινού ανθρώπου


Στην καθημερινή μας ζωή όλο και πιο συχνά χρησιμοποιούμε τον όρο «κατάθλιψη».
Οι περισσότεροι ωστόσο, εννοούν μια κατάσταση θλίψης και μελαγχολίας, η οποία συνήθως είναι παροδική και τις περισσότερες φορές οφείλεται σε κάτι ίσως, επουσιώδες. Ο όρος αυτός όμως, διαφέρει από τον κλινικό όρο «κατάθλιψη». Στην ψυχιατρική, η κατάθλιψη, είναι μία ψυχική ασθένεια, η οποία επηρεάζει το σώμα, το συναίσθημα και τη σκέψη του ανθρώπου και άρα, επεμβαίνει και μεταβάλλει δυσάρεστα την καθημερινότητα του. Σύμφωνα με έρευνες, το 10% του πληθυσμού θα παρουσιάσει στη ζωή του, τουλάχιστον ένα επεισόδιο κατάθλιψης και για αυτό και έχει χαρακτηριστεί ως η ασθένεια του 21ου αιώνα. Μάλιστα η φετινή Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας, ήταν ειδικά αφιερωμένη σε αυτήν. Επίσης, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας προβλέπεται ότι μέχρι το 2020, η κατάθλιψη θα είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα υγείας στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Η κατάθλιψη είναι πιο συχνή στις γυναίκες, συγκριτικά με τους άνδρες, ενώ μπορεί να εμφανιστεί σε κάθε ηλικία, αν και φαίνεται να «προτιμά» τους άνδρες και τις γυναίκες μεταξύ 25 και 45 ετών. Σήμερα, η οικονομική κρίση και οι κλυδωνισμοί, που αυτή επιφέρει στο βιοτικό επίπεδο, καθώς και ο τρόπος ζωής ή ο «οδοστρωτήρας», καλύτερα, της σύγχρονης κοινωνίας που ισοπεδώνει αξίες, κανόνες, σχέσεις, οδηγεί τον άνθρωπο σε εντάσεις και συγκρούσεις, που καθημερινά εξαντλούν τα εσωτερικά του αποθέματα δύναμης και αντοχής και τον οδηγούν στην όλο και πιο συχνή εκδήλωση της διαταραχής αυτής.
Τι εννοούμε όμως με τον όρο Κατάθλιψη και ποια είναι τα συμπτώματα της ;
Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω η κατάθλιψη είναι μια ψυχική διαταραχή, που επηρεάζει σημαντικά τη φυσιολογική λειτουργικότητα του ατόμου, προκαλώντας του ψυχικό πόνο, αρνητικά συναισθήματα και κοινωνική απομόνωση. Τέτοια καταθλιπτικά συναισθήματα μπορεί να νιώσει ο καθένας από εμάς σε κάποιες καταστάσεις της ζωής του π.χ. θάνατο ή χωρισμό. Ωστόσο εδώ, τα συναισθήματα αυτά παραμένουν, διαρκούν πολύ και «βουλιάζουν» το άτομο μέσα σε μια αδυναμία να προχωρήσει μπροστά, αδιαφορώντας συχνά για τον εαυτό του. Τα συμπτώματα της κατάθλιψης διαφοροποιούνται από ασθενή σε ασθενή καθώς και ανά ηλικιακή ομάδα. Σε γενικές γραμμές όμως, μπορούμε να πούμε σαν τα πιο βασικά, ότι το άτομο διακατέχεται από ένα έντονο δυσάρεστο συναίσθημα λύπης, απελπισίας, αγωνίας ή έντονου άγχους και θυμού. Επίσης, μπορεί να αισθάνεται ένα επίπεδο συναίσθημα, αδύναμο να νιώσει είτε θετικά είτε αρνητικά συναισθήματα. Επίσης, η ανηδονία, είναι ένα ακόμη σημαντικό σύμπτωμα της κατάθλιψης. Αυτό σημαίνει ότι τίποτα δεν δίνει πλέον χαρά, ακόμα και δραστηριότητες που ήταν ευχάριστες στο παρελθόν. Σε συμπεριφορική διάσταση, ο ασθενής δυσκολεύεται ακόμα και να κινητοποιηθεί, για να κάνει τις πιο απλές πράξεις ή χρονοτριβεί, ενώ αποφεύγει να αναλάβει ευθύνες και δυσκολεύεται να πάρει αποφάσεις.
Γνωστικά τώρα, το άτομο έχει αρνητικές εικόνα για τον εαυτό του, τον κόσμο και το μέλλον, χαμηλή αυτοεκτίμηση, ιδέες ανεπάρκειας, απώλειας, αποτυχίας, ήττας, αναξιότητας και αποστέρησης. Επίσης, πλημμυρίζεται από απαισιοδοξία και απώλεια της ελπίδας, η οποία μπορεί να συνοδεύεται με ιδέες θανάτου και αυτοκτονικό ιδεασμό ως μια προσπάθεια απαλλαγής από τα βάσανα. Σωματικά μπορεί να παρουσιάσει ανορεξία, απώλεια ή αύξηση βάρους, κόπωση και διαταραχές του ύπνου. Συχνά υπάρχει και μειωμένη ή ανύπαρκτη σεξουαλική επιθυμία. Όλα αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα το άτομο να υπολειτουργεί τόσο στον εργασιακό χώρο, εφόσον παρατηρείται ελάττωση της αποδοτικότητας και δημιουργικότητας, όσο και στις διαπροσωπικές σχέσεις, όπου παρατηρείται δυσλειτουργία, κακή επικοινωνία, ένταση, τριβές, αντιδικίες και συγκρούσεις.
Γιατί όμως κάποιοι βυθίζονται τόσο βαθιά μέσα στη θλίψη πιστεύοντας ότι τίποτα πια δεν έχει νόημα;
Δεν υπάρχει μόνο μια αιτία για την εμφάνιση της κατάθλιψης. Αντίθετα φαίνεται να προκαλείται από ένα συνδυασμό γενετικών (κληρονομικότητα) παραγόντων, βιολογικών (υπολειτουργία νευροδιαβιβαστικών συστημάτων του νευρικού συστήματος) και ψυχοκοινωνικών παραγόντων, όπως ο θάνατος αγαπημένου προσώπου, το διαζύγιο, η κακοποίηση, η οικονομική κρίση, η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η απαισιοδοξία κ.λπ.
Ποια είναι η θεραπεία της;
Σύμφωνα με την βιβλιογραφία, η πιο ενδεδειγμένη θεραπεία είναι ο συνδυασμός φαρμακευτικής αγωγής και ψυχοθεραπείας. Τα φάρμακα βοηθούν το άτομο να ανακουφιστεί άμεσα από τα συμπτώματα και η ψυχοθεραπεία, το βοηθά να μάθει αποτελεσματικότερους τρόπους αντιμετώπισης των προβλημάτων της ζωής του. Είναι πολύ σημαντικό ο ασθενής να γνωρίζει ότι είναι απαραίτητη η συνεργασία ιατρού-ασθενη για την επιλογή της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής καθώς και η παρακολούθηση κατά τη διάρκεια της. Εξίσου σημαντικό είναι να γνωρίζει ο ασθενής, ότι δεν πρέπει να σταματά τη λήψη ενός αντικαταθλιπτικού φάρμακου χωρίς την οδηγία του ιατρού του καθώς επίσης ότι το αλκοόλ θα πρέπει να αποφεύγεται.
Η Ψυχοθεραπεία έχει σκοπό να ανακουφίσει την ψυχική διαταραχή μεταβάλλοντας τη δυσπροσαρμοστική συμπεριφορά του ατόμου και προάγοντας την πρόοδο και την ανάπτυξη της προσωπικότητας του.
Σε γενικές γραμμές μπορεί να βοηθήσει το καταθλιπτικό άτομο ως εξής:
- Μπορεί να το βοηθήσει να αναγνωρίσει και να επιλύσει τα προβλήματα που συμβάλλουν στη κατάθλιψη του καθώς και να θέσει νέους στόχους για τη ψυχική και συναισθηματική του υγεία
- Να γίνει πιο ανθεκτικό σε αντίστοιχα προβλήματα στο μέλλον και να αποκτήσει ξανά τον έλεγχο της ζωής του και την ευχαρίστηση
- Να εντοπίσει τις αρνητικές σκέψεις που το οδηγούν σε συναισθήματα απελπισίας και ανικανότητας και να δει πιο θετικά τη ζωή του
- Να βελτιώσει τις κοινωνικές του δεξιότητες και την επικοινωνία του με άλλους ανθρώπους
- Να μειώσει τις πιθανότητες εμφάνισης νέων επεισοδίων κατάθλιψης.
Τέλος, αναγκαίο κρίνεται να επισημανθεί ο καταλυτικός ρόλος της οικογένειας και των φιλικών πρόσωπων, στη ζωή ενός καταθλιπτικού ασθενή. Είναι σημαντικό ο ασθενής, προκειμένου να υποστηριχτεί
να μην αισθάνεται ότι είναι μόνος του. Η ενδυνάμωση και η ενίσχυση αυτή των ενδοοικογενειακών σχέσεων και των κοινωνικών δεσμών θα συμβάλουν τα μέγιστα, στην επιτυχή και γρήγορη θεραπεία του ατόμου.
*Η κ. Όλγα Εμμ. Σταματουλάκη είναι Ψυχολόγος