Η ομορφιά της Κρητικής διαλέκτου


Στον καλλιτεχνικό, έντεχνο λόγο χρησιμοποιούμε συνήθως πολλά καλολογικά στοιχεία, σύνθετες λέξεις, αυτοσχέδιες λέξεις, μεταφορές, παρομοιώσεις, παρηχήσεις, παραλείψεις φωνηέντων και συμφώνων, συρρίκνωση λέξεων μέχρι και την απάλειψή τους τελείως! Λέξεις που κι αν παραλείπονται, όμως εννοούνται.
Όλα αυτά συμβαίνουν και στο κρητικό ιδίωμα, και κάνουν πολύ εύπλαστο τον κρητικό λόγο, ο οποίος στα χέρια ενός ικανού ποιητή και καλού χειριστή της γλώσσας, γίνεται ένα «παιγνίδι», με το οποίο μπορεί να κατασκευαστούν αριστουργήματα!
Όλα αυτά λοιπόν που βρίσκουν απήχηση στον πεζό λόγο, βρίσκουν ιδιαίτερα και στην ποίηση, στις μαντινάδες, στις παροιμίες, ακόμα και στον πεζό λόγο. Από το δεύτερο μισό του 14ου και αρχές 15ου αι. , εμφανίζονται οι πρώτοι Κρητικοί ποιητές : Στέφανος Σαχλίκης, Λινάρδος Ντελλαπόρτας και Μπεργαδής . Δεν είναι τυχαία η δόξα που γνώρισαν ποιήματα όπως ο «Ερωτόκριτος» του Βιτσέντζου Κορνάρου, και της «Ερωφίλης» του Χορτάτζη. Το ίδιο μεγάλη δόξα γνώρισαν αργότερα και άλλα ποιήματα, όπως του «Ξωπατέρα», του «Λόγιου», «το τραγούδι του Διάκου» και άλλα. Δεν είναι τυχαία επίσης και τα εφτά βραβεία παγκόσμιας λογοτεχνίας, που πήρε ο Καζαντζάκης για τη τεχνική της γραφής του στη χρήση της κρητικής διαλέκτου, αλλά και η πρόταση εφέτος να ενταχτεί ο Ερωτόκριτος σαν ένα από τα έργα της παγκόσμιας κληρονομιάς!
Γνωρίσματα του κρητικού ιδιώματος
1. Αφαίρεση φωνηέντων
Μεγάλη είναι η επιμονή στη κρητική διάλεκτο, στο φαινόμενο της αφαίρεσης (αποβολής) φωνηέντων. Αυτό γίνεται γιατί η αφαίρεση κάνει τον κρητικό λόγο πιο απλό, πιο λακωνικό, πιο εύηχο, πιο εύπλαστο, πιο γραφικό, και φυσικά πιο ποιητικό!
Η διάλεκτος σε ολόκληρη την Κρήτη όπως γνωρίζουμε είναι η δημοτική. Στο κρητικό ιδίωμα συχνά παραλείπονται φωνήεντα. Συχνή είναι η χρήση του φαινομένου της έκθλιψης. Γίνεται δηλαδή αφαίρεση του τελικού φωνήεντος της προηγούμενης λέξης. Με την τακτική αυτή διακόπτεται η αλληλοδιαδοχή φωνηέντων η οποία θα προκαλούσαν ακουστική χασμωδία. Άλλες φορές γίνεται αφαίρεση του αρχικού φωνήεντος της επόμενης λέξης. Αυτή η απόσπαση του ενός φωνήεντος και η εναλλαγή συμφώνου - φωνήεντος, συνεπάγεται ευφωνία!
Οι λέξεις στο γραπτό κρητικό κείμενο μπορεί να διαβάζονται με δυσκολία και ιδιαίτερα από μη κρητικούς, λόγω των πολλών αποστρόφων. Αλλά στην ακουστική μορφή της γλώσσας αυτή είναι ιδιαίτερα στρωτή και ιδιαίτερα εύηχη!
Θα αναφέρουμε μερικά παραδείγματα για του λόγου το αληθές, όπου έχει αφαιρεθεί το τελικό φωνήεν της πρώτης λέξης, γιατί είναι ακουστικά ίδιο με το φωνήεν της επόμενης λέξης:
- «Το πολύ το “κύρ’ ελέσο", κι ο παπάς το ξεβαργιέται» (Θα λέγαμε: Το πολύ το “κύριε ελέησον”, και ο παπάς βαριέται να το επαναλαμβάνει).
Αλλά αφαιρείται και ακόμα αν δεν είναι ίδιο:
«Τη νύχτα είμ’ ολιόστραβος, τη μέρα διανυρίζω.
«Τ’ αμάτι σου τ’ αλλήθωρο, που τρέχει στο κατήφορο»! Δεν θα έλεγε ποτέ ένας: «Το αμάτι σου το αλλήθωρο.
Το αποτέλεσμα βέβαια της ευφωνίας του κρητικού λόγου, εκτός της ακουστικής, βρίσκει ιδιαίτερη εφαρμογή φυσικά και στη μελοποίηση του. Επίσης ιδιαίτερα εύηχη είναι και η ακουστική των παιδικών μας τραγουδιών, που τα έκανε ευκολοπρόφερτα από τα παιδιά, ώστε και τα πιο μικρά να τα αποστηθίζουν εύκολα χωρίς πρόβλημα. Χαρακτηριστικά είναι τα ακόλουθα παραδείγματα.
«Έβγα ήλιε να λιαστώ, και κουλούργια σου βαστώ,
από κάτ’ απ’ τη ποδιά μου, για να μη τα δει η θειά μου»
«Τάγματα συντάγματα, λόχους και διμοιρίες,
εκάμανε στη ράχη μου, οι κόνιδες κι οι ψείρες»
- Αφαίρεση του τελευταίου φωνήεντος της προηγούμενης λέξης
«Aλάργ' απού τη μάνα μου και τσ' εδικούς μ' αθρώπους».
Εδώ γλυτώνουμε τρείς χασμωδίες, και θα λέγαμε:
Αλάργο από τη μάνα μου, και από τσι εδικούς μου αθρώπους.
«Αν είν’ από το θιό γραφτό, θά ‘ρθω να σ’ ανταμώσω».
«Δεν είδ' απ’ όνομη σου προκοπή, μ’ ούτε και καλιμέντο».
«Απού χ’ ελπίδα στο Θεό, κάνει καρδιά κι αντέχει»
«Αν έχ’ αγάπη μέσα τζη, θα νοιώθ’ όσα περνάω»
«Κουράγιο απ' την αγάπη σου, παίρν' η καρδιά κι αντέχει».
«Απ’ αγαπά πολλά μικρή, να χει πολλά στο νου του».
- Αφαίρεση (αποβολή) αρχικού φωνήεντος της επόμενης λέξης (έκθλιψη)
«Απού 'χω ‘γω στη γλάστρα μου, γαρδένια μυρισμένη»
«Χαράς τον πού ‘ναι μερακλής, και τη ζωή γλεντά τη».
- Έκθλιψη και αφαίρεση φωνήεντος
«Χάρισμα το' χουν τα πουλιά, τ' ανέμου να κλουθούνε»
«Χαίρομ' απού' μαι Κρητικός, κι όπου σταθώ το λέω».
Στα παραπάνω παραδείγματα, έχουμε αφαίρεση και έκθλιψη που διαφορετικά θα προκαλούσαν και εδώ χασμωδία.
- Παράλειψη αρχικού και τελικού φωνήεντος
«Απού 'γκαψ' η γι-αγάπη μου και ‘χάθηκ’ απ’ τον κόσμο».Θα λέγαμε: «Απού έγκαψε (έφυγε) η γι- αγάπη μου και εχάθηκε από τον κόσμο».
- Παράλειψη ομόηχου φωνήεντος της πρώτης ή της επόμενης λέξης
«Γιατί ‘μαθε στη λευτεριά που του χαρίζ’ η φύση». (Γιατι ήμαθε στη λεφτεριά που του χαρίζει η φύση)
«Επήγ’ από τση μάνας μου, για να περάσ’ η ώρα». (Επήγα από της μάνας μου για να περάσει η ώρα)
«Εκράθιε ‘να βασιλικό με φύλλ’ από το κήπο». (Εκράθιε ένα
«Μα η μαθιά τζη μ’ έπεψε, στα σύνορα φαντάρο».(Μα η ματιά της με έπεψε…)
«Τάξε πως ήμουν’ άχερο στο φύσημα τ΄ανέμου» ( Τάξε πως ήμουνα άχερο…)
2. Παράλειψη συμφώνων και φωνηέντων
Όταν δυσκολεύει στη προφορά ένα σύμφωνο, τότε παραλείπεται, όπως και ένα φωνήεν .
«Βρίχνου΄ τα΄αόρη τη δροσά στα ‘νέφαλ’ αποκάτω» (βρίχνουν τα όρη…)
«Όμορφα είν’ τα μάθια τση, μ' έχου' στσ' αγάπης ζάλη» (μα έχουν τση αγάπης ζάλη).
«Τρέχου’ τα γάργαρα νερά απ΄ τση πηγής τη μάνα»
«Πήα να ιδώ που βρίχνεσαι, μα συ πη και ξορίστεις» (πήγα να ιδώ που βρίσκεσαι, μα εσύ πήγες και εξορίστηκες
3. Ρήματα «συρρικνώνονται» στη ποίηση
Το ρήμα “είναι” για παράδειγμα μπορεί να γίνεται “είν” με αφαίρεση, αλλά μπορεί να γίνει και σκέτο “ει”. Π.χ. «Αν ει’ γραφτό με το καιρό, πάλι θ’ ανταμωθούμε». «Ως ει’ τα μάθια τσ’ έμορφα, ει κ’ η καρδιά τζη μέσα»
Το ρήμα "έχεις" μπορεί να γίνει "έεις" ακόμα και σκέτο "ε".
Π.χ «Εικόνισμα ‘χω σε στη Παναγιά, μα συ δεν έεις το Θεό σου».
«Εγώ ‘χω μάθια και θωρώ, μ’ ε και συ δικά σου» ( Εγώ έχω μάθια και θωρώ μα έχε και συ δικά σου).
«Εγώ θα σου ‘μαι φύλακας, μα έ και συ το νού σου»
Πολλά ρήματα απλοποιούνται, όπως το "κατέχω» που γίνεται "κατέ":
«Σε ‘χασ’ από τα μάθια μου, και δε κατέ που πήγες»
«Σε ξόρισε η ξενιτιά και δε μαθαί πως είσαι».
«Απου 'χ ελπίδα στο Θεό πράμα να μη φοβάται», το έχει έγινε σκέτο χ!
3. Ρήμα και προσωπική αντωνυμία στο τέλος του στίχου.
«Ανε γ-κοιμάσαι αμοναχό, να ‘ρθω παράγγειλε μου»
«Απου ‘χει τη λιγοψυχιά, τρυπά το και ρουφά το»
«Εβάστα το στην αγκαλιά, κι αυτό ούλο γελά τση»
Άλλα γνωρίσματα του κρητικού ιδιώματος
1. Λέξεις με κατάληξη -τσάκι
Στην διάλεκτο της Κρήτης αντί του υποκοριστικού -άκι, πολλές φορές συναντάμε την κατάληξη –τσάκι, δωματσάκι, συρματσάκι, στρωματσάκι, αλατσάκι κλπ
2. Ιδιαίτερα υποκοριστικά
Σε πολλές λέξεις έχουμε ιδιαίτερες υποκοριστικές καταλήξεις. Το υποκοριστικό του κρεββατιού είναι μεν κρεβατάκι, αλλά πολλές φορές γίνεται και «κρεβατσούλι».
Το «γαλατάκι» δε πολλές φορές γίνεται και «γαλατσούρι», το «κατσουλάκι» «κατσούλι» κλπ.
Όλα αυτά συνήθως για να τα κάνουν πιο ευχάριστα στα μάτια των παιδιών.
3. Λέξεις με κατάληξη -άγρα
Αντί «νύστα» λέμε καμιά φορά στη κρητική διάλεκτο και «νυστάγρα», αντί «κομμάρα» λέμε «κομάγρα», αντί «αφορμή» λέμε «αφορμάγρα», αντί «λύσσα» λέμε «λυσσάγρα», επίσης φαγομάγρα, παλαβομάγρα, μπουνταλάγρα, τρομάγρα κλπ.
Αυτή η κατάληξη έχει παραμείνει από την εποχή του Ερωτόκριτου, όπου χρησιμοποιούνταν συχνά στα κείμενα.
4. Παρηχήσεις
Στη ποίηση αλλά και στο πεζό λόγο, καθώς σε μαντινάδες και παροιμίες, γίνεται συχνά χρήση της παρήχησης, δηλαδή επανάληψης κάποιου γράμματος.
«Άλλα ‘λεγες κι άλλα ‘κανες, άλλα ‘ πες κι άλλα κάνεις,
άλλα λογιέσαι κι άλλα λες, κι άλλα στο νου σου βάνεις!» (παρήχηση του γράμματος λ).
«Φίλος έδωσε σε φίλο τριαντάφυλλο με φύλλο» (4 παρηχήσεις του λ).
«Όποιος έχει τη μύγια μυγιάζεται» (παρήχηση του μ και του γ).
«Α δε θωρείς θωρούνε σε, και πα και μαρτυρούνε σε», (παρηχήσεις του θ και του ρ).
5. Κοσμητικά επίθετα της κρητικής διαλέκτου
Ο Κρητικός έχει έμφυτη την τάση να παθιάζεται με την αγάπη, και έτσι μπορεί να εκφράζεται μέσα από πεζά κείμενα, με ποίηση με μαντινάδες, να εξυμνεί τον έρωτά του! Τον έρωτά του τον εξιδανικεύει εκφραζόμενος μέσα από ένα απέραντο ωκεανό ιδιαίτερα καλαίσθητων πολυσύνθετων κοσμητικών επιθέτων. Έτσι τονίζει την ομορφιά και τη θηλυκότητα της γυναίκας, την έντονη προσωπικότητα της, μέσα από ατέλειωτα κοσμητικά επίθετα και ουσιαστικά που κάνει παρομοιώσεις.
Τα περίτεχνα και ευφάνταστα επίθετα στοχεύουν στο να τονίσουν τον χαραχτήρα, την ομορφιά και την γοητεία και τη κορμοστασιά της αγαπημένης, όπως οι άνδρες ποιητές και συγγραφείς την έβλεπαν μέσα από τα δικά τους μάτια. Κοσμητικά που συνθέτει ο ποιητής κατά που τον βολεύει και φτιάχνει όμορφο τον γραπτό ή προφορικό του λόγο.
Ένα μικρό μέρος από τέτοια κοσμητικά επίθετα και ουσιαστικά, αναφέρουμε παρακάτω.
Αρισμαροβιτσόβεργα, αργυρομηλοπρόσωπη, στρογγυλομηλοπρόσωπη, καμαροφρυδάτη, παιγνιδομάτα, κορφοφίλητη, μπιρμπιλομάτα, εφταπάρθενη, ακριβοθώρητη, ακριβοθυγατέρα, ακριβοαναθρεμένη, ζαχαροζυμωμένη, αρχοντομαθημένη, αετομαδαρίτισσα, παχουλομπρατσάτη, τραγανόχειλη, κρινοδάχτυλη, ανθολουσμένη, πεντοπλουσμένη, νεραντσομοσχουμυρισμένη, ζαχαροζυμωμένη, ροδοξεπουπούλιαστη, ροδοπεριχυμένη, πολυπλουμισμένη, γαϊτανοφρυδάτη, μπαμπακολαίμα, πολυπαινεμένη, πολυμπιστεμένη, δαφνομυρισμένη, ωριόπλουμη, τετράξανθη, βεργολυγερή, αφρολουσμένη, γοργοπατούσα, περδικοστηθάτη, ερωντοστολισμένη, μακροκοντυλάτη, ψηλόλιγνη, λαμπαδόχυτη,, σαραντακλωναράτη κλπ..
Φυσικά υπάρχουν εκατοντάδες παρόμοιες λέξεις σε κοσμητικά επίθετα για να δανειστεί κάποιος, αλλά δεν είναι δυνατόν να αναφερθούν όλες.
6. Ρηματικά επίθετα ή ουσιαστικά, αντί ρήμα
Αντί της χρήσης κάποιων ρημάτων, ο κρητικός αρέσκεται να χρησιμοποιεί το ρηματικό επίθετο, γιατί αυτό του φαίνεται πιο όμορφο.
«Μ’ έχουνε πληροφορημένο», αντί με έχουν πληροφορήσει.
«Είμαι φαωμένος», έχω φάει.
«Είμαι πχιωμένος από ντα ψες» έχω πιει από χθες (είμαι μεθυσμένος).
«Είμαι στραβωμένος του ύπνου» δεν βλέπω μπροστά μου από την αϋπνία.
«Είμαι στακωμένος τση κούρασης» είμαι πολύ κουρασμένος
«Ο άντρας μου είναι θεσμένος», ο άντρας μου έχει θέσει (είναι ξαπλωμένος και κοιμάται).
«Είμαι διαβασμένος» έχω διαβάσει, «ήμουνα σταματημένος», έχω σταματήσει κλπ..
7. Σύνθετες λέξεις με ρήμα ουσιαστικό ή επίθετο μαζί
«Απού κοπελωμάθει κακά γεροντοξεχνά»
«Εκακογέρασε κι αυτός, πόδια δε τον βαστούνε»
«Ασκημοπόδωκε κι αυτός, και ‘κείνη απού πήρε»
«Μη κουταλομετράς πολύ, για δε σε παίρνει η ώρα»
«Κάλιο γαϊδουρόδενε, παρά γαϊδουρούρευε»
«Σκουτελοβαρίσκω σου, και πίνω στην υγειά σου»
Με το μεράκι του ποιητή πολλές φορές ένα ποίημα γίνεται ξόμπλι, με λέξεις από το παρελθόν, αλλά και σύγχρονες, ακόμα και αυτοσχέδιες σύνθετες, γίνονται πραγματικά αριστουργήματα, όπως σαν παράδειγμα το παρακάτω ποίημα της Γαλιανής ποιήτριας Χαριστής Κουκουμπεδάκη:
«Ξόμπλι μου ωριοπλούμιστο μπιρμπιλοδαντελάτο
ποιάς χρυσοχέρας πλέχτρουσας είσαι νοικοκεράτο?
Νεραϊδοξεσμιλιώστρα μου τ' Αυγούστου φεγγαράδα
στα κάστρα των παραμυθιώ τα κάλλη σου δεν τα 'δα!
Ένα ντουνιά 'νειρεύγομαι αδερφαγκαλιασμένο,
και να βαστά κλαδιά τσ'ελιάς να 'χει χορό στεμένο.
Νερατζαθομοσκοβολάς απ' όπου κι α μ-περάσεις
κι η γι-ομορφιά σου ξεπερνά, κάθα δεντρό τση πλάσης»!
8. Ρηματικά ουσιαστικά, και επίθετα
«Σταματημό δεν έχεις» = αντί δεν σταματάς. «Είμαι του μεθιού σήμερο» = ή «είμαι τάπα τση μεθιάς σήμερο» = είμαι μεθυσμένος σήμερα. «Αν είναι μπορετό» = αν μπορείς, αν γίνεται. Επίσης λέμε: «Είναι παραπονιάρης» αντί έχει παράπονο, «θα πάω περπατάρης» = θα περπατήσω, τυραννησμένο μ’ έχεις» = με έχεις τυραννήσει, κλπ.
9. Συμπυκνωμένα νοήματα
Συμπυκνωμένα νοήματα έχουμε σε χιλιάδες φράσεις, και κυρίως διδαχτικές μαντινάδες.
«Τ‘ άγραφα λόγια μοιάζουνε σα τ’ άχερα στ’ αλώνι
απού τα παίρνει ο άνεμος, κι όλα τα κάνει σκόνη».
«Άθρωπος δε παντρεύτηκε να μη το μετανιώσει
εχτός αν είναι μπουνταλάς, γη να μην έχει γνώση»
«Που παντρευτεί πολλά μικρή, και γεροντάκι παίρνει
“φωθιά! “ του λέει, “καίγομαι!”, και αυτός νερό τση φέρνει!»
-Παροιμίες και μικρές φράσεις
Το ίδιο συμβαίνει και σε παροιμίες ή σύντομες φράσεις: «Απου φελά παντού φελά». «Άσκημα φόργιεκαι μην εργάς». «Κάθε εμπόδιο για καλό». «Πάω αργά γιατί βγιάζομαι». «Απού τα’ ακούει βήχει». «Απού πονεί, και τα μαλλιά του σέρνει». «Καλιά να νοιώθεις παρά να μπώθεις». «Καβαλίνα πατάς καβαλίνα μολογάς». «Πέσε πίτα να σε φάω». «Απού θυμάται χάιρεται», και χιλιάδες άλλες παρόμοιες.
10. Το γιώτα μετά το ρ ακούγεται σαν γάμα
«Στη μέση του Καλοκαιργιού», «στη κάτω μπάντα του χωργιού»
11. Τα ι και η μετά το π όταν ακολουθεί φωνήεν προφέρονται σαν χ
Έχω πχεί, αντί έχω πιεί, πχέτα αντί πιέτα, πχαίνω αντί πηαίνω πχιάνω αντί πιάνω
12. Το α ή το ε, προστίθεται πριν από το ξ
Στην αρχή μιας λέξης που αρχίζει από ξ, μπαίνει το α ή το ε.
Αξυπόλυτος, αξεμούριστος, αξάγρυπνος, αξαργότου, αξάδερφος, εξεπίτηδες, εξεγυβεντίστηκες
13. Η βαρειά προφορά των διπλών συμφώνων ντ, μπ, γκ
Το ντ αλλά και το μπ, ακούγονται βαριά όπως το ξένο d, b και g.
Αdίχριστος, dαβραντισμένος, αdιλαλλος» καταdια, Αdωνία
κλπ
Αναbουbούλα, bουbουριστούς χοχλιούς, bαbακι, αbελι κλπ.
Αgάλη, αgινάρες, άgρουστος κλπ.
14. Μετά το ε αν αρχίζει κ μπαίνει και το γ, και προφέρεται σαν g
Ανε γ- κατέχεις, ανε γ κοιμάσαι, ανε γ- κουράστηκες
15. Επιτατικά μόρια
Πολλές φορές χρησιμοποιούνται επιτατικά μόρια για να δηλώσουν τον ακριβή τόπο ή χρόνο με τα ο πρόθεμα ίδια, νε
Ιδια εδά (τώρα ακριβώς) , ιδια αύριο ιδια απόψε, ιδια σήμερο, ιδια παέ, ιδια εκειέ κλπ
Τούτο νε, εκείνο νε ( αυτό εδώ, αυτό εκεί).
16. Ιδιωματικές φράσεις
Με ένα ιδιαίτερο και μοναδικό τρόπο, ο κρητικός χρησιμοποιεί χιλιάδες φράσεις ιδιωματικές, που χρησιμοποιεί στον καθημερινό του λόγο, και πολλές τις φτιάχνει ο ίδιος. « Ώστε να σεί αέρας τη τρίχα μας» = Όσο καιρό θα ζούμε. «Στο μαχαίρι μέσα»= πάνω στην αναμπουμπούλα. «Στα δίκαια μεσάνυχτα» = Στα μαύρα μεσάνυχτα. «Στα τσίτσιλα τση μέρας» = Στο καταμεσήμερο (κυρίως του Καλοκαιριού). «Απόκαμ’ ο γιαλός» = Τέλειωσαν τα προνόμια και οι ευκαιρίες. «Ο καιρός είναι δεμένος» = έχει μαύρα σύννεφα και θα βρέξει. «Μούχλιασμα τση φωθιάς»= ξεσκάλισμα των ξύλων της φωτιάς. «Ρίχνω τα κατάξυλα στον τάδε»= πιστεύω πως φταίει ο…τάδε. «Αυτοί είναι ένα φάε κι ένα πχιέ» = Αυτοί είναι φίλοι αχώριστοι. «Αυτός βολοσέρνει τη ζώνη του» = Ψάχνει αφορμή για καυγά. «Εξάμωνε το ίσα πέρα τη μούρη του οντε-ν επέρασα» = Κοίταζε λοξά να μην τον δω πως με είδε. «Δε κάνει ο κώλος του πατάρι» = Δεν μπορεί να καθίσει πολύ ώρα.
«Ώσπου να σύρει το καντάρι» = ώσπου να αντέξει ή να διαρκέσει. « Κάνε τη ρόκα σου» = γύρευε τη δουλειά σου. «Απού μπορεί κι απάνω του» = κάθε ένας όλα για τη πάρτη του.
17. Ρήματα γνωστά αλλά με άλλο νόημα
Η δασκάλα διαβάζει στσι Μοίρες = η δασκάλα κάνει μάθημα στις Μοίρες
Το κοπέλι βλέπει τα πρόβατα = το κοπέλι βοσκάει τα πρόβατα
Η Μαρία κρατεί το Γιάννη = Η Μαρία έχει παντρευτεί το Γιάννη
Η μάνα μου σέρνει τη κουβέρτα που τση ύφανες = η μάνα μου χρησιμοποιεί τη κουβέρτα που της ύφανες.
Ο καιρός στέκει στη βροχή = ο καιρός είναι έτοιμος να βρέξει
Τρέχω και μου κολλά η βροχή = τρέχω και βρέχομαι.
18. Kρητική αργκό:
Είναι λέξεις που οι παλιοί έβαζαν στον προφορικό λόγο στις ιστορίες τους σαν στολίδια, για να τις κάνουν πιο ζωντανές και εντυπωσιακές. Δύσκολο βέβαια να μεταφραστούν απόλυτα οι λέξεις αυτές με ακρίβεια, και έτσι θα αρκεστούμε σε μια κάποια ελεύθερη μετάφραση.
«Τάλε κουάλε» = ίδια και όμοια, «χλάπα - χλούπα» = γρήγορο ρούφηγμα με γλείψιμο μαζί, «φράτς- φρούτς» = πρόχειρα και βιαστικά, «μπά - καλούμ» ή κοντώ Θέ μου = για να ‘ χουμε καλό ρώτημα, άραγε, « τρίτσα- κάτσα» = εν τω μεταξύ , «πάτς και πόστα» = πάτσι, «γρίτσου- ξίσου» = δώστου και ενοχλούσε, «μπράτ - μπρούτ»,, το ίδιο με το φρατς φρούτς, «τσιρί - πιπί» = διάρροια, «ζίλι - καντίλι» = τύφλα στο μεθύσι, «μπλέ- μαρέ» = τον σάπιο στο ξύλο, «λάσκα - λάσκα» = λιγότερο σφίξιμο, «ζάλο- ντο ζάλο» = ακολουθώντας δίπλα - δίπλα με τα πόδια, «κατσά- κατσά» = προχωρώντας αθόρυβα , «χίλι με χίλι» = ξέχειλο, «κάθε ντίς και ντάι» = κάθε λίγο και λιγάκι, «μια τζιμιάς» = μιας κοπανιάς, κάποια στιγμή, «μανάμ- μανάμ» = ω διάολε, ω χαρώσε, ω τον παντέρμο (ειρωνικά), «είδες κι είπες» = ίδιο με το τάλε κουάλε, «πύρ- πυριού» = να εξαφανιστεί, στο πυρ το εξώτερο, «αριά και πού» = σπάνια, «ετσέ και τσέ» = έτσι κι έτσι, «εδά- εδά» = κάποια στιγμή, «αργά ταχιά» = κάθε τόσο, «μέσα πέρα» = μέσες άκρες, «μάνι - μάνι» και «γερά – γερά» = γρήγορα γρήγορα, «κράτσα- κρούτσα», μικρή φασαρία με χαμηλούς οξείς ήχους, «άψε - σβήσε» = γρήγορα, «μάχα- μάχα» και «μεστά -μεστά» = από στην μέσα μεριά του δρόμου, «άντε γειά κι αμονογειά = άντε να μη με πιάσουν τα νεύρα μου. Αυτές και πολλές άλλες είναι οι ιδιόμορφες λέξεις, που κάποιες από αυτές δεν είναι καν κρητικές, ήρθαν από άλλα μέρη, και κάποιες παρέμειναν.
Να γιατί η κρητική διάλεκτος διαφέρει από τις άλλες διαλέκτους, γιατί έχει τεράστιους ορίζοντες στη διάπλαση του λόγου, αλλά και μια ιδιαίτερη προσωπικότητα. Εδώ λοιπόν πάνω σε όλα αυτά που αναφέραμε παραπάνω, αλλά και σε άλλα στοιχεία που δεν αναφέρθηκαν, έγκειται και η ομορφιά των Κρητικών λογοτεχνικών και των ποιητικών κειμένων. Να γιατί πολλοί λάτρεψαν την Κρητική διάλεκτο μαζί και τη λογοτεχνία, και φυσικά τους Κρητικούς λογοτέχνες συγγραφείς και ποιητές.
Οι ιδιαιτερότητες βέβαια που αναφέραμε σήμερα είναι μονάχα ένα μέρος, διότι θα μπορούσαμε να γράψουμε ολόκληρο βιβλίο, σχετικά με την Κρητική ντοπιολαλιά.
Θα κλείσουμε το θέμα με ένα ποίημα του σπουδαίου Μεσαρήτη ποιητή και μουσικού, του Αντώνη Κουκλινού, που μιλάει για τη μάνα.
«Μάνα μου σα’ με σφίγγουνε, τα χέργια, τσ’ αγκαλιάς σου,
σα’ με γλυκοξανοίγουνε, τα μάθια τση καρδιάς σου.
Όντε θα πεις, καμάρι μου, όντε φωνιάξεις, γιέ μου,
όντε σε ιδώ να μου γελάς και να με λες, βλαστέ μου.
Σα’ με φιλείς και δυό και τρείς και δε με ‘πο χορταίνεις,
σα κάμεις μέρες να με ιδείς, τα φύλλα σου, μαραίνεις».